Οδύσσεια 7(είσοδος πρός Αλκίνουν)

Δημιουργός: Μπάμπης

η Μούσα, μου το δήλωσε καθαρά.Χρειάζεται διακοπές.. Καλό υπόλοιπο καλοκαίρι σε όλους..

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Οδυσσέως είσοδος πρός Αλκίνουν.




δυό ώρες τις περίμενε ο Δυσσέας τις κοπέλες
μήπως του φέρουν κανά τζην και τίποτα ελβιέλες

σκυφτός,γυμνός κι ατσίγαρος στις φυλλωσιές κρυμμένος
μα και με μια κρυφή χαρά που εδώ ναυαγισμένος

άρχιζε πάλι ,λεύτερος,τις περιπέτειες του
μέχρι στις πατρογονικές να φτάσει τις ακτές του


πράγματι,όταν σκοτείνιασε οι κορασιές σφυρίξαν
κλέφτικα ,συνθηματικά ,να καταλάβει βήξαν

και του πετάξαν αλλαξιά σε πλαστική σακούλα

βερμούδα χαβανέζικη,σκαρπίνια,άσπρες κάλτσες,
λευκό πουκάμισο,ση θρου, με ξεραμένες σάλτσες

Κωστέτσο αυτός δεν ήξερε ούτε Μιχάλη Ασλάνη,
μα κάτι δεν του κάθεται σ'αυτό το ρουχομάνι

-λίγο περίεργο σύνολο μου φέρατε κορίτσια
που τα οικονομήσατε όλα αυτά τα κίτσια?

-παρατημένα ήτανε πιο πάνω στα πευκάκια
που παν τα Σαββατόβραδα κρυφά τα ζευγαράκια


Γέλασε ,είπε ευχαριστώ,μα ένα δάκρυ εκράτα
α υ τ ό ς που πάνω του άστραφτε η αυγή η χαλκομάτα,

μες σε χιτώνα πορφυρό ,βαριές περικνημίδες
θώρακα ασημοκέντητο ,δίπλα απ'τους Ατρείδες,

και πίσω του σε φάλλαγες ,άρματα ,πολυβόλα,
ιππείς,τοξότες,πεζικό σαράντα μεραρχίες

που σιωπηλοί περίμεναν γ ι α μ ι α δ ι α τ α γ ή τ ο υ

σε κείνον τον κατάξερο καταραμένο τόπο
που για να τον κουρσέψουνε α υ τ ό ς βρήκε τον τρόπο

-Τεσπά ,καλά είναι κι αυτά,δεν θα τα παντρευτούμε..



η Ναυσικά πετάχτηκε ,με την καλή καρδιά της

-γράψε οδό και αριθμό,στο σπίτι μου να έρθεις
να σε φιλοξενήσουμε ,αφού μπροστά μου ευρέθης

μονάχα η fashion police μη σ'εύρει,θα χαθούμε,
υπάρχουν νόμοι αυστηροί για παραβάσεις μόδας

γι'αυτό θα πάμε εμείς μπροστά και έλα κατά πόδας


Στους δρόμους μόνος περπατά ,κανείς δεν τον προσέχει,
θαρρούσε μ'ένα σύννεφο η Αθηνά τον έχει

τυλιγμένο.Το ίδιο πιστεύουν όλοι
όσοι ποτέ δεν έζησαν σε μια μεγάλη πόλη.

Για να είναι πιο σίγουρος πως δεν θα ξεχωρίζει
άρχισε με τον τρόπο τους κι εκείνος να βαδίζει

σε υποτιθέμενο hands free έκανε πως μιλάει
και αυτοσυγκεντρώθηκε να μη χαμογελάει


Εξήντα δύο υπό σκιά είχε μέσα στο κιόσκι
ο Μήτσος ο περιπτεράς σ'άλλη κοσμάρα βόσκει

βουνά τριγύρω υψώνονταν θεόρατα τα ράφια
αυτός ονειρευότανε πως κυνηγούσε ελάφια

-έχω εδώ μια διεύθυνση,απ'του ..
-are yoy talking to me?

-..Αλκίνοου το σπίτι
-ευθεία ντουγρού

-ευχαριστώ
-are yoy talking to me?


Γλυκά τον καλοδέχτηκαν στ'ωραίο σπιτικό τους
που ήταν το παλάτι τους και το βασίλειο τους

Πρώτος ,ο Αλκίνοος,βασιλιάς μα όχι απ'τους κυφήνες
που απλώς την πρώτη του μηνός τσεπώνουνε τις χήνες,

εργατικός,σκυλί σωστό,καθόλου ερασιτέχνης
κατεψυγμένου σπέρματος δήλωνε οικοτέχνης

Μετά,η Αρήτη που κυρά ήταν μαζί και δούλα
και μ'ένα μαγικό ραβδί τα κανονίζει ούλα

τσαφ και διαβάζει τα παιδιά,τσουφ πλένονται τα πιάτα,
τσαφ τσουφ από του "Σέσουλα" κοψίδια μυρωδάτα

Ναυσικά και Λαοδάμαντας,τα δύο τους βλαστάρια
που αν θα δεις θα τρελλαθείς τι κρύβουν στα συρτάρια

βιντεοκονσόλες,μίνι ντισκ,διάσπαρτα τριγύρω
και το μισό περίπτερο του Μήτσου του ντε Νίρο


-Ξένε καλώς μας όρισες ,στη χώρα των Φαιάκων
τη χώρα των πολύ φτωχών και των πολύ φραγκάτων

την κοινωνία την γνωστή και ως των δύο τρίτων,
ξετύλιξε των εμφανών βασάνων σου τον μίτον,

πούθε έρχεσαι ,για που τραβάς,τα ρούχα πόθεν έσχες,
κυκλώματα σε μπλέξανε,στα φάγανε σε λέσχες;

-σερσέ λα φαμ ,
είπε αυτός έτσι για να τελειώνουν

άρχισαν τον Αλκίνοο τα φίδια να τον ζώνουν

η Αρήτη τονε κοιτάξε ,με νόημα, να σκάσει,
τον ξένο οι ερωτήσεις του τον είχανε κουράσει


-τσουφ,έτοιμο το ζεστό νερό που σ'έφαγε η γλίτσα
τσαφ τσουφ ,δεν ξέρω αν οι πιπεριές σ'αρέσουνε στην πίτσα

τσαφ,στον ξενώνα σου'στρωσα η πλάτη σου να ισιώσει
μα δυστυχώς το Ελαίς μας έχει τελειώσει

-Τελείωσε το Ελαίς; ,o Αλκίνοος εξεράγη,

δυό ντενεκέδες είχαμε που'ταν σχεδόν γεμάτοι
κι εμείς δεν έχουμε αρτυθεί απ'την προηγούμενη Τετάρτη
ή μήπως όχι;


η Αρήτη τονε κοιτάξε ,με νόημα, να σκάσει,
οι ηλίθιες οι ζήλιες του την είχαν πια κουράσει

Ο Οδυσσέας θέλησε να δώσει ένα τέρμα

-ω ,μα σας παρακαλώ ,να λείπουνε τα λάδια,
να ξεκουράσω μια σταλιά γι'απόψε τα ποδάρια

και αύριο πρωί πρωί το δρόμο μου θα πάρω

-Αύριο; Κυριακάτικα και ντάλα καλοκαίρι;
αδύνατον,και θάχουμε ψητό το μεσημέρι

Κι αφού καληνυχτίστηκαν,την έπεσαν για ύπνο



τέλος η΄ ραψωδίας


Δημοσίευση στο stixoi.info: 13-07-2005