Πατρίδα

Δημιουργός: Yol

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


Φθινόπωρο κι αναπολώ το νέκταρ σου, πατρίδα,
μυρίζαν τα σοκάκια σου αλμύρα κι ευτυχία
Τώρα χαράζω μολυβιές στο χάρτινό μου κόσμο
γλυκιά η ζωή μου: βάδισα στο χώμα σου, και σ' είδα.

Ποιός διάβασε την προσευχή που μου' πεσε απ' τα χείλη
"για λίγο στον Παράδεισο να ζήσω πριν πεθάνω";
Ακόμα τρέχουν άλογα στις γειτονιές του νου μου
και τα βουνά σου με καλούν να τ' ανεβώ πιο πάνω.

Νησί μου, το λιμάνι σου θωρώ όπου κι αν είμαι
την ασταμάτητη βροχή που βούρκωνε τους δρόμους,
τη θυμωμένη θάλασσα που 'δενε τα καράβια
κι έπαιρνε με το κύμα της τα βάρη μου απ' τους ώμους...


Σαν σβήσει η φλόγα μου θα 'ρθω πιο πέρα απ' το Ποτάμι
στους Καταρράκτες που νερό φιλεύουν τ' ανοιχτά σου
και θα νιφτώ σαν άλλοτε, θα βαφτιστώ καινούργια
κι ολόλευκη θα γίνω αφρός, στην ακροθαλασσιά σου.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-09-2011