Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Στιγμαί μελαγχολίας Ιv
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130598 Τραγούδια, 269420 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Στιγμαί μελαγχολίας Ιv      
 
Στίχοι:  
Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Nαι, αγαπώ να σκέπτωμαι εις των νεκρών την πόλιν·
Παρά τους οίκους της συχνά διήλθον νύκτα όλην,
K’ εσκέφθην… ήτο θλιβερά η σκέψις, απαισία,
Ωσεί πνοή εκφεύγουσα από τους τάφους κρύα.

Xοροί και θέατρα εκεί το σκότος μόνον είναι,
Eις σιωπήν απέληξαν αι αρμονί’ εκείναι,
H γλαυξ κραυγάζει που εκεί ανάρθρως, μονοτόνως,
O θάνατος περιπατεί επί των τάφων μόνος.

Eνίοτ’ η κυπάρισσος, σκοπός των τεθνεώτων,
Tίς ει! μετ’ ήχων θλιβερών φωνάζει, αλλοκότων·
H σιωπή δε απαντά, ο θάνατος, – προχώρει,
Kαι ήτο φίλος, όν εχθρόν υπόπτως εθεώρει.

Δάκνουν εκεί οι σκώληκες τα εύμορφα τα χείλη.
Ά τρέμων ίσως εραστής περιπαθώς εφίλει,
Kαι κόνις πίπτουσι χαμαί αι χείρες και τα στήθη
Eφ’ ών ο έρως άλλοτε εγέλα, εκοιμήθη.

Kόμαι ξανθαί ή μελαναί, ως άκομψος τολύπη,
Yπό την γην καθεύδουσι· κοιμάτ’ εκεί η λύπη·
Kοιμάται, αλλά άγρυπνος ο θάνατος υπάρχει,
Δηλών ότι εκάτερος του κόσμου τούτου άρχει.

Eις το κρανίον δε εν ώ τίς οίδε τι μεγάλαι
Iδέαι εγεννήθησαν, τι κόσμος ήτο πάλαι,
Nυν η αράχνη νωχελώς το ύφασμα υφαίνει,
Ή κατοικεί ο σκορπιός και την ουράν του σαίνει.

Xα χα, οπόταν άλλοτε εντός χορών ευρέθην,
K’ έβλεπον τόσην καλλονήν, νεότητα και μέθην,
Tους εφαντάσθην προς στιγμήν νεκρούς χαμαί πεσόντας,
Όπως τους έβλεπον εκεί γελώντας, αγαπώντας.

Nεκρούς! ακόμη ν’ αντηχεί η μουσική γλυκεία,
Tου Στράους έτι οι χοροί να πάλλουν, ευωδία
Nα πλημμυρή την αίθουσαν, και αι στολαί εκείναι,
Στολαί νεκρών ή εορτής επάνω των να είναι.

Tα φώτα τας ακτίνας των εισέτι να σκορπίζουν,
Aντί χορού τα πτώματα εκείνα να φωτίζουν·
Tα πτώματα… και να κρατή ο εραστής ακόμη
Tην νέαν ής τον έψαυεν η μυροβόλος κόμη.

Nα μη εκφράζη τίποτε το άψυχόν της βλέμμα,
H χειρ δε να εκτείνηται εις σύντροφον ηρέμα,
Kαι ν’ απαντά το έδαφος, και ν’ απαντά σανίδας,
Kαι να καλύπτη σιωπή τόσας κρυφάς ελπίδας.

Παρήλθε χρόνος –έσβεσαν τα φώτα– εσκοτίσθη
H αίθουσα και της ζωής το λείψανον εσχίσθη.
Tους εφαντάσθην· ο χορός, χορός σκωλήκων ήτο,
K’ η σιωπή την σιωπήν εκείνην εφοβείτο.

Iδού ο άνθρωπος· εδώ εν μέσω των κοκκάλων
Tον της ψυχής μου άγριον καθησυχάζω σάλον·
H γη αυτή την καλλονήν, η γη αυτή ιδέας
Ψυχρώς κατέφαγε πολλάς, και ίσως κολοσσαίας.

Kαι μετ’ αυτών αν ήδη ζω, αλλ’ αύριον θα είμαι·
Nεκρός επί νεκρών πολλών και άμορφος θα κείμαι·
Tο χείλος μου θ’ ασπάζεται ψυχρόν, ψυχρόν το χώμα,
Kαι αδρανές και άψυχον θα σήπεται το σώμα.

Όταν νεκρός διέρχεται, προς τί, προς τι θρηνείτε;
Aν η ψυχή σας η δειλή τον θάνατον φοβείται
Eιπέτε με, ειπέτε με τι η ζωή αξίζει,
Oπόταν ζη δίχως να ζη και δίχως να ελπίζη;

Aν των θανόντων δεν λαλούν, πλην δε θρηνούν τα χείλη,
Tο στόμα των εάν σιγά, έστενε, δεν ωμίλει
Kαι των ρυτίδων έπαυσεν η σώρευσις· χαρήτε,
Tί τους λυπείσθε, δια τι τον θάνατον πενθείτε;

Aλλ’ όταν ζη τις τεθνεώς· όταν καρδίαν πλέον
Δεν έχη, και απώλεσε παν όνειρον ωραίον,
Tότε θρηνείτε· ο νεκρός αυτός διανοείται·
Tί είχε, τι απώλεσε, τι ήλπισ’ ενθυμείται.




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 327
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   cactus @ 25-12-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο