Οι πηγές μου

Δημιουργός: χρήστος

φίλοι μου επιτρέψτε μου, επειδή κλείνω ένα χρόνο ακριβώς στην παρέα σας να σας δείξω ένα τμήμα από κάτι που το φύλαγα για μένα, ανεπεξέργαστο ακόμη κι ανολοκλήρωτο. αναφέρεται στις πηγές των στίχων μου, στη μούσα μου (που λένε οι μεγάλοι ποιητές) οχι δεν

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ι.
Στους αμπελώνες που κυματίζουν μες το κατακαλόκαιρο
σε είδα με ξέπλεκα μαλλιά και με γυμνές πατούσες
αδιαφορώντας για την κάψα του καταμεσήμερου
να δοκιμάζεις μούστο αγίνωτο και μεθυσμένη
να ξαπλώνεις κάτω απ' τα κλήματα
το αυτί σου απιθώνοντας στο χώμα
τη μυστική να ακούσεις συνομιλία
των λεπτεπίλεπτων ριζών με την αόρατη υγρασία.

Και σ' είδα στα χωράφια με τα στάχυα λίγο πριν από το θερισμό
κι έπειτα μες τις θεμωνιές και μες τα αλώνια
να ιδροκοπάς καθώς ο άνεμος διαχωρίζει
τα άχυρα από τον καρπό.
Κι έπειτα να ακολουθείς μέχρι όπου το μάτι φτάνει
την άοκνη κι αργή πορεία των μυρμηγκιών
μες το λιοπύρι.

Σε ελαιώνες σ' είδα να γυρεύεις
μες το μεστό καρπό να βρεις σταγόνες
καύσιμη ύλη για του χρόνου σου το λύχνο…
να γέρνεις σ' ένα γέρικο κορμό το αλαφρύ σου βάρος
να δεις πως είναι να βαστάς στις πλάτες σου
κλαδιά και Φύλλα και καρπούς…
κι έπειτα να εισχωρείς χωστά με το νερό στις ρίζες…

Να περπατάς μες τους ροδώνες, σε είδα,
και στα χωράφια με τα κίτρινα ηλιοτρόπια,
μιμούμενη την κάμψη του λαιμού τους
κάνοντας μια σεμνότυφη υπόκλιση στο φως
κι ύστερα να του αφήνεσαι προκλητική ερωμένη
να σε γονιμοποιεί και να γεννάς μετά
-με πόσο πόνο αλήθεια!-
μικρές- μικρές αντιφεγγιές
σε κάτασπρα σεντόνια.

ΙΙ.
Σ' είδα σκυφτή να ανηφορίζεις την οδό των παναθηναίων
πέπλο κρατώντας ως ορίζουν οι κανόνες και το έθιμο
και να ξεφεύγεις από την πομπή
και με μικρό σουγιά να αφήνεις ανίερα χαράγματα
στον πρώτο, το λευκότερο κίονα των Προπυλαίων
να ικανοποιήσεις ίσως τη ματαιοδοξία της αιωνιότητας.

Και στης Αγιάς Σοφιάς την εκκλησιά μέσα στην Πόλη
να μπαίνεις ,σ' είδα, ρίχνοντας κλεφτές ματιές τριγύρω
να ξεκολλάς τον νέο σοβά απ' τους αιώνιους τοίχους
να αποκαλύπτεις κάτωθε έξοχα ψηφιδωτά
που ήταν το βάθος τους χρυσό…
και οι μορφές τινάζοντας απ' τους ώμους τους τη σκόνη
μ' ένα λεπτό αδιόρατο σε χαιρετούσαν νεύμα

Σ' είδα στους κήπους με τα αγάλματα
ώρα που απάνω τους απλώνονταν τα αρχαία χάδια του ήλιου
να αναζητάς στο μάρμαρο την αιτία της λευκότητάς σου
και στην αρχαϊκή ακαμψία τους να αναζητάς εμένα
όμοιος κι απαράλλαχτος: στο πρώτο βήμα πάντα…

Δημοσίευση στο stixoi.info: 24-11-2005