Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
stixoi.info: Γενική Κοσμολογική Θεωρία (περίληψη)
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130617 Τραγούδια, 269435 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Γενική Κοσμολογική Θεωρία (περίληψη)
 
Το μεγαλύτερο πρόβλημα του καθιερωμένου κοσμολογικού μοντέλου (SCM) είναι πιθανότατα οι σημειακές ιδιομορφίες άπειρης πυκνότητας.(1) Το άπειρο, όμως, είναι υπερβατικό, μη μετρήσιμο και σηματοδοτεί περισσότερο αδυναμία κατανόησης, παρά πραγματική απάντηση.(2) Το άπειρο, για τους φυσικούς, αποτελεί ένδειξη ότι μια θεωρία είναι ανεφάρμοστη.(2)
Εφόσον δεχόμαστε την ύπαρξη (της μαθηματικής έννοιας) των σημειακών ιδιομορφιών, θα περιμέναμε σε συνθήκες υψηλών ενεργειών και θερμοκρασιών (πχ στα κέντρα των γαλαξιών ή αμέσως μετά τη «μεγάλη έκρηξη») να δημιουργούνται συσσωματώματα σωματιδίων ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί η «άπειρη» πυκνότητα. Αντιθέτως, όμως, τα τελευταία πειράματα της σωματιδιακής φυσικής δείχνουν ότι σε μικρές αποστάσεις (της τάξεως 10-15 m) η ισχυρή δύναμη είναι αποδυναμωμένη και τα κουάρκ είναι σχετικά ελεύθερα να κινηθούν (ασυμπτωτική ελευθερία).(2),(3) Αυτή η εξασθένηση της ισχυρής δύναμης συμβαίνει και σε συνθήκες υψηλών ενεργειών (E>200 MeV) και θερμοκρασίας (T>〖10〗^15 K), οπότε τα κουάρκ και τα γλοιόνια αλληλεπιδρούν ασθενώς μεταξύ τους.(4),(5) Αυτή η κατάσταση της ύλης ονομάζεται «πλάσμα κουάρκ-γλοιονίων» (QGP) και υπήρξε για λίγα μόνο μικροδευτερόλεπτα μετά τη γέννηση του σύμπαντος, όταν τα κουάρκ αποτελούσαν τους πρωταρχικούς σπόρους των μορφών ύλης που γνωρίζουμε σήμερα.(4),(6)
Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι τα απαραίτητα (για να δικαιολογήσουν την «άπειρη» πυκνότητα) συσσωματώματα, μπορούν να δημιουργηθούν σε ακόμα μικρότερες αποστάσεις ή/και σε συνθήκες ακόμα υψηλότερων ενεργειών και θερμοκρασιών. Η τεχνολογική μας πρόοδος, όμως, δε μας επιτρέπει (ακόμα) ν’ «αναπαράγουμε» αυτές τις συνθήκες. Επιπλέον, τα κουάρκ θεωρούνται στοιχειώδη «σημειακά» σωματίδια (διαστάσεως 10-19 m) και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι είναι δομημένα από ακόμα μικρότερα σωματίδια.(3)
Με τα μέχρι στιγμής επιστημονικά δεδομένα, λοιπόν, μπορούμε να υποθέσουμε ότι στα κέντρα των γαλαξιών σχηματίζεται QGP που ρέει προς την αρνητική διεύθυνση του χρόνου (αντιύλη) και καταλήγει στη «σημειακή ιδιομορφία» της «μεγάλης έκρηξης» (ή στην «καρδιά» του σύμπαντος). Αυτή η υπόθεση μας επιτρέπει να εξηγήσουμε (εκτός από την «απειρία» των «ιδιομορφιών») και άλλο ένα συμπαντικό «μυστήριο»: την επικράτηση της ύλης και την ανυπαρξία αντιύλης στο σύμπαν. Γνωρίζουμε ότι αμέσως μετά τη γέννηση του σύμπαντος υπήρχε συμμετρία μεταξύ ύλης και αντιύλης.(5) Αυτό, όμως, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη δομή του γνωστού μας σύμπαντος, το οποίο αποτελείται αποκλειστικά από ύλη.(6) Επομένως, είτε θα πρέπει να εξηγήσουμε γιατί το σύμπαν είναι ασύμμετρο, είτε να καταλάβουμε γιατί έχουν δημιουργηθεί ξεχωριστές περιοχές ύλης και αντιύλης.(6)
Αν υποθέσουμε ότι η αντιύλη ρέει (σε μορφή QGP) από τα κέντρα των γαλαξιών προς την αρνητική διεύθυνση του χρόνου, φτάνοντας στο σημείο της «μεγάλης έκρηξης» μετατρέπεται στη γνωστή μας ύλη, καθώς αρχίζει –αναγκαστικά, λόγω έλλειψης χώρου– να κινείται και πάλι προς το θετικό βέλος του χρόνου. Στα όρια της «πύρινης σφαίρας» γύρω από το σημείο της «μεγάλης έκρηξης» έχουμε σύγκρουση ύλης-αντιύλης, από την οποία επικρατεί η ύλη η οποία επαναδιανέμεται στο ορατό μας σύμπαν.
Αν ευσταθεί η παραπάνω υπόθεση, μόνο έμμεσα θα μπορούσαμε ν’ αντιληφθούμε τη ροή της αντιύλης. Όταν σωματίδια ύλης και αντιύλης έρχονται σ’ επαφή, αλληλοεξουδετερώνονται και η ενέργειά τους απελευθερώνεται ως ακτίνες γάμμα.(5) Επαφή ύλης-αντιύλης αναμένεται, μεταξύ άλλων, στα όρια των «μαύρων τρυπών» που βρίσκονται στα κέντρα των γαλαξιών· κι αυτές, ακριβώς, είναι οι κύριες πηγές ακτίνων γάμμα στο σύμπαν.(7)
Ένας εύληπτος τρόπος να κατανοήσουμε αυτό το μοντέλο, είναι να το παρομοιάσουμε με τη ροή του αίματος μέσα σε έναν οργανισμό. Το ορατό μας σύμπαν (συμπεριλαμβανομένης κάθε μορφής ακτινοβολίας που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας ή λαμβάνουν τα όργανα που κατασκευάζουμε) αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος των συμπαντικών «αρτηριών». Η ύλη κυριαρχεί στις «αρτηρίες», η αντιύλη, όμως, κυριαρχεί στις (αόρατες για τις αισθήσεις και τα τεχνολογικά μας όργανα) «φλέβες» κι έτσι ολοκληρώνεται ο «κύκλος της ενέργειας» (σε αντιστοιχία με τον κύκλο του νερού που ολοκληρώνεται με τους «αόρατους» υδρατμούς) και διατηρείται η συνολική συμμετρία στο σύμπαν.

