Π Ο Τ Α Μ Ο Υ ≈≈ Σ Τ Ο Μ Α

Δημιουργός: anuya, Diogenees

Δείτε την ημερομηνία, προ 10ετίας το έγραψα, τώρα μόνο πρόσθεσα μία συλλαβή σε κάθε στίχο χωρίς να αλλάξω το νόημα. Με την πρώτη ευκαιρία θα ηχογραφήσω να ακούσετε κ πώς τραγουδιέται αυτό το μέτρο.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[align=center][font=Palatino Linotype][color=black]εξέρχομαι να μαζέψω το πεντακάθαρο νερό
εχω αφήσει δύο κατσαρόλες να γεμίζουν στην αυλή
απ’ τ’ ουρανού τη βροχή πληρούμενες ξεχειλίζουνε
ας νοτισθούνε και λίγο τα ρούχα τα μαλλιά ας βραχούν
δεν περιέχει φθόριο χλώριο ουτε άλλες πρόσθετες ουσίες
κι απο τα χιλιόμετρα σωληνώσεων δέν έχει βρωμιές
νερό με γεύση βαριά απο σωλήνες δέν με ξεδιψά
η δροσιά ομως η ίδια είναι το ύδωρ του ουρανού λαχταριστό
το διατηρώ σ’ ενα δοχείο με λίγα ξυλοκάρβουνα
και πρίν απ’ τη χρήσητου το περνώ απο φίλτρο του καφέ

ας μή το λιμπίζεται ο διψασμένος το αλμυρό νερό
κι ο ναυαγός που παλεύει με τα κύματα τ’ αλμυρά
αν και η αλμύρα τον περιλούζει να μήν την καταπιεί
σε πόσιμου ποταμού το στόμα ειναι ναὔρει σωτηρία
ηδονικά απο την άλμη σαν πίνεις θέλεις πιό πολύ
και πιό πολύ μεγαλώνει η δίψα συνέχεια πίνοντας
πρίν ξεδιψάσεις πολύ πριν πιείς τη θάλασσα θα πνιγείς
στη θάλασσα θα σε φάνε τα ψάρια μήπως φταίν αυτά
αλλα προς του ποταμού το στόμα γλυκαίνει το νερό
«αφέντη σώσεμε όποιος κι άν είσαι βοήθα έξω για να βγώ»
κι ο ποταμός την ορμήτου κόβει εισακούσθηκε η ευχή
πατάς στα στρογγυλωπά πια τα βοτσαλάκια στα ρηχά

αλλα κι άν πεινάσεις μή φάς τα βόδια στου ήλιου το νησί
κυνήγα ψάρευε μάζευε και άλλη δίνει η γή τροφή
αγαπημένοτου ζώο ψητό κανείς ποτέ μήν το δεί

«άμα κανένας διψά να’ρθεί προς εμένα και να πιεί
απο το δικόμου νερό όποιος πίνει δέν ξαναδιψά
οδός της πραγματικής ανάγκης απλά είν’ ο λόγοςμου
στα λόγιαμου όποιος θνητός πιστεύει γίνεται αθάνατος».
≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈
1999 Ιουνίου 12 Σάββατο. (έμενα σε χωριό τότε που το έγραψα)

≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈≈[/align]

Τα οικόσιτα περιστέρια με διδάσκουν: οτι ακόμη και ο πιό αιμοβόρος κάποια πλάσματα αγαπάει. Ο πατέραςμου παιδί όταν ήταν, καλοκαίρια σε κάποιον θείοτου περνούσε. Εκεί για περιστέρια φωλιές είχε φτιάξει, τα τάιζε, τα φρόντιζε. Μιά φορά, απο του θείουτου φεύγοντας σε μιά κατασκήνωση πήγε. Απο την κατασκήνωση επιστρέφει, τα περιστέρια πού είναι; - ο θείοςσου αρρώστησε, δυνατή τροφή οτι χρειάζεται μας είπαν, τα περιστέρια σούπες του τα κάναμε. Τότε, ο πατέραςμου έλεγε, μέσαμου μιά μαυρίλα ένιωσα, που ποτέ δέν θα το ξεχάσω, όλο τον κόσμο μαύρο είδα. Αυτό το έλεγε, άνθρωπος που αναίμακτη τροφή για τροφή δέν την είχε. Έτσι και ο ήλιος sarwavaxa (παμφάγος) ονομάζεται, οτι τα πάντα αναλώνει, αλλα τα αγαπημένατου της Θρινακίας βόδια όταν έσφαξαν τόσο πόνεσε που στον επάνω κόσμο να φέγγει δέν ήθελε.

Η 2η στροφή απηχεί την Οδύσσεια όπου ο Οδυσσέας βγαίνει στο νησί των Φαιάκων.

Η τελευταία στροφή σε εισαγωγικά είναι λόγια του Χριστού, άν δέν σας αρέσουν βάλ’τετα με κείνον, όχι με εμένα. Πάντως, πολύ αργότερα απο το ποίημα έτυχε να παρευρεθώ σε δυό σεμινάρια περι εξαρτήσεων, ΟΚΑΝΑ και έτσι, και είδα οτι έχουν αυτήν την ιδεολογία: οτι εξάρτηση σημαίνει προσήλωση σε λάθος λύση, η οποία μή φέρνοντας ικανοποίηση ο άνθρωπος οδηγείται όλο και σε περισσότερη λάθος λύση, το ένα φέρνει το άλλο, με κατάληξη το θάνατο. Λέγοντας αυτά μή θεωρήσετε οτι είμαι υπεράνω όλων των λάθος λύσεων, άν με γνωρίζατε θα βλέπατε οτι πολύ απέχω απο το ιδανικό. Αλλα έχω επιθυμία για το σωστό, και σε αυτό με όλους τους ανθρώπους θα ήθελα να συνεργάζομαι. Σας φιλώ.

Λοιπόν, εδώ είναι κ μιά ηχογράφηση, μάπα ερασιτεχνική ποιότητα, αλλα αρκεί για να καταλάβει κανείς το ρυθμό κ το πώς μπορεί να μελοποιηθεί.
http://users.sch.gr/ioakenanid/sounds/potamustoma.wav

Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-08-2009