Όταν σε τυφλώνει το σκοτάδι

Δημιουργός: Ξεθωριασμένη Αστερόσκονη

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

‘Ας ερχόταν ένα βράδυ, να ‘χε φως κι όχι σκοτάδι...’

Σ’έχει τυφλώσει ποτέ το σκοτάδι;
Δεν βλέπεις πέρα απ’τη σκιά σου.
Εθισμένος σε δάκρυα από ζάχαρη,
Γδέρνεις τη μοναξιά μέχρι να ματώσει
Κι ύστερα την προστατεύεις μες στην αγκαλιά σου.
Τρεκλίζεις μεθυσμένος
Από μνήμες και φαντάσματα και πρόσωπα
Που έψαχνες, δεν έβρισκες, αγάπησες, δεν είχες.
Ερωτεύεσαι το χθες
Σαν να το ζεις για πρώτη σου φορά,
Λες κι η στιγμή που μόλις πέρασε ακόμα σού ανήκει.
Μπαίνεις στον πειρασμό να πετάξεις μακριά
Μα δαγκώνεις τα φτερά σου για να μείνεις.
Σ’έχει τυφλώσει ποτέ το σκοτάδι;
Ακούς τη σιωπή σου και τρομάζεις.
Ουρλιάζει σαν λύκος η ψυχή μέσα στο σώμα σου,
Πασκίζει να σκίσει το κλουβί της.
Κάθε μικρή σκέψη κι ένα δίλημμα,
Ένα πεισματάρικο ναι και ένα αγριεμένο όχι,
Μια φυγή, μια απεξάρτηση,
Μια εμμονή, ένα σπαραχτικό ‘μείνε’.
Μείνε.... Μικραίνω τώρα που δεν βλέπω,
Άσε με να ανέβω στις χούφτες σου,
Να αγγίξω τα μάτια σου, να κρυφτώ μες στην καρδιά σου.
Φοβάμαι.
Σ’έχει τυφλώσει ποτέ το σκοτάδι;
Στενεύει η θηλιά γύρω απ’τα ονειρά σου,
Κι εσύ τα πυροβολείς εξ’επαφής για να μην τα δεις
Να πεθαίνουν.
Πεθαίνεις αργά κοιτάζοντας το ρολόι στο ταβάνι.
Σου γράφει ‘σ’αγαπώ’ ο ουρανός,
Μα οι τοίχοι που έχτισες γύρω σου σού κόβουνε τη θέα.
Τις νύχτες βλέπεις στον ύπνο σου πως σπρώχνεις
Με δύναμη τους γκρίζους τοίχους.
‘Έξω!’ Φωνάζεις, ξυπνάς, βαριανασαίνεις, ξεχνάς
Και συνεχίζεις. Βουλιάζεις στις άδειες θάλασσες
Του τίποτα, και το κενό μοιάζει με άπειρο
Που όλο μεγαλώνει.
Μεγαλώνει το άπειρο κι εγώ μικραίνω.
Φοβάμαι.
Πλύνε μου με λίγο φως το πρόσωπο,
Κάτι μου λέει πως με τυφλώνει το σκοτάδι.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-03-2010