Βιβλιογραφία
1. Giovannini, Massimo. A Primer on the Physics of CMB. 2008.
2. Close, Frank. The Infinity Puzzle. 2011.
3. —. The New Cosmic Onion. 2007.
4. Yagi, Hatsuda, Miake. Quark-Gluon Plasma - From Big Bang to Little Bang. 2005.
5. Close, Frank. Antimatter. 2009.
6. —. Lucifer’s Legacy – The meaning of asymmetry. 2000.
7. Suplee, Curt. The plasma universe . 2009.



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 1
      Στα αγαπημένα: 2
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Επιστήμη
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
Γιώργος Νίκου
27-06-2014 @ 12:28
Γενική Κοσμολογική Θεωρία
(περίληψη)

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του καθιερωμένου κοσμολογικού μοντέλου (SCM) είναι πιθανότατα οι σημειακές ιδιομορφίες άπειρης πυκνότητας.(1) Το άπειρο, όμως, είναι υπερβατικό, μη μετρήσιμο και σηματοδοτεί περισσότερο αδυναμία κατανόησης, παρά πραγματική απάντηση.(2) Το άπειρο, για τους φυσικούς, αποτελεί ένδειξη ότι μια θεωρία είναι ανεφάρμοστη.(2)
Εφόσον δεχόμαστε την ύπαρξη (της μαθηματικής έννοιας) των σημειακών ιδιομορφιών, θα περιμέναμε σε συνθήκες υψηλών ενεργειών και θερμοκρασιών (πχ στα κέντρα των γαλαξιών ή αμέσως μετά τη «μεγάλη έκρηξη») να δημιουργούνται συσσωματώματα σωματιδίων ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί η «άπειρη» πυκνότητα. Αντιθέτως, όμως, τα τελευταία πειράματα της σωματιδιακής φυσικής δείχνουν ότι σε μικρές αποστάσεις (της τάξεως 10-15 m) η ισχυρή δύναμη είναι αποδυναμωμένη και τα κουάρκ είναι σχετικά ελεύθερα να κινηθούν (ασυμπτωτική ελευθερία).(2),(3) Αυτή η εξασθένηση της ισχυρής δύναμης συμβαίνει και σε συνθήκες υψηλών ενεργειών (E>200 MeV) και θερμοκρασίας (T>〖10〗^15 K), οπότε τα κουάρκ και τα γλοιόνια αλληλεπιδρούν ασθενώς μεταξύ τους.(4),(5) Αυτή η κατάσταση της ύλης ονομάζεται «πλάσμα κουάρκ-γλοιονίων» (QGP) και υπήρξε για λίγα μόνο μικροδευτερόλεπτα μετά τη γέννηση του σύμπαντος, όταν τα κουάρκ αποτελούσαν τους πρωταρχικούς σπόρους των μορφών ύλης που γνωρίζουμε σήμερα.(4),(6)
Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι τα απαραίτητα (για να δικαιολογήσουν την «άπειρη» πυκνότητα) συσσωματώματα, μπορούν να δημιουργηθούν σε ακόμα μικρότερες αποστάσεις ή/και σε συνθήκες ακόμα υψηλότερων ενεργειών και θερμοκρασιών. Η τεχνολογική μας πρόοδος, όμως, δε μας επιτρέπει (ακόμα) ν’ «αναπαράγουμε» αυτές τις συνθήκες. Επιπλέον, τα κουάρκ θεωρούνται στοιχειώδη «σημειακά» σωματίδια (διαστάσεως 10-19 m) και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι είναι δομημένα από ακόμα μικρότερα σωματίδια.(3)
Με τα μέχρι στιγμής επιστημονικά δεδομένα, λοιπόν, μπορούμε να υποθέσουμε ότι στα κέντρα των γαλαξιών σχηματίζεται QGP που ρέει προς την αρνητική διεύθυνση του χρόνου (αντιύλη) και καταλήγει στη «σημειακή ιδιομορφία» της «μεγάλης έκρηξης» (ή στην «καρδιά» του σύμπαντος). Αυτή η υπόθεση μας επιτρέπει να εξηγήσουμε (εκτός από την «απειρία» των «ιδιομορφιών») και άλλο ένα συμπαντικό «μυστήριο»: την επικράτηση της ύλης και την ανυπαρξία αντιύλης στο σύμπαν. Γνωρίζουμε ότι αμέσως μετά τη γέννηση του σύμπαντος υπήρχε συμμετρία μεταξύ ύλης και αντιύλης.(5) Αυτό, όμως, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη δομή του γνωστού μας σύμπαντος, το οποίο αποτελείται αποκλειστικά από ύλη.(6) Επομένως, είτε θα πρέπει να εξηγήσουμε γιατί το σύμπαν είναι ασύμμετρο, είτε να καταλάβουμε γιατί έχουν δημιουργηθεί ξεχωριστές περιοχές ύλης και αντιύλης.(6)
Αν υποθέσουμε ότι η αντιύλη ρέει (σε μορφή QGP) από τα κέντρα των γαλαξιών προς την αρνητική διεύθυνση του χρόνου, φτάνοντας στο σημείο της «μεγάλης έκρηξης» μετατρέπεται στη γνωστή μας ύλη, καθώς αρχίζει –αναγκαστικά, λόγω έλλειψης χώρου– να κινείται και πάλι προς το θετικό βέλος του χρόνου. Στα όρια της «πύρινης σφαίρας» γύρω από το σημείο της «μεγάλης έκρηξης» έχουμε σύγκρουση ύλης-αντιύλης, από την οποία επικρατεί η ύλη η οποία επαναδιανέμεται στο ορατό μας σύμπαν.
Αν ευσταθεί η παραπάνω υπόθεση, μόνο έμμεσα θα μπορούσαμε ν’ αντιληφθούμε τη ροή της αντιύλης. Όταν σωματίδια ύλης και αντιύλης έρχονται σ’ επαφή, αλληλοεξουδετερώνονται και η ενέργειά τους απελευθερώνεται ως ακτίνες γάμμα.(5) Επαφή ύλης-αντιύλης αναμένεται, μεταξύ άλλων, στα όρια των «μαύρων τρυπών» που βρίσκονται στα κέντρα των γαλαξιών· κι αυτές, ακριβώς, είναι οι κύριες πηγές ακτίνων γάμμα στο σύμπαν.(7)
Ένας εύληπτος τρόπος να κατανοήσουμε αυτό το μοντέλο, είναι να το παρομοιάσουμε με τη ροή του αίματος μέσα σε έναν οργανισμό. Το ορατό μας σύμπαν (συμπεριλαμβανομένης κάθε μορφής ακτινοβολίας που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας ή λαμβάνουν τα όργανα που κατασκευάζουμε) αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος των συμπαντικών «αρτηριών». Η ύλη κυριαρχεί στις «αρτηρίες», η αντιύλη, όμως, κυριαρχεί στις (αόρατες για τις αισθήσεις και τα τεχνολογικά μας όργανα) «φλέβες» κι έτσι ολοκληρώνεται ο «κύκλος της ενέργειας» (σε αντιστοιχία με τον κύκλο του νερού που ολοκληρώνεται με τους «αόρατους» υδρατμούς) και διατηρείται η συνολική συμμετρία στο σύμπαν.
Βιβλιογραφία
1. Giovannini, Massimo. A Primer on the Physics of CMB. 2008.
2. Close, Frank. The Infinity Puzzle. 2011.
3. —. The New Cosmic Onion. 2007.
4. Yagi, Hatsuda, Miake. Quark-Gluon Plasma - From Big Bang to Little Bang. 2005.
5. Close, Frank. Antimatter. 2009.
6. —. Lucifer’s Legacy – The meaning of asymmetry. 2000.
7. Suplee, Curt. The plasma universe . 2009.

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο