Ωδή Βοιωτός

Δημιουργός: barboutsala

στην απλή μαλλιαρή για να καταλάβουν κι οι απορούντες και μετά από την απαίτηση των τηλεθεατών

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Τον ύπνο του δικαίου τους πώς τάραξες ρουφιάνα
Στο Σχηματάρι ξακουστή και στις Θεσπιές πουτάνα;
Κι αντί να βγάζεις τα φοντάν και να σου φέρνουν άνθη
Την Κωπαΐδα ρούφηξες όλη κι αποξηράνθη

Κοκότα του Ορχομενού, μαντάμ εσύ της Θήβας
Στις πέρδικες τους έριξες, στα ντίμπλ και στα σίβας
Πού κι η Ξαβιέρα σίγουρα εσένα είχε κοπιάρει
Πρίμα πως παίζουν το δεξί και το ζερβί παπάρι

Ποια οιστρογόνα σού ‘χουνε τη λίμπιντο σηκώσει
Και σ’ όλους δείχνεις το βυζί κι όλοι έχουν καυλώσει;
Μήπως σε χούφτωσε μικρή ο Δίας, ως κατσίκι
Ενώ έπαιζες τις κούκλες σου μια μέρα στην Υλίκη;

Μήν καψουρεύτηκες παλιά κανέναν στρατηλάτη
Που σε διακόρευσε μπροστά και πίσω από την πλάτη;
Ή απλώς κατάλαβες νωρίς τί σέρνουν τα αιδοία
Βλέποντας σαπουνόπερες λάιβ από την Τροία;

Στο μνί σου πάντα μέτραγες με μνά ώρες και πόντους
Στους γλυκοτσούτσουνους φτηνά κι ακριβά στους γερόντους
Μα μάλλον το σημείο Τζι ακόμα δεν το βρήκες
Κι ούτε το βλέπω να το βρεις μέσα εδώ που μπήκες

Είναι γνωστό οι ποιηταί πως αγαπούν την μούσαν
Σιγά μην πιάναν τα στυλά λίγο αν θα γαμούσαν
Κι όσο για μνες; Ψωμόλυσσα και των γονέων πείνα
Χέσε ψηλά κι αγνάντευε κι εσύ κι η Αγριππίνα


Δημοσίευση στο stixoi.info: 08-09-2009