Τρεις ευνούχοι που επαναστάτησαν

Δημιουργός: zpeponi, Νικος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Κάθονται τρεις μεθυσμένοι
και την έχουνε χεσμένη,
την αγάπη και τη ζήλια
και τον φθόνο τον κακό.

Με τρελαίνει η μελωδία,
όλα μοιάζουν αηδία,
σιχαμένος ήμουν πάντα,
αλλά τώρα σε ποθώ.

Τι γλυκειά που ‘σαι γλυκειά μου
κι όμορφη ανασεμιά μου,
περασμένοι μου αιώνες,
πείτε μου τι να της πω.

Κόλαση, φωτιά και λαύρα,
είν’ τα μάτια σου τα μαύρα
και τα χείλη σου τα λάγνα,
μεθυσμένος θα τα πιώ.

Την αλήθεια παραβλέπεις,
(σέρνεται μωρό μου έρπης),
κάτι έμεινε κι εμένα,
για να επαναστατώ.

Αναπτήρες και τσιγάρα,
τι την έχεις την κορμάρα
και την έδωσες σε μπάτσο.
Μάτια μου, τι να σου πω…

Άι στο διάλο, άι στο διάλο