Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
stixoi.info: ενενήντα τρείς σειρές
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130617 Τραγούδια, 269434 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 ενενήντα τρείς σειρές
 
Ενενήντα τρείς σειρές

Είναι αδερφέ μου να σε θέλει και λίγο…να έχεις και λίγη τύχη ρε μπράτ, να ούμ.
Πιάνει ο μάγκας ο Θεός –μεγάλη η Χάρη του, να μας βοηθάει - και δίνει μπερεκέτι φούλ ‘χαρτί τυπωμένο‘, σε κάτι ‘’παπίλες’’ σε κάτι ‘’τζάν τζούν΄΄ ανθρωπάκια , που τους βλέπεις και λές από μέσα σου, γιατί δεν τον έκανες κάμπια, να ναι και χρήσιμο και τον έκανες άνθρωπο, Θεέ μου… και μετά, αναρωτιέσαι φωναχτά:
-καλά τώρα αυτός είναι πλούσιος ? κάνεις και τον σταυρό σου , δείγμα μεγάλης απορίας.
-αυτός ? αυτός έχει τόσους παράδες καρντάσι που μπορεί , αν σε χαστουκίσει με το γλιγλιάριο το τραπεζικό, να σου σπάσει το σαγόνι ρε και μη φωνάζεις ,δε θέλω να με δεί , γιατί του χρωστάω..
- αυτός, που κάθεται κάτω απ το δέντρο, ο μπαγιάτικος , ο πενηνταφεύγα , με την εφημερίδα στο κεφάλι και την καμπαρντίνα τυλιγμένη σα μπόγος ? Και γιατί παρακαλώ , δεν μπαίνει απέναντι στο καφενείο να μη βρέχεται?
- Ε πως να μπεί . Αν μπεί, πρέπει να παραγγείλει και κάτι. Αυτός φίλε μου , στην τσιγκουνιά , έχει πάρει Οσκαρ. Δε του παίρνεις ευρώ ούτε με γερανό .
-Καλά έχει γίνει μούσκεμα και δεν μπαίνει μέσα γιατί δεν θέλει να παραγγείλει ένα καφέ ή ένα κάτι τέλος πάντων ? Μη ξοδέψει ολόκληρο ενάμισι ευρώ ?
-νννναιιί , γιές , ουί , ντά λέμε, πως αλλιώς να στο πούμε ρε μυστήριε ?
- κοίτα να δείς ρε , όταν θέλει να κάνει πλάκα ο Θεός , ο Στάθης , το Σταθάκι , δεκαεννιά χρονώ παλληκαράκι ,να είναι ‘’τζιάμ καθαρός ‘’ και να μην έχει που να κουρνιάσει γιατί δεν υπάρχει ούτε σέντσι κύριε κι ό άλλος να έχει ενενήντα τρείς σειρές καταθέσεις στο βιβλιάριο και να κάθεται με τέτοιο καιρό ,κάτω από το δέντρο μη βραχεί – και είναι και μούσκεμα,μπορείς να μείνεις στεγνός κάτω από δέντρο?
Κι εσύ ρε Θεούλη έπιασες σήμερα και μας μούλιασες μ αυτόν τον κατουρλόκαιρο από το πρωί τσούρ, τσούρ, τσούρ, κάτι σταγόνες χοντρές σα ντολμαδάκια – να χαμε και κανένα , να κεντράριζε η κοιλιά μας λίγο.
- τώρα εδώ που τα λέμε Σταθάκι , τα θές και τα παθαίνεις κι εσύ αγόρι μου. Σε έστελνε η μάνα σου η κυρά Θοδώρα, σχολείο όταν ήσουν πιο μικρός, που εσύ όμως .
Δεν υπήρχε μπιλιαρδάδικο να μην είσαι χωμένος μέσα. – σφαιριστήρια παρακαλώ τα έλεγε ο Νόμος – δεν υπήρχε κωλομπαροκαφε-τεκε-μάγαζο να μη σε ξέρουν και τα σκαμπώ – χαμαιτυπεία στα νομικά – δεν υπήρχε πέτρα παράνομη και πονηρή που να μην είσαι από κάτω. Δεν ησύχασες και καμιά φορά, ρε κροκόδειλε.
Θυμάσαι μια φορά που ήσουν μικρός, πήγες κι έκλεψες ένα ολόκληρο ψυγείο με παγωτά από το περίπτερο ? Ασε που σου έλιωσαν και δεν πρόλαβες να τα πουλήσεις , αλλά πήγε και σού πεσε ο διαφημιστικός ο αναπτήρας από το βουλκανιζατέρ του πατέρα σου, ρε στούρνε.
Ήρθανε κάτι αυστηροί με μπουφάν και μπλουτζήν με σκαρπίνι μαύρο ο ένας , ο άλλος δεν θυμάμαι τι φορούσε, έξω απ το στο σπίτι, ντριιιίν, ντριιιιίν, ντριιιιίν ,ανυπόμονα και απανωτά ο κώδων.
-Παρακαλώ ? Σαστισμένα .Η κυρά Θοδώρα , μάνα, εξήντα τόσο ηλικία… μαλλιά ασπρόμαυρα ανακατεμένα, δουλεμένος κινητήρας , παλιό σασί , χάλια υγεία , σύνταξη μισή, επάγγελμα καθάρισμα πλύσιμο σκάλες και σπίτια, μπορεί και κανένα κέντημα σεμέν και ότι άλλο τίμιο μπορεί η γυναίκα , πόσο να μπορέσει όμως ?
-Είναι εδώ ο Στάθης Κολοκυθόπουλος ? Υφος ξερό , ανέκφραστο ο ένας , αλεπουδίσιο και πονηρό ο άλλος. Δεν θέλει και πολλά να καταλάβεις ότι δεν ήρθαν να δώσουν βραβείο του Σταθή μας…
-Δεν είναι εδώ ….μόλις που ακούστηκε, η φωνή από την τρομαγμένη μάνα. Έκανε κάτι ο Σταθάκης μου ?
-Αν είναι μέσα …..Απειλητικός ο αυστηρός νούμερο ουάν….
- Όχι κύριε, δεν είναι εδώ , μπορείτε να ψάξετε , αν θέλετε ,συνεχίζει φοβισμένη, για το παιδί της.
- Εντάξει κυρία μου , είπε ήρεμα και ευγενικά, ο αυστηρός νάμπερ τού. Τον θέλουμε για μια διευκρίνιση, αν έρθει πείτε να περάσει από το έκτο, το τμήμα. Μη ξεχάσετε εντάξει ? συνέχισε πάλι ήρεμα και με γλυκιά φωνή ο νάμπερ τού.
- Μάλιστα έκανε δουλικά, σχεδόν με υπόκλιση η κυρά Θοδώρα. Πώς να ησυχάσει η γυναίκα μετά, τηλέφωνο κομμένο, ψυγείο ορφανό από περιεχόμενο, ο μπαμπάς σεκλέτια και νταραβέρια με τσόχες και μπιλιές, που να μείνει σέντς για τηλέφωνο, πώς να γεμίσει το ψυγείο , πόσα λάστιχα να έρθουν στο βουλκανιζατέρ, όταν δεν είσαι ποτέ εκεί ?.
Κι ο Σταθάκης το καλό παιδί και τ άξιο παλληκάρι , κάπνιζε μαλμπουριά κίνγκ σάιζ εκατόν είκοσι χιλιοστά, - κλεμμένη κούτα - στο καφέ ‘’δι ντρίμ’’ κέντρο, πλατεία, Επτάλοφος μεριά , με φραπεδάκι μέτριο και βαρύ, μπλάκ παρακαλώ.
Απλωμένος σε τρείς μπορεί και τέσσερις καρέκλες – δεν ειδα και πολύ καλα – αναρωτιότανε αν υπήρχε δουλειά στον κόσμο, που σε πληρώνουν να κάθεσαι
Κάποιες φορές διέκοπτε την σκέψη του καμμιά πιτσιρίκα ή καμμιά μεσόκοπη, από κείνες τις ψωμωμένες τις μεγαλύτερες, που του άρεσαν, αλλά που να βρεί ‘κουκιά’ για κανένα γκομενάκι.
– είναι και πολυέξοδες , ειδικά οι πιτσιρίκες κύριε και άστα –
Χώρια που ‘μύριζε’ υπόκοσμο και αποτυχία από ένα χιλιόμετρο μακριά ο Στάθης μας. Οπότε ποια να ασχοληθεί μαζί του , αφού το βλέμμα του φώναζε, ‘τζίζ καίει ‘ λές και είχε πινακίδα στο μέτωπο.
Δεν τον έλεγες άσχημο εμφανησιακά το Σταθάκι , πώς να πείς ένα παιδί δεκαπέντε –δεκάξι χρονώ άσχημο. Νταβραντισμένο ναι , μελαχρινό και ακούρευτο ναι, ντύσιμο κάτι μεταξύ Λέτονα υπηκόου και Αζέρου μετανάστη ναι.
Κι εκεί που έξυνε ο Στάθης μας την κεφάλα του, γιατί είχε και να λουστεί καμμιά δεκαριά μέρες,
νάσου ένας σωματώδης ξανθός, κουρεμένος κοντά, με μπουφάν λαδί και μποτάκια μπέζ, από την μία. Νάσου κι ένας κοντός χοντρός, με αραιά μαλλιά ΄΄ σάρπα ΄΄ από την άλλη.
Φορούσε ο κοντός κι ένα καφέ σακάκι - που τον στένευε - ασορτί με ΄΄σπορτέξ΄΄ παπούτσια, σα δημόσιος υπάλληλος ή τραπεζικός ή δημοσιογράφος ή πές τον όπως θές.
Τον πήρανε με το ήρεμο, το τσακαλομαγκάκι μας
-Ο Στάθης Κολοκυθόπουλος ? Αφου τον κρατούσε με φιλικό χαμόγελο - από κείνα τα ευγενικά, για τον κόσμο- από το μπράτσο ο ξανθοκουρεμένος.
-Ναι εγώ είμαι , τι θέλετε ? ποιοι είστε ? απάντησε με όσο πιο αθώο βλέμμα μπορούσε ο Κολοκυθοστάθης.
-Σε θέλει ο κύριος Διοικητής , τίποτα σοβαρό, μια ερώτηση….είπε ήρεμα, ο με το μαλλί ΄΄σάρπα΄΄.
Τώρα τα λαγωνικά της Δίωξης, δεν μασάνε από τέτοια δήθεν αθώα βλέμματα ,ούτε και από άλλα βλέμματα γενικώς..
Μόλις σε δούν ή μάλλον μόλις αρχίσουν οι πρώτες σβουριχτές….μετά το λες το ποίημα αλλά είναι αργά. Πες τα απ την αρχή, παλληκαρίσια, να γλυτώσεις και τα ΄΄ατυχήματα ΄΄ σε σκάλες ή σε πόρτες.
Όλα ωραία , όλα καλά , ο ήλιος βγαίνει το πρωί , οι νοικοκυραίοι πάνε στις δουλειές τους, τα μυρμήγκια ξεκινούν να κουβαλάνε ότι βρούνε φαγώσιμο, τα πουλιά κελαιδούν πετώντας και κουτσουλάνε και καμμιά φορά κανέναν από μας. Είναι και κάτι φορτηγατζήδες που σου κλείνουν το δρόμο, κάτι ρομά – γύφτοι δηλαδή – κοπριτόφατσες που κοιτάνε τι να κλέψουν, τουρίστες που κάνουν βόλτες , κάποιος που δεν έχει τι να κάνει και σκαλίζει τη μύτη του.
Όλα ωραία και καλά , μπορεί και ‘’αγγελικά πλασμένα ‘’ αλλά για τους άλλους , όχι για τον Σταθή μας……
Τμήμα, μετά στο Μεταγωγών εκεί στη Μενεμένη, ορίστηκε δικάσιμος , Δικαστήρια..
Να για καταστροφή ξένης περιουσίας, να για κλοπή, να και κάτι παλιά χρωστούμενα στα τεφτέρια τα δικαστικά , για διακεκριμένες καταστροφές , ξυλοδαρμοί
και – έλα μωρέ - ψιλομολότωφ σύν πέτρες, κομπανία με κάτι άλλα λυκοτσακαλάκια ,να κι ένας εισαγγελέας ανέκφραστος που δεν σήκωνε μαγκιές, δεν θέλει και πολλά.
Σούμα , χρόνια τέσσερα λίαν επιεικώς ,ο Στάθης χωρίς αναστολή, στο Κατάστημα Ανηλίκων Αυλώνας , παρακαλώ περάστε, ανοίξαμε και σας περιμέναμε.
Εκλαιγε η καϋμένη η μάνα του , του έδωσε καθαρές πετσέτες, σώβρακα και φανέλες, τον σκυλόβριζε ο πατέρας του, που είχε τα δικά του τα καζινοβάσανα.
Να μην περιγράφουμε τι συνέβη εκεί , λόγω σεβασμού προς τα πιτσιρίκια που τους τυχαίνει και μακάρι να μην μπαίνανε σε τέτοια ΄΄ καταστήματα΄΄.
Στα δυό χρόνια , καλή διαγωγή , ’’να πάτε στο καλό νεαρέ και να μην μας ξανάρθετε, σας παρακαλούμε πολύ, διότι θα σας μαλώσουμε τα μάλα αν σας ξαναδούμε στο '΄κατάστημα μας ΄΄..

Καλώς τον , καλώς τον, λέγαν στη γειτονιά, όταν βγήκε και γύρισε, αλλά όλοι από μέσα τους ΄΄ούστ ρε λεχρίτη΄΄ και ’’ξεκουμπίδια’’ και άλλα πολλά , από τους καλούς έλληνες χριστιανούς υποκριτές που κάνουν μεγάλους σταυρούς και πάνε ανελλιπώς τις Κυριακές, στην εκκλησία.
Το καταλάβαινε η μάνα του , ότι την κοιτούσανε αλλιώς τώρα στη γειτονιά , ξέρανε και το ποιόν του παιδιού, όποτε γινόταν κάτι , η Δίωξη πρώτα σπίτι τους πήγανε.
Βλέπαν οι γείτονες τα περιπολικά, ή τα συμβατικά αμάξια της Ασφάλειας κάθε λίγο και λιγάκι εκεί , κάνανε αυτά τα εκνευριστικά τα ΄΄ τς, τς, τς, τς, ‘’ ΄΄κοίτα χάλια στη γειτονιά μας ‘’ και τέτοια πολλά - λές κι ήταν ντάουν τάουν Μανχάταν η γειτονιά - .
Τους κράζαν οικογενειακά στην αρχή, μετά τους δείχναν κιόλας με το δάχτυλο, αδιάντροπες συμπεριφορές από ΄΄νοικοκυραίους’’ γείτονες και πρώην ΄φίλους’.
Είναι κάτι μικρόκοσμοι αδελφέ μου, παράλληλα σύμπαντα με το δικό σου , το δικό μου, το δικό του, τού καθενός.
Εκεί που νομίζεις οτι όλα και όλοι είναι όπως δείχνουν ... εκεί , δίπλα σου κάποιος υποφέρει , κάποιος κλέβει , σκοτώνει , πεθαίνει, κάποιος πάει φυλακή .
Εσύ, εγώ, ο άλλος ο παράλλος, λέμε μακριά απ τον κώλο μας και δεν βαριέσαι. Κοιτάμε την πάρτη μας μόνο και ίσως και τον κώλο καμιάς πεταχτούλας μερακλούς.....
Έκλαιγε λοιπόν, η δόλια η μάνα τα βράδια , παρακαλούσε την Παναγιά , ό γέρος του πάλι, το βιολί βιολοντσέλο, αφημένος στα πάθη του, στον κόσμο του.
Τι να μεγαλώσεις έτσι , στο δρόμο , πώς να θές να πας σχολείο , τι γράμματα να μάθεις , πώς να μάθεις να είσαι άνθρωπος, που να βρείς αξιοπρέπεια.
Και δεν σου δίνει πίστωση χρόνου ή δικαίωμα στο λάθος , κανένας παλιοκερατάς , κανένας μπασταρδοϋπεύθυνος φίλε μου, αν σε λένε Στάθη Κολοκυθόπουλο και είσαι από Επτάλοφο η Κορδελιό ντε Σαλονίκ, ή από το χωριό το Τρεχαγυρευτό Θεσπρωτίας , ειδικά αν έχεις κάνει σε ΄΄κατάστημα ανηλίκων ΄΄και είναι γραμμένο με στυλό κατράμι μπλάκ , το ποινικό σου το μητρώο καρντάσι.
Νάτος τώρα σα σκύλος βρεγμένος, να κοιτάει τον κύριο Παραλίγο Κάμπια με τις ενενήντα τρείς σειρές καταθέσεις και τσιγκουνιά για εξαγωγές , κάτω απ το δέντρο, μούσκεμα κι εκείνος, σαν αυτόν.
Τι να του πεί, τι να του εξηγήσει ? Για δε ρε κάτι ανθρώποι…..
Αι σιχτίρ πια με τέτοιο κατουρλόκαιρο………..



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 4
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αναμνήσεις & Βιώματα
      Ομάδα
      Πεζά
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
koskan
22-06-2015 @ 17:58
τι έπαθες Ημερολόγιος ?
koskan
22-06-2015 @ 20:09
αν δεν μπορεις , μου το λες ....σε ποια σημεια δεν μπορεις
koskan
22-06-2015 @ 20:36
ρωταω γιατι , αναρωτιεμαι μηπως πρεπει να γινω πιο διευκρινιστικος με ορισμενες λεξεις
koskan
22-06-2015 @ 20:48
δεν ειναι ετσι ακριβως..

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο