Δε κατάλαβες

Δημιουργός: ΓΙΑΝΝΗΣ Κ

Ε,άμα διαβάζεις ψιτ πρωί πρωί

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Δε κατάλαβες Τα χρόνια του λύκου,ούτε τη Νorton κατάλαβες,δε σου αρέσουν.
Δε σου αρέσουν οι νέοι στίχοι μου.
Ρωτάς συνέχεια γιατί δε γράφω ερωτικό.
Γιατί δε γράφω αυτά τα χαρούμενα όπως τότε.
Γιατί δε θέλω να δεθώ και φεύγω.
Μόνο το κατακρίνεις.
Νομίζεις πως,περνάνε τα χρόνια,θα αλλάξω και εγώ,καταλαβαίνω,
με έχεις πάντα από κοντά,να είσαι εκεί όταν πέσω,όταν παραδοθώ,όταν τα παρατήσω.
Τα δικαστήρια και οι κατηγορίες-συκοφαντική δυσφήμιση λένε τώρα την αλήθεια-
με έκαναν να σταματήσω γιά λίγο,όχι γιά πάντα,μη γελιέσαι.
Άλλη μιά φυλακή μέσα στη φυλακή δε θα την άντεχα,ναι είμαι δειλός.
Δε ρώτησες ποτέ τι είναι αυτό που με κάνει να ανάβω το ένα τσιγάρο πίσω από το άλλο.
Απλά μου λες γιά τις βλαβερές συνέπειες.
Και σου είπα τόσες φορές πως το τσιγάρο είναι το καλύτερο αγχολυτικό για εμένα.
Ανάσα ελευθερίας.Αλλά δε το καταλαβαίνεις.
Δε ρώτησες ποτέ τι είναι αυτό που με πιάνει και βγαίνω μετά τα μεσάνυχτα στους δρόμους,
να περπατάω ώρες με παρέα τα τραγούδια του Γιάννη.
Απλά δε το καταλαβαίνεις.
Πως να σου δώσω να καταλάβεις ότι τα φοβάμαι τα βράδυα.
Πως την ώρα που κλείνω τα μάτια και πάω να κοιμηθώ γεμίζει σκιές το δωμάτιο.
Και δε ξέρω τι είναι,φαντάσματα,ενοχές,το σπίτι είναι στοιχειωμένο ή εγώ?
Και αν με βλέπεις να πίνω,δεν είμαι αλκοολικός που λες,
λίγα ποτηράκια τσικουδιά ή κρασί μήπως ζαλιστώ και κοιμηθώ,
χωρίς να σκέπτομαι τίποτα και χωρίς τις σκιές.
Γιατί κουράστηκα και εγώ να με βρίσκει το ξημέρωμα διαλυμένο.
Ποτέ σου δε κατάλαβες τι είναι αυτό το μισό μου που σου λέω.
Είναι που μόνο αυτό μπορώ να σου δώσω ενώ θέλω το ολόκληρο.
Που το θεωρώ άδικο γιά εσένα και δε το καταλαβαίνεις ούτε αυτό.
Δε ταιριάζω και δε κολλάω εκεί που θέλεις,που θέλουν.
Ξέρω και ξέρεις ότι δε σου αρέσει αυτό.
Απλά περιμένεις να αλλάξω.
Περιμένεις να σταματήσω να σκέπτομαι.
Το έχω ευχηθεί και εγώ μερικές φορές ξέρεις.
Μάλλον φταίει το ντι-εν-ει.
Η κληρονομιά της μαμάς,τα τραγούδια που μου τραγούδαγε να κοιμηθώ.
Στράτος και Πωλ Σάιμον,Πουλόπουλος και Τζάνις Τσόπλιν.
Που με μάθαινε να αγαπάω τους άλλους και να πιστεύω στο δίκαιο και στο έντιμο.
Και εγώ δε τα βρίσκω πουθενά γαμώτο,πουθενά.
Και ότι και αν προσπαθώ να αλλάξω πάντα στην αρχή της μάχης είμαι.
Και είναι και τόσες άλλες μάχες,χωρίς εμένα....
Ανίκανος να κάνω οτιδήποτε.
Και εσύ θέλεις να κοιμόμαστε μαζί τα βράδυα,να πάμε σινεμά,να με γνωρίσεις στις φίλες σου
και να.....χαμογελάω.
Χαμογέλαγα κάποτε θυμάμαι.Αλήθεια.
Αλλά τότε πίστευα ότι είχα τη δύναμη και μπορούσα.
Τώρα ούτε το πιστεύω,ούτε το μπορώ,μένω απλά να προσπαθώ.
Και να ξοδεύομαι.
Να χάνομαι.
Να ονειρεύομαι μόνο να πετάξω άλλη μιά φορά,όπως τότε,
όνειρο ή αστρική προβολή δε ξέρω,άλλη μιά φορά που δεν έρχεται
αλλά ελπίζω τουλάχιστο αυτό να γίνει,έστω μιά φορά ακόμα.
Δε μπορείς να καταλάβεις το συναίσθημα αν δε το ζήσεις.
Και ούτε και εμένα,αλλά επιμένεις να είσαι πάντα κάπου κοντά.
Μήπως αλλάξω.
Εσένα σε φοβάμαι πολύ.Φοβάμαι ότι κάποτε θα κουραστώ τόσο πολύ
και θα με αφήσω,σε εσένα,θα πάμε μαζί σινεμά,
σούπερ μάρκετ,θα βγαίνουμε με φίλους και θα ..χαμογελάω.
Και ένα απόγευμα που θα χαζεύουμε τις βιτρίνες,
και ο παππούς θα είναι ακόμα στο ίδιο παγκάκι,
μιά άσχημη πινελιά στην όμορφη ζωή μας,
θα με ρωτήσεις τι έχω.
Δε κατάλαβες?

Δημοσίευση στο stixoi.info: 13-10-2009