Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Ωδή επιθανάτιος
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130585 Τραγούδια, 269415 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Ωδή επιθανάτιος      
 
Στίχοι:  
Γεώργιος Ζαλοκώστας
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Τω φίλω Γεωργίω Παράσχω εις τον θάνατον της αδελφής αυτού Αιμιλίας, τελευτησάσης την 11 Ιανουαρίου 1850.

Ενώ θαλασσομέδοντες
μας κατεπάτουν γαύροι
κ’ ηφάνιζον τας ποίμνας μας
οι πάγοι του Βορρά,
ημέρα πένθους έφεγγε
βαρυαλγής και μαύρη
κ’ σαλευτεί τας φρένας σου
μεγάλη συμφορά.

Κ’ εγώ του πάθους έμελλον
παρήγορος να τρέξω,
εγώ παθών κατάπλεως
και συμφορών βαρύς.
Προθύρου εύρον φύλακας
να περιμένουν έξω,
λαμπάδας κ’ εξαπτέρυγα
και ψάλτας κ’ ιερείς.

Τα βάθρ’ ανέβην κ’ έτρεμον
τα γόνατά μου κρύα,
ανέβην κ’ εύρον φίλων μου
Πληθύν... ω διατί,
ω διατί χαρμόσυνος
δεν ήτο προπομπεία,
αλλά δακρύων πρόξενος
θανάτου τελετή;

Εκάθησο παράφορος
με χέρια σταυρωμένα
κ’ είχες τα χείλη σπαίροντα,
τα λόγια πνιγηρά.
Δεν έρρεον τα δάκρυ’ σου
εντός σου συναγμένα
κ’ εγύριζες βαρύλυπα
τα μάτια τα ξηρά.

Οικτείρων και τα πάθη μου
ενθυμηθείς τα τόσα,
εστάθην και σ’ εκοίταξα
εν άκρα σιωπεί.
Ευχήν εψέλλισ’ έπειτα
η τρέμουσά μου γλώσσα.
Ευχήν αθλίαν κ’ είρωνα
"να ζήσουν οι λοιποί."

Ω, μ’ είπες σύ, το στόμα σου
΄λόγους πεζούς προφέρει;
Λόγοι πεζοί την θέσην μου
εμπαίζουν την πικράν.
Κ’ εχύθης και μ’ εφίλησας
και σφίγγων με το χέρι
εφώναξας ω πήγαινε
να την ιδείς νεκράν.

Υπήγα. Νεκροτάφια
εύρον παντού ταγμένα
κ’ είδα με λύπην άφατον
τα μάτια τα σβεστά,
το σώμα το παράτονον,
τα χέρια τα δεμένα,
την όψιν την ακίνητον,
τα χείλη τα κλειστά.

Αλλ’ όταν εις το μέτωπον
της Αιμιλίας είδα
τα δείγματα του πνεύματος,
τα δείγματα του νου,
είπ’ ασεβής δεν έχομεν
άλλης ζωής ελπίδα,
ιδού πώς μηδενίζονται
τα δώρα τ’ ουρανού.

Μ’ εφάνη πως ανάδευσεν
η θανατώδης ύλη
και στηθικοί τα σάβανα
εσάλευσαν παλμοί
κ’ εθάρρησα πως άνοιξαν
τ’ αποθαμένα χείλη
και μ’ είπαν’ αι ταλαίπωραι
νους σου βλασφημεί.

Αυτό δεν ήτο γέννημα
του νου του ταραγμένου
παρομοιάζον όραμα
ακμαίου πυρετού.
Ήτο ψυχών συνέντευξις
οι λόγοι της Παρθένου
ακλόνητον μ’ ενέπνευσαν
την δόξαν την προτού.

Και ενεθυμήθην τ’ όνειρον
εκείνο του Ναυπλίου
όταν ηγέρθη έντρομος
εν μέσω της νυκτός
εσήμανε τας δώδεκα
ο κώδων του φρουρίου
και δύο κτύπους ήκουσα
του δώματος εκτός.

Με μάστιγος κτυπήματα
ομοίαζον οι κτύποι
και λαλιά φιλτάτου μου
ηκούσθη να θρηνεί
ηκούσθη δις "Γεώργιε,
Γεώργιε" να μ’ είπει
κ’ εμίχθη με του κώδωνος
τον ήχον η φωνή.

Μετέβην εις του φίλου μου
κατάφοβος, ασθμαίνων
και πλήρη πένθους εύρηκα
σκηνήν ολοφυρμών,
ο κώδων μόλις έπαυσε
τας δώδεκα σημαίνων,
εξέφερε τον ύστερον
ο φίλος στεναγμόν.

Εις της νεκράς το φέρετρον
εστάθην εν εκστάσει,
αυτά τα δύο θαύματα
ετάζων με τον νουν.
Κ’ ο θάνατος, εβόησα,
ας έλθει να μ’ αρπάσει.
Μόνοι. Φθαρτόν το πνεύμα των
οι νήπιοι φρονούν.

Μη κλαίεις, φίλε. Στόλισον
της αδελφής το χώμα
μ’ αάθη Μουσών τα δάκρυα
μ’ εκείν’ ας αλλαχθούν.
Εκείνη σε χαρίεσσα
εις τ’ ουρανού το δώμα,
εμέ τα φίλα τέκνα μου
γελώντα θα δεχθούν.




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 611
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   KONSTANTINOS @ 13-02-2018


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο