Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
stixoi.info: Ο Κυριαρχος
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130737 Τραγούδια, 269450 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Ο Κυριαρχος
 
Στις ακροπλαγιές χαμένων ονείρων είδε τη σκέψη του να χάνεται μαζί τους. Περπάτησε μέχρι την κορυφή. Ήθελε απεγνωσμένα να δει τη θέα. Αναπολούσε τις στιγμές, αυτές τις τόσο δα στιγμές, ευτυχίας που είχε οταν έπεφταν στα πόδια του οι χείμαιρες κι αυτός τις αγκάλιαζε με αγάπη, με πόθο. Χρειάστηκαν ώρες για να φτάσει. Βουνά και χιόνια τυλίγονταν σαν πέπλο γύρω από τις σκιές του, μέσα σε μιαν άβυσσο που δεν είχε αναγνωρίσει μέχρι τότε. Το χάος ανέσταινε την τάξη των πραγμάτων. Χαμογέλασε. Ήξερε πλέον πως άνηκε εκεί. Κι ας χρειάστηκε χρόνια γι'αυτό το ταξίδι, το τόσο σχεδιασμένο και απρόσμενο. Το ταξίδι σε μιαν άλλη ζωή. Το ποτάμι στην άκρη των ματιών του έρεε με μια ατελείωτη συνέχεια, σαν τα όπλα που ξέρεις πως έχουν κι άλλη σφαίρα. Πάτα τη σκανδάλη, πάτα την επιτέλους!
Σ'αυτήν την χιονισμένη πλαγιά βρήκε μετά από αιώνες καθυστέρησης τα χρόνια που έχασε.
Η πλαγιά των χαμένων λέξεων.. Ξέχασε ποιός ήταν, γιατί πήγε ως εκεί, τί έψαχνε, ποιό ήταν το όνομά του. Μια ζωή γεμάτη αγωνίες και κούραση απλώθηκε πανί μπροστά του και μέσα σε δευτερόλεπτα ο αέρας όρμηξε και το εξαφάνισε. Μια ταινία μονοκόμματη, χωρίς διαλόγους και πάθη. Ένα σενάριο αποτυχημένο. Κακοί ηθοποιοί, κακές ερμηνείες, κακός σκηνοθέτης.
Διαλύθηκαν οι στάχτες καθώς ακούμπησε στο βράχο τον ξερό, τον αιχμηρό. Εκεί άπλωσε το κορμί του και έκλεισε τα μάτια του. Σκοτάδι. Ανάσανε βαθιά, σα να ήθελε να καταπιεί όλο το σύννεφο. Φύσηξε. Να διώξει τις αναστολές. Μπροστά του απλωνόταν το άσπρο τοπίο. Μια αγνότητα στην κόλαση. Δέντρα που κουνιούνται ρυθμικά, χωρίς φύλλα, βουναλάκια, δρόμοι από πάγο. Άσπρο, άσπρο, άσπρο. Και το ποτάμι άσπρο κι αυτό. Κι έτσι ανάμεσα σε δύο κόσμους, στάθηκε στο πλευρό της γαλήνης και ψυθύρισε: '' κλείσε με μέσα σου ουρανέ. Όσοι πεθαίνουν θυμούνται. Ρίξε με στο πέλαγος της απεραντοσύνης. Θέλω να δω κατάματα την αλήθεια''.
Ο ήλιος έκαιγε το όμορφο προσωπό του και τα μάτια του λαμπύριζαν σαν διαμάντια στη μαύρη θάλασσα. Έβγαλε το μπουφάν, έβγαλε τα παπουτσια. Έτσι, ξυπόλητος, αλύτρωτος άρχισε να κυλιέται στο χιόνι. Έφτανε μέχρι τον γκρεμό και ξαναγύριζε. Πού θα φτάσω? Μήπως αν πέσω ανέβω πιο ψηλά από ποτε? Αναρωτιόταν. Καμμία έλλειψη δεν ήταν δυνατή αρκετά για να τον συγκινήσει. Εκείνη η ώρα, η πιο μεγάλη, ήταν η σωτηρία. Μαγικά ο χρόνος ταξίδευε μαζί του φέρνοντάς του δώρα από άλλους κόσμους. Κι ήταν μόνος. Μια μοναξιά που κρατούσε χρόνια. Κι όμως τώρα, εκεί στην κορυφή του πάγου, αυτή ήταν η αγάπη του. Κοίταξε μακριά την πλαγιά κι είδε τον εαυτό του μικρό να γελάει παίζοντας με το χιόνι. Πόσα όνειρα που δεν τόλμησε ποτέ! Πόσες συγκινήσεις