Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
stixoi.info: Το σπαθί μου
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130791 Τραγούδια, 269464 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Το σπαθί μου
 Τι κι αν δεν είναι ποίημα...Είναι τ'αγαπημένο μου. Αυτό μου φτάνει...
 

Μιά ιστορία έχω να σας πώ.
Μιά ιστορία για το σπαθί μου,
το δικό μου το σπαθί.
Όχι, όχι το Δαμασκηνό,
για κείνο της Βαγδάτης σου μιλώ,
Με την ιστορία τη πονεμένη,
του γέροντα που'ταν νιός...

Εγώ σπαθί 'θελα,
ναν σκληρό, γερό και να σφάζει...
Έτσι 'ναι το σπαθί,
σφάζει.. αίμα χύνει,
ένα τέτοιο ήθελα κι εγώ...
Κουρσάρους για να σφάξω,
κείνους και τα στοιχειά τους,
κείνα που μέσα μας τα χώσαν...
Ρουφιάνους του διαόλου, εγώ τους λέω.
Τα στείλανε και κείνα ήρθαν,
μέσα μας χωθήκαν,
μα όχι στη ψυχή,
Δεν το μπόρεσαν εκεί...
Τους είπαν οι γιατροί..
"Δεν υπάρχει η ψυχή, της φαντασίας γένα είναι"
Την τύφλα τους την μαύρη...
Κι ετσι, κείνοι τα στείλαν στο μυαλό,
να, εκεί τα χώσαν...
Τα ειδα σου λέωωω,
τα κάρφωσα,
τα έσφαξα,
μα εκείνα ακόμα ζούνε...
Μιλιούνια από δαύτα...

Να γι'αυτό το θέλω,
το σπαθί το φονικό,
του σφάχτη εργαλείο,
της μάχης σύντροφο και της ζωης κατάρα.
Κείνα να σκοτώνω...
Όλα...
Όλα...

Έτσι κίνησα το σπαθί, για νά'βρω
Μα που αλλού?
Στη Δαμασκό,
μόνο εκεί,
εκεί πού'χουν τ'ατσάλι το γερό,
απ'αιώνες δουλεμένο.
Με το θυμό το χτύπαγαν,
στο αίμα τους το σβήναν...
Ξέραν αυτοί..
Μαστόροι στ'ατσάλι,
Όλοι...
Μα όλοι...
Τους είδα σου λέωω...
Μέχρι και τα μικρά παιδιά,
στις πίσω τις αυλές,
και κείνα σπαθάκια φτιάχναν,
ατσάλινα, καλά...
Νά! Το λέν' και τα βιβλία,
οι γραφές...
τα είδα...

Έτσι έψαξα παντού,
στη Δαμασκό, στην πόλη όλη,
σπαθί για μένα νά'βρω.
Το καλό...
Το πιό καλό...
Το φονικό...
Του σφάχτη εργαλείο,
της μάχης σύντροφο και της ζωης κατάρα.

Μα κόπανος δεν ήμουν,
μη κοιτάς που βρίζω,
που δε ξέρω γράμματα και άλλα,
από μάχες ξέρω,
κι απ'όπλα και σπαθιά κι όλα του μακελειού τα εργαλεία...
Εγώ 'θελα σπαθί,
τα στοιχειά μου να σκοτώσει,
όχι άλλους...
Εγώ 'θελα στο μυαλό μου να το μπήξω,
μα να σφάξω κείνα,
τα στοιχειά...
Όχι εμένα...
Το σκέφτηκα καλά,
κι από'δω, κι από'κεί..
Γεναίος δε λέω,
στη μάχη πρώτος,
μα τ'ατσάλι, στο μυαλό μου να το μπήξω.....
Μου'πεφτε βαρύ...
Το σκέφτηκα ξανά,
το ζύγισα απο'δω, το ζύγισα κι από'κεί...

Δε θέλω ατσάλινο σπαθί!
Άστο αυτό γιά κείνους...
Εγώ θέλω κείνο το σπαθί,
κείνο που τα στοιχειά μου θα σκοτώσει.
Μα όχι εμένα...
Να μ'αγαπάει θέλω!
Της Αγάπης το σπαθί, είν' αυτό που θέλω!

Έψαξα ξανά..
Την Δαμασκό απ'άκρη σ'άκρη όλη.
Μα τίποτα..
Τίποτα σου λέωω..
Εκείνοι ξέρουν απ'ατσάλια,
μαστόροι πρώτοι,
μα τα πα'με αυτά...
Εγώ θέλω της αγάπης το σπαθί,
και τούτοι εδώ,
την αγάπη δε τη ξέρουν...
(Ξέρουνε και τούτοι μα εγώ θέλω τους μαστόρους)
Κι έτσι που λές κίνησα, κεί πέρα για να πάω...
Ξέρεις τώρα...
Ξέρεις πώς...
Καβάλα σε δυό στίχους
Νά, έτσι πάντα πάω..

Κι έφτασα εκεί...
Εκεί που δε ξέρουν το σπαθί να φτιάνουν...
(Καλοί είναι και τούτοι, μα όχι οι μαστόροι...)
Εκεί που ξέρουν απ'αγάπη,
κι απο πόνο...
Μα όχι τον δικό μου, της Δαμασκού.
Όχι του πόλεμου τον πόνο...
Μπερδεύονται πολύ, μα είναι άλλος...
Πρωτοξάδερφος εκείνου,
κείνος του πολέμου γιός,
τούτος γιός της κόρης,
της Αγάπης...
Έτσι έφτασα εδώ.
Στην Βαγδάτη...
Του Έρωτα βασίλειο,
κάστρο της Αγάπης,
φωλιά μοναδική για κείνους π'αγαπάνε...

Βρε δέ βαριέσε...
για τούτα είμαι δώ εγώ?
Εγώ με τους πολεμιστάδες είμαι.
Όχι ο πρίγκιπας ο καλός,
όχι εκείνος που γιά την καλή του κεφάλια παίρνει...
Εγώ είμαι από τους άλλους...
Τους βρωμερούς...
Άλλος είναι ο καλός...
Εγώ είμαι μόνο...
να...
Ο κακός κι ο άσχημος...
Μα'ναι δουλειά που να γίνει πρέπει,
νά'βρω τα στοιχειά,
να τα σφάξω όλα...
Τα πα'με αυτά, τσούρμο είμαστε,
ο καθείς στην θέση του.

Και τ'άρχισα το ψάξιμο,
αμέσως..
(Βλέπεις, με κείνα τα πήγαινέλα, Δαμασκό-Βαγδάτη, χρόνο πολύ είχα χάσει)
Άρχισα αμέσως.
Έψαξα τους γύφτους όλους...
(Όχι εκείνους του μυαλού μας, τους άλλους, των σπαθιών μαστόρους)
Μα του κάκου...
Δεν γίνεται μου λέγαν...
Όλοι το ίδιο...
"Η Αγάπη σε σπαθί δε μπαίνει,
είναι ν'αγαπά και να πονά,
δε σκοτώνει, μήτε πεθαίνει..."

Φόρτωσα, να τα παίρνω άρχισα,
δε με είδανε καλά ετούτοι...
Μόνο τον άσχημο είχαν δεί,
κάτσε να δούν και τον κακό..

Τον βούτηξα τον έναν,
απ' τα πέτα τόνε γράπωσα,
τον κόλησα στον τοίχο,
γράπωσα και το σπαθί,
(Εκείνο το παλιό,
που στο σεντούκι τώρα έχω,
εκείνο το Δαμασκηνό)
στο λαιμό του τό'μπηξα,
μα όχι να πεθάνει...

"Άκου δώ ρε παλιοτόμαρο,
σκύλας γέννημα, διαόλου γιέ.
Εγώ'μαι δώ σπαθί γιά νά'βρω,
και θα τό'βρω.
Και θά'ναι απ'αγάπη,
στο μυαλό μου να το μπήξω,
γιατί κεί μέσα γώ,
τ'ατσάλι δε το βάνω.
Κι αν δεν έγινε ποτές,
κι αν κανείς δε τό'χει φτιάξει,
εσύ τώρα θα το κάμεις,
και θά'ναι απ'αγάπη καμωμένο.
Κι όσο για υλικό μη σκιάζεσαι,
έχει όσο θέλεις κι άλλο τόσο,
γιατί είμαστε εδώ,
στου Έρωτα βασίλειο,
κάστρο της Αγάπης...
Στην Βαγδάτη...

Τι να κάνει ο φουκαράς...
με το σπαθί μπηγμένο στο λαιμό,
ας έλεγε και όχι...
Δε λέω προσπάθησε,
πήρε τα καμίνια, τα φυσερά,
τα σφυριά και τα αμόνια,
κι άρχισε...
Έβαλε και το υλικό...
Εκείνη..
Την αγάπη...
Ξέρεις τώρα...
Απο κείνα τα παιδιά,
στην δίπλα την αυλή,
το αγόρι και την κόρη,
κείνα που'χαν για μάτια ήλιους,
κείνα που κάνανε τη πόλη τούτη πιο ζεστή,
και γίνηκε η Βαγδάτη στον κόσμο ξακουστή...

Την έβαλε τη αγάπη...
Και την μαστοριά...
Μα του κάκου..
Τίποτα..
Το σπαθί έγινε,
το είδα,
το πήρα, το δοκίμασα,
στο μυαλό, το έμπηξα...
Μα τίποτα...
Χάδι ήτανε,
δε σκότωνε...
Μου τό'χε πεί ο γύφτος...
Δεν λέω, μου τό'χε πεί...
"Η Αγάπη σε σπαθί δε μπαίνει,
είναι ν'αγαπά και να πονά,
δε σκοτώνει, μήτε πεθαίνει..."

Τι νά'κανα λοιπόν,
τον αφησα κι αυτόν τον έρμο...
Τον μπελά του βρήκε δίχως λόγο...
Το σκέφτηκα ξανά,
εγώ το σπαθί μου τό'θελα,
το χρειαζόμουν,
σπαθί να μπήξω στο μυαλό μου.
Μα να σφάξω τα στοιχειά.
Όχι εμένα...
Τό'βαλα να πάρει μπρός,
εκείνο, το μυαλό...
Ξέρεις τώρα...
Σόι δεν είναι,
μα για μάχες, όπλα κι άλλα τέτοια,
είναι πρώτο.

Κι έτσι το βρήκα!
Δε θέλει αγάπη το σπαθί
Θέλει, μα όχι τούτη.
θέλει την άλλη,
τη πονεμένη την αγάπη,
του γέρου πού'ταν νιός...

Έψαξα πολύ, ξανά...
Μα στην ίδια πόλη.
Στου Έρωτα βασίλειο,
κάστρο της Αγάπης...
Στην Βαγδάτη!

Και τον ήβρα!
Τον γέρο πού'ταν νιός.
Τον νιό πού'ταν ορφανός.
(π'αγάπαγε την κόρη)
Της μάνας τον μονάκριβο,
του εμπόρου Γιός.
Μα πριν πεθάνουν...
Μετ ήταν ο νιός, ο ορφανός,
π'αγάπαγε τη κόρη,
του βασιλιά την κόρη,
πού'χε δοσμένη σ'άλλπν,
σε πρίγκιπα τρανό,
άπ'τα ξωτικά τα μέρη,
με χρήματα και ρούχα και στολίδια,
και μέσ' στ'άρματα στρατό...

Δεν του την έδωσε την κόρη...
Τον τσάκισε τον νιό...
Και κείνη...
Την κλείδωσε, την έδεσε,
μη τυχόν του φύγει...
Την ήξερε, την είχε δεί,
τρελλή κι απότρελλη,
θα τό'σκαγε τον νιό να παντρευτεί...

Κι ο νιός, που τώρα είναι γέροντας,
μα τότε νιός,
με καρδιά ζεστή και το μυαλό ξυράφι,
τό'βαλε σκοπό,
εκείνη να τη κλέψη...
Δε σκιάχτηκε,
ούτε απ'τον βασιλιά,
μήτε απ'τον πρίγκηπα,
κείνον, με τον στρατό,
τον μέσ στ'άρματα...
Αλήθεια σου λέω,
δε σκιάχτηκε.
Ήταν παλικάρι
Το είδα σου λέωω...
Στα μάτια του.
Το είδα...

Τούτος, για φορά πρώτη και μοναδική,
σκέφτηκε να φτιάξει,
του πόνου το σπαθί,
της αγάπης...

Και τ'άρχισε...
Μα...
Δύσκολο πράμα, γιός εμπόρου βλέπεις...
Την έμαθε την τέχνη,
βρήκε και υλικά,
είχε και τα δικά του...
Μα πήρε χρόνο πολύ,
κι εκείνος έγινε γέροντας, ο νιός,
κι εκείνη του πρίγκιπα στολίδι,
και του καημού η πριγκίπισα...
Του δικού της...
Και του δικού του...

Κείνη πέθανε,
μα όχι από τα χρόνια,
απο αρώστεια όχι,
ούτε από κάρφωμα,
μήτε που τα δάκρυα στερέψαν...
Μα να..
Απ' την ψυχή...
Λαβωματιές πολλές,
ξέρεις τώρα...
Ένα τσούρμο είμαστε...
Τους έχουμε δεί να έρχονται...
πολλές φορές...
Εκείνους, τους κουρσάρους,
μας καρφώνουν, μας χτυπούν,
μας μαχαιρώνουν,
μα τους νικούμε πάντα...
Αλλά όχι έτσι...
Με λαβωματιές...
Δικές τους,
και δικές μας...
Εμείς όμως,
έχουμε τους μαγέρους...
φτιάνουν το γλυκό,
τη ψυχή να γειάνουν,
μέχρι το άλλο ριζικό...

Μα εκείνη τίποτα,
μαγέρους είχε κι αυτή.
Δε λέω..
Μα ξέρεις τι φτιάνανε αυτοί,
εκείνα τα άλλα,
τα γλυκά, τα αλμυρά,
εκείνα για την κοιλιά...
Όχι της καρδιάς και της ψυχής...
Όχι τούτα τα δικά μας...
Κι έτσι δεν έγειανε ποτές...
Κάθε μάχη και μιά λαβωματιά...
Κάθε λαβωματιά κι ένας θάνατος...
Μέχρι τέλους...

Πήγε κι ο νιός, που τώρα είναι γέροντας...
Πήγε κεί πέρα να την δεί...
Την πεθαμένη...
Κείνη την δική του.
Την Δική του...

Την έφτιαξε, την στόλισε,
κεί πέρα που θα πάει,
που άλλον θά'βρει...
Να'ναι όμορφη γιά κείνον,
σα νάτανε αυτός,
ο νιός, που γέροντας ήτανε...
Όλα της τά'δωσε μαζί...
Και την προίκα και τα στολίδια,
κι όλα τα καλούδια της μαζί.
Μόνο ένα κράτησε...
Τα δάκρυα...
Εκείνα...
Τα Δικά της...
Όχι ότι τά'θελε,
όχι να τα πάρει.
Μόνο να...
Να μην τά'χει...
Κεί πέρα που θα πάει,
δάκρυα να μην έχει,
το κλάμα να μη ξανάδει η καλή του...
Ποτε....

Δε τα πέταξε, τα κράτησε,
Μη τυχόν κανείς και τά'βρει,
και τα πάει, εκεί στην καλή του...
Σε μπουκάλι τά'βαλε,
μικρό,
παλιό,
της μάνας φυλαχτό...

Κι όταν μετά,
χρόνια πολλά είχαν περάσει,
το σπαθί τό'χε φτιάξει...
(Ήταν αργά δε λέω,
μα εκείνος τό'θελε,
στις θάλασσες να βγεί,
κουρσάρους να σκοτώνει...
Εκείνους...
Που "φάγαν" την καλή του)
Μα γέρασε, το κορμί ζάρωσε...
Ναί, ψυχή λιοντάρι, δε λέω,
και το μυαλό ξυράφι ακόμα.
Μα το σπαθί,
θέλει χέρι...
Χέρι δυνατό,
να, σα το δικό μου...

Έτσι κείνος τό'δωσε σε μένα,
εκείνους για να σφάξω,
εκείνους...
και τα στοιχειά μου,
τα δικά του,
τα δικά σου...

Έτσι και γώ,
κείνο θα το δώσω,
σαν τα χρόνια έρθουνε,
σαν με πλακώσουν,
σαν το σπαθί δε θα μπορώ,
άλλο να σηκώσω...







 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 13
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Ελεύθερος στίχος - Ποίηση
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

Ορίζοντας με(μου;)
 
utterly sweet
19-12-2006 @ 16:36
Πολύ ομορφο,αλλά δεν κατάλαβα τα στοιχεια τα σκότωσες τελικά;
kin
19-12-2006 @ 16:40
Το παλευω, το παλευω,,,,
::smile.::
MARGARITA
19-12-2006 @ 16:44
τ΄αγάπησα Γιώργο το ποίημα σου...τι κι αν είναι το αγαπημένο σου....τώρα έγινε και δικό μου...καλό σου ξημέρωμα φίλε
kin
19-12-2006 @ 16:46
Καλο μας ξημερωμα (και ημερωμα)
::smile.::
silmariel
19-12-2006 @ 16:52
αχ αυτά τα ρημάδια τα στοιχειά..
με συγκίνησε το ποίημα,λάτρεψα αυτό το "σου λέωω"
και έμαθα και περισσότερα για την υπέροχή σου υπογραφή..
γεμάτο εικόνες το πειρατικό σου..
καληνύχτα
Aris4
19-12-2006 @ 17:28
Δεν εχει ξυλινα σπαθια η ιστορια ::cry.::
Ηλιαχτίδα
19-12-2006 @ 23:59
Αχ Γιώργο... τι μου έκανες...
Μου εδωσες απλα την τροφή για το επομενο ποιημά μου..
EKI
20-12-2006 @ 01:37
Λιτό και περιεκτικό
έβγαλα γένια μέχρι να το τελειώσω
κι όσο σκέφτομαι ότι έδωσες και τροφή στην Μαρία........
τρέμω.......
seizeTHEday
20-12-2006 @ 03:22
Πανέμορφο Γιώργο, μπράβο σου...
Έτσι κι αλλιώς, γράφεις πάντοτε υπέροχα.
Καλή σου μέρα...
justawoman
20-12-2006 @ 04:06
Ωραίο σαν παραμύθι
θλιμένο σαν ποίημα
πικρό σαν αλήθεια

πως να μην είναι αγαπημένο σου και δικό μας
καλημέρα Γιώργο ::smile.::
kin
20-12-2006 @ 12:27
Καλησπερα σας!
Μαλιστα κυριε ΕΚΙ, λιτο και περιεκτικο, ακριβως οπως το προτιματε, μιας και το εφτιαξα ειδικα για εσας. Απλα ψες το βραδυ ξεχασα να σας το αφιερωσω, ενεκα απιστευτου νυστας...

Θεμα, πιο θεμα????
Δις Θεοδωρα, θα πρεπει να σταματησετε να διαβαζετε τετοιου ειδους αναγνωσματα διοτι ως φαινεται σας πειραζουν και σας κανουν να βλεπετε φαντασματα!!!

Γεια σου ρε Κωστα, να'σαι καλα για τα ομορφα ψεματακια σου
::smile.::

Heya Woman!!!
Το ωραιο σαν παραμυθι αρκει. Τα αλλα....

Ωχ αμαν!
Τι εκανα βρε Μαριω???
Οχι το'κανα εγω κυρια. ο Γιαδικιαρογλου αρχισε πρωτος!!!

Ελα ρε Αρη, ελα πια...
Εδω μιλαμε για σοβαρα σπαθια τωρα...
πππφφφ ξυλινα σπαθια και ιστοριες για αγριους....

silmariel, τι μου λεεες?
αφου εγω ειμαι που λεεεω!!!!
Α οσο για την υπογραφη, ειχα εξηγησει εδω και καιρο οτι ειναι στιχος ενος μεγαλου ποιητη!!!
Τι γελατε εσεις οι αλλοι ρε ρεμαλια???
40+ ειμαι πλεον, σιγα μη το παιζω και πιτσιρικος!!!

Αυταααα
Καλο βραδυ να εχεται
::smile.::
Θεοδώρα Μονεμβασίτη
20-12-2006 @ 15:28
Ζωντανεύεις ξεχασμένα παραμύθια kin.

Μια ιστορία για το σπαθί μου, το δικό μου το σπαθί, μέχρι και τα μικρά παιδιά, στις πίσω τις αυλές... και κείνα σπαθάκια φτιάχναν, ατσάλινα, καλά... εγώ 'θελα σπαθί, τα στοιχειά μου να σκοτώσει, όχι άλλους... εγώ θέλω της αγάπης το σπαθί και τούτοι εδώ την αγάπη δε την ξέρουν... κι όσο για υλικό μη σκιάζεσαι, έχει όσο θέλεις κι άλλο τόσο, γιατί είμαστε εδώ στου Έρωτα βασίλειο, κάστρο της Αγάπης... στην Βαγδάτη...

Τι να σχολιάσει κανείς kin; Είσαι ποιητής.
Το σχόλιό σου το κρατάω: Τι κι αν είναι ή όχι ποίημα, είναι το αγαπημένο μου.

::smile.::
ΚΛΟΥΖΩ(πρώην Πυθία)
30-01-2007 @ 17:06
Δε με νοιάζει και μένα τι είναι.
Ανήκει στα αγαπημένα μου!

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο