Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
stixoi.info: Η ευλογία των δράκων μέρος 1/2
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130257 Τραγούδια, 269338 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Η ευλογία των δράκων μέρος 1/2
 
Η κοσμοσυροή στις πύλες της πόλης ξεπερνούσε κάθε προσδοκία. Φρουροί με γυαλιστερές πανοπλίες που πάνω τους ξεχώριζε ο χρυσός δράκος της Aρκάμπλ, προετοιμασμένοι από καιρό για να υποδεχτούν την λαοθάλασσα που κατέφτανε στα τέλη της άνοιξης, κινούνταν πυρετοδώς προσπαθώντας να βάλουν σε τάξη αναρίθμητες εμπορικές άμαξες με ανυπόμονους ιδιοκτήτες, καραβάνια με καταπονημένους ταξιδιώτες και δεκάδες ερευνητικές και διπλωματικές αποστολές που συνέρεαν από κάθε μεριά του κόσμου για γίνουν μάρτυρες, να μελετήσουν και φυσικά να επωφεληθούν από την "ευλογία των δράκων".

Η Αρκάμπλ ήταν χτισμένη στους πρόποδες του ψηλότερου βουνού που είχε γνωρίσει ποτέ ο άνθρωπος. Του επιβλητικού και πάντα χιονισμένου Μενρέπ, στις μυστηριώδεις κι ανεξερεύνητες σπηλιές του οποίου κατοικούσαν οι κραταιοί δράκοντες. Κάθε εκατό χρόνια και με τα πρώτα σημάδια του καλοκαιριού αυτά τα θαυμαστά πλάσματα ταξίδευαν για τα νησιά της ανατολής, οπου και οι ίδιοι είχαν γεννηθεί, για να αφήσουν στα αυγά τους την επόμενη γενιά των αρχόντων του Ουρανού.

Στην αυγή κάθε αιώνα λοιπόν οι δράκοι νιώθουν ένα κάλεσμα τόσο δυνατό ωστε να εγκαταλείψουν τις σπηλιές τους και τον αχανή θυσαυρό για να φύγουν για τις φωλιές τους στην ανατολή. Αυτή η μεγάλη αποδημία δεν περασε ούτε απαρατήρητη, ούτε ανεκμετάλευτη φυσικά από τους ανθρώπους που έχτισαν την Αρκάμπλ, την πόλη του χρυσού δράκοντα, ακριβώς κάτω απ' το πέρασμα των γιγάντιων ερπετών. Γιατί ενώ όσοι τόλμησαν ποτέ να σκαρφαλώσουν στο Μενρέπ, τρελαμένοι από την υπόσχεση για αμύθητα πλούτη που στέκουν αφύλαχτα στις σπηλιές των δράκων δεν γύρισαν ποτέ, όσοι βρίσκονται μέσα στην ασφάλεια της πόλης δέχονται σαν ουράνιο δώρο την "ευλογία των δράκων".

Με τα πρώτα χτυπήματα των φτερών τους τα περήφανα ερπετά απογειώνονται και κομμάτια του θυσαυρού που έχουν κολλήσει στις μαλακές φολίδες της κοιλιάς τους από τα χρόνια ανάπαυσης στα χρυσά τους ανάκλυντρα, ξεκολλούν και προσγειόνονται στην πόλη. Έτσι το κάστρο, οι δρόμοι και οι αγροί της Άργκαμπλ δέχονται με χαρά την δίχως προηγούμενο βροχή από ανεκτίμητα κοσμήματα, παντοδύναμα όπλα, μαγικά αντικείμενα και φυσικά καθαρό χρυσό που οι δράκοι υπνωτισμένοι από το κάλεσμά για την αποδημία αποχωρίζονται.

Όταν και ο τελευταίος δράκος πετάει πια για την ανατολή, στην πόλη στήνεται το μεγαλύτερο πανηγύρι του δυτικού βασιλείου και ίσως και του κόσμου αφού οι άνθρωποι μεθυσμένοι από χαρά για τα νέα τους πλούτη ξεκινούν το τραγούδι και τον χορό, και το κρασί του βασιλιά ρέει αύθονο. Βέβαια ούτε σε δρόμους γεμάτους χρυσάφι δεν λείπει η απληστία και που και που ξεσπά κάποιος καυγάς, τίποτα όμως που η φρουρά δεν μπορεί να κατευνάσει και σύντομα και οι στρατιώτες οι ίδιοι μπαίνουν στο χορό.

"Έρικ! Έρικ!! Τι κάνεις τόση ώρα! Δεν ακούς τις φλογέρες, τα ταμπούρλα τις φωνές; Άρχισε η γιορτή. Γέμισε τις τσέπες σου και πάμε. Θυμάσαι τα μεγάλα βαρέλια που κουβαλούσαν τις προάλες; Λοιπόν σήμερα θα τ' ανήξουν... Πάμε τι κάθεσαι!
Μα καλά άνθρωπέ μου τόση ώρα το κοιτάς αυτό το μπιχλιμπίδι, τίποτε άλλο δεν σ αρέσει από τόσα και τόσα γύρω σου; Τέλος πάντων, πάρτο και πάμε, αν αργήσουμε κι άλλο δεν θα μείνει ούτε σταλιά να βρέξουμε τα χείλη μας. Πάμε!"

"Έρικ βλέπεις αυτό που βλέπω; Τόσος κόσμος, τόση μουσική, δεν θα τα ξαναδούμε στην ζωή μας Έρικ. Εγώ σ' αφήνω εδώ παλιόφιλε, σκοπεύω να χορέψω και να τραγουδήσω και να πιώ όσο αντέχει το στομάχι μου. Θα τα πούμε άυριο. Η μεθαύριο, όποτε ξυπνήσω"

"Σε λένε Έρικ; Εγώ είμαι η Γκουέν. Θέλεις να χορέψουμε;
Χε χε, είσαι λίγο αδέξιος, έλα να σου δείξω, βάλε το ένα σου πόδι εδώ και το άλλο εκεί. Ωραία, τώρα πέρασε το χέρι σου στην μέση μου. Ξεκινάμε τώρα, έτσι μπράβο, μαθαίνεις γρήγορα.
Είσαι πολύ χαριτωμένος, και όταν στο λέω δεν μιλάει το κρασί. Ελπίζω να τα ξαναπούμε. Μένω στην πάνω πόλη, έλα να με βρεις."

"Τι είναι αυτό; Ένα περιδέραιο. Δεν ξέρω τι είναι Έρικ; Γιατί το διάλεξες;
Βλέπω η αλυσίδα είναι χρυσή και ρουμπίνια ίδια και απαράλακτα, σαν να τα έκοψε το μαγικό αλάνθαστο χέρι ξωτικού, στολίζουν την εξωτερική μεριά. Σμαράγδια πράσινα που λαμπιρίζουν σαν τα μάτια της γάτας στο σκοτάδι, ασύληπτα ίδια και αυτά σχηματίζουν μια κυκλική βάση. Κι εκεί στέκεται μεγαλοπρεπές το μεγαλύτερο διαμάντι που έχω δει ποτέ.
Έρικ αυτό το κόσμημα δεν έχει άλλο στον κόσμο όμοιό του. Στοιχίζει σίγουρα πιο πολύ κι απ' αυτό το μαγαζί μου, κι απ 'ολα τα χρυσοχοϊα της Αρκάμπλ μαζί.

Δεν ξέρω από που έρχεται σε ποιόν ανήκε και τι σκοπό μπορεί να εξυπηρετεί. Ο δρακοντας που το χασε σίγουρα θα του λείψει και μόνος αυτός ίσως μπορεί να πει.

Φεύγεις! Για την επάνω πόλη λες. Όπως νομίζεις."


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 1
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Παραμύθια,Φαντασίας
      Ομάδα
      Πεζά
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

fortune favors the fortunate
 
rosestar
24-06-2009 @ 03:59
Ανέβηκα στον μυθικό μου Πήγασο και ταξίδεψα στο ωραίο παραμύθι που έγραψες.
Είχα γράψει παλαιότερα ένα παραμύθι με κάποιον Έρικ που φαντάστηκα.
http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Poems&act=details&poem_id=85244


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο