Αυτοαξιολόγηση

Δημιουργός: Yol

"πάρε τα πάνω σου, μικρέ, πάρε τα πάνω σου, πάρε μολύβι κι έλα κάθισε στο πιάνο σου..."

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Το δάσκαλο δεν άκουγα που φώναζε, πριν χρόνια
"δε γίνεται η πρόσθεση με μήλα και πεπόνια!"
κι αδιάβαστη όπως ξέμεινα, πασχίζω να ταιριάξω
-του κάκου- λόγια ανόμοια, και νόημα να φτιάξω.

Σ' αυτό είχε δίκιο ο δάσκαλος, μ' άδικο σ' ένα άλλο:
Πώς δε θα γίνομαν ποτέ κάτι πολύ μεγάλο.
Μα να! σε θρόνο κάθομαι μ' ολόχρυσες καμάρες
και σκήπτρο τη δεινότητα να γράφω σαχλαμάρες.


Των Αταλάντων τη φυλή τιμώ, φορώ και στέμμα
Μέσα στις φλέβες μου κυλά του άτεχνου το αίμα
Κι απ' όσα σκέφτηκα να πω, πιότερο τούτο αξίζει:
Ώσπου να γράψω μια στροφή, θα πάρει να χιονίζει

Δεν πα' να διαλογιστώ σαν το Δαλάι Λάμα,
απόμεινέ μου το χαρτί για το Αριέλ, ρεκλάμα
– λευκότερο κι από λευκό – μα δε μου φέρνει πόνο
γιατί επάξια διεκδικώ του α-ποίητου το θρόνο

Στενή των στίχων η οδός και δε μου βγαίνει η ρίμα
γυρίζω στην κουζίνα μου πριν φάω καμιά χύμα
και – Ωιμέ! – όσο πάλευα στης ποίησης τ' αλώνια
στην κατσαρόλα γίνηκαν λάσπη τα μακαρόνια.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 21-05-2009