|
Στίχοι: Γιώργος Θέμελης
Μουσική: Αμελοποίητα
I. Μετά από τόση πτώση, τόση καταβύθιση
Δεν έχει μάτια να μας δει,
Δεν έχει μιλιά να μας μιλήσει.
Τα χείλη του έχουν τόση σιωπή.
Γεύεται, ψάχνει στα σκοτεινά.
(Δεν είν’ εδώ κανείς; Δεν έχει φως;)
Ως να ’χει πέσει μες σ’ ένα δίχτυ,
Ένα σύγνεφο, ένα ουράνιο τόξο.
Όπως το μακρινό πουλί ή το έντομο,
Που το ταλαιπωρεί μες στο βαθύ κενό ο αγέρας.
(Τα ζώα έχουν πιότερα για τον αγέρα και τον θάνατο∙
Οσμίζονται τα ίχνη του, ακούν τον ερχομό του.)
Ως να ’χει κατακαθίσει μες σε μια νύχτα.
II. Ένας καινούριος ήλιος ανατέλλει
Σαν τους νεκρούς, ότε ακούσονται της φωνής...
(Πώς να μαζέψουν τα σκόρπια κόκαλα
Μες από έρημους κήπους, κοιμητήρια.
Που να ’βρουν τα παλαιά τους μάτια τα σβηστά.)
Κάποιος έσκυψε, κάποιος φώναξε
Να γίνει φως, κι έγινε φως.
Μπαίνει σαν ένα εκθαμβωτικό περιστέρι,
Χτυπιέται εδώ κι εκεί, σχίζει το σύγνεφο.
Ξαναπαίζουν τα βλέφαρα, χωρίζουν
Τα χέρια απ’ τα πλευρά, τα σκέλια απ’ τα σεντόνια.
Μεγάλες εκπλήξεις διαστέλλουν τα βλέμματα.
Η κούνια παίρνει το σχήμα της μήτρας
Και μας γεννάει ξανά, καθώς ο τάφος.
Καινούριος ήλιος, καινούριος ουρανός.
Μες απ’ το δίχτυ σπαρταρούν τα πράγματα.
Χαμογελούν μες στο χαμόγελό σου,
Καθίσματα, τραπέζια και ντουλάπες.
Το χαμηλό σκαμνί και το ψηλό ταβάνι.
Πίσω από τους τοίχους φτάνουν φωνές,
Πίσω από τις διαμαντένιες πόρτες που σφαλούν.
Σαν μυστικοί φρουροί ή σαν Άγγελοι.
Τα πράγματα είναι σαν από κρύσταλλο,
Αντανακλούν, δεν μπορούν να μιλήσουν,
Ή να μετακινηθούν μέσα στον χώρο.
Δεν έχουν όνομα, δεν έχουν αίμα.
Καρτερούν το αίμα σου, τη φωνή σου,
Να πάρουν αντίλαλο, ν’ αποκριθούν.
III. Το φως, η μνήμη κι ο καθρέφτης
Φέρτε φως, πολύ φως.
Φέρτε του φως να θυμηθεί.
Έναν καθρέφτη να μας γνωρίσει.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 38 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|