που δεν γεύτηκε! Σκληροί αντιπερασπισμοί οι καθημερινότητά του. Αγαπημένοι σύνδεσμοι τα βράδια. Μια μουσική έμοιαζε να τον καλεί κοντά της από μικρό. Ένα τραγούδι που δεν χόρεψε, τα σ'αγαπώ που δεν είπε κι όσα κράτησε φυλαγμένα σε σεντούκια που έπιασαν σκόνη. Ανακάλυψε την ανάγκη για το τίποτα. Κι ήταν η πρώτη φορά που χαμογέλασε μετά από τόσα χρόνια. Βιάστηκε να πετύχει, να παντρευτεί. Βιάστηκε να αποκτήσει φήμη, να γίνει κάποιος που όλοι γύρω του θάυμαζαν. Βιάστηκε να απολαύσει την κάθε σταγόνα από το ποτήρι και το ήπιε μονορούφι. Τα βράδια έψαχνε αγκαλιά για να πλαγιάσει. Τα βράδια τα ατελείωτα. Χωρίς ταυτότητα και ανάγκες αναζητούσε πάντα κάτι που θα τον έφτανε ψηλά. Κι όμως πόσο δελεαστική η σκέψη να πηδήξει τώρα στο κενό! Οι φόβοι του τα βράδια γίνονταν σκιές και λιμοκτονούσαν για λίγη σημασία. Άδεια μπουκάλια, πακέτα άδεια, μια ζωή που άδειαζε μέρα με τη μέρα. Λιγόστευαν οι ώρες της, λιγόστευαν τα σημάδια που άφηνε πάνω του. Κι έτσι άρχισε το παρόν να μοιάζει ίδιο με το χτες. Άρχισε να ξεχνάει τις μέρες, μετά σταμάτησε να ενδιαφέρεται γιάυτές, φορούσε τα ίδια ρούχα, έτρωγε το ίδιο φαί, ακολουθούσε την ίδια διαδρομή για να πάει μπροστά. Την ίδια για να γυρίσει πίσω. Και δεν είχε ανάγκη για αλλαγές. Κόβονταν οι λέξεις στη γραμμή, περνούσε το τρένο από πάνω τους. Μια κραυγή. Ύστερα τίποτα.
Έκανε ένα μεγάλο ταξίδι. Έτσι απλά, άλλαξε την Τετάρτη του και έφυγε. Περπατούσαν χιλιόμετρα τα πόδια του χωρίς να φτάνουν πουθενά. Άσπρες καταδίκες τα χρόνια πάνω στα χιόνια. Απλώνονταν σε κάθε πατημασιά, να δηλώσουν περάσματα που άφησαν εποχές να τα αναζητούν μέχρι και σήμερα. Κόλλησαν οι δείχτες, κόλλησε η μοίρα και δεν είχε κάτι άλλο να εμφανίσει. Ήταν σα να άνοιξε τη γυάλινη πόρτα, πίσω από την οποία πάντα παρατηρούσε τη ζωή του να ζει. Τώρα την άγγιξε, περπάτησε επάνω της και αναστήθηκαν τα βιώματα από άλλες ζωές, από όνειρα που παλιά του άνηκαν. Άρχισε να πιστεύει κάπου. Στη διαδρομή. Και την ακολουθούσε πιστά και πεινασμένα. Μόνο αυτη, μόνο αυτή θα ξέβραζε τις ακολουθίες χαρίζοντας το όραμα.
Και να τώρα από ψηλά κοιτάει τις γυάλινες πόρτες των άλλων, ρίχνοντας πέτρες για να τις σπάσει, γελώντας. Πλέον δεν μπορεί να τον ξεγελάσει τίποτα. Είναι ο κυρίαρχος του κόσμου. Αυτού, του προηγούμενου, του επόμενου. Ο κυρίαρχος του Σύμπαντος πάνω σε ένα βουνό από χιόνι και ήλιο.



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 2
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Ελεύθερος στίχος - Ποίηση
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
stixoplektis
07-01-2011 @ 20:11
ΠΑΝΕΜΟΡΦΟΣ Ο ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΣΟΥ !!!

ΜΠΡΑΒΟ ΒΑΛΕΡΙΑ !!!
monajia
08-01-2011 @ 00:57
ΜΠΡΑΒΟ ΣΟΥ.........................
::xmas.:: ::xmas.:: ::xmas.::

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο