| Η μαργαρίτα
[Πριν σε μαδώ απάντησε
ή πιο φτωχή κατάντησε…]
Σε ρωτώ για να με δώσεις
κάθε φύλλου σου τις γνώσεις,
που αυτή που αγαπάω
κάνει νάζια και πονάω.
Μη την πιάσω γρατζουνάει,
την ουρά της δεν κουνάει
κι όταν τούτη την αφήνω
απ’ τον πόθο λιώνω, σβήνω.
Μ’ αγαπά δε μ’ αγαπάει
η καρδιά μου με ρωτάει,
μα κι εγώ τι ν’ απαντήσω
αν εσένα δε ρωτήσω;
Πες μου που πολλά που ξέρεις
από τέτοια… κι ας προφέρεις
κάτι που να βοηθήσει
κι ίσως να με διαφωτίσει.
Να ‘βρω θέλω τη γαλήνη
από την κυρά εκείνη,
που δεν ξέρω αν τη μέλλει
να με θέλει για κοπέλι.
Κι αν μπορέσω να τη ρίξω
και τα σκότια μου δε πρήξω,
ή στο τέλος τρώω ήττες
α σ ο ρ τ ί με χυλοπίτες.
Η καρδιά μου με πονάει
–μ’ αγαπά δεν μ’ αγαπάει–
σε ρωτώ και αποκρίσου
πριν σου πάρω τη ζωή σου.
Πρώτο φύλλο σου μαδάω
κι ως δε φταις που σε πονάω,
αν δε θες να με φουντώνεις
κάτι πες να μ’ εκτονώνεις…
Κι υπομονή μου πάει,
τίποτα δε με κρατάει
από το να σε μαδήσω
αν θα πρέπει ν’ αγνοήσω
όσα θα μου πεις μοιραία,
πως αν πέφτει η αυλαία
και ο έρως αν τελειώνει
η ψυχή μου θα ματώνει.
|
 |  |  |  |  |  | | Στατιστικά στοιχεία | |  | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| |  | | | |  |
|