Η Ελλάδα που σκοτώσαμε

Δημιουργός: poetryf

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Πεθαίνουν οι πόλεις τα βράδια…
Κι αν κάνεις πως περπατάς μέσα στη νύχτα χαζεύοντας
ακούς, να τρίζουν τα κρεβάτια των νεκρών
κάτω απ’ τα φώτα τα χλωμά
και τις μαρκίζες.

Εδώ,
σε αυτό το πεζοδρόμιο κατοίκησε ο χρόνος.

Βύζαινε γάλα από τα βήματα των πρωινών περαστικών
και ζεσταινόταν στο παλτό ενός ζητιάνου.
Έτσι, απόχτησε μιαν αίσθηση οικειότητας
μπήκε μετά σε όλα τα σπίτια
κρεμασμένος στους τοίχους και σε χέρια απλωμένος

Μα πεθαίνουν οι πόλεις τα βράδια…
Μες στον ασβέστη του φεγγαριού γίνονται αγάλματα
κι όλος ο κόσμος είναι πια ένα μουσείο περασμένων εποχών.

Ποια να’ ναι τούτη η Ελλάδα που σκοτώσαμε;

Να μην αγγίξω, να μη μιλήσω
να θυμηθώ να ξεχάσω την τελευταία επαφή μου.

Να θυμηθώ να ξεχάσω
το αγαπημένο παραμύθι της γιαγιάς
και τη βραχνή φωνή του λατερνιάρη τα χαράματα.

Να θυμηθώ να ξεχάσω
τη μυρωδιά του κάμπου και την χαρά του πρώτου μας χαρταετού.
Την ελιά και το κτήμα, τον βοσκό
την προβατίνα με το ζεστό, φρέσκο γάλα

Να θυμηθώ να ξεχάσω και το αχνιστό μας ψωμί
μοιρασμένο στα δύο, μοιρασμένο στην ίδια την αιωνιότητα.

Κι όπως απόμεινα μικρό παιδί να μετρώ τις ρυτίδες
Να θυμηθώ να σε ψάξω σε όλα αυτά που τα λέω « Πατρίδα»
να θυμηθώ να σε ψάξω σε όλα αυτά που χωρούν στην Αγάπη.
Να θυμηθώ να θυμηθώ. Όχι για ‘μένα μα για Εσένα.
Όχι για εσένα μα για Εμάς.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-12-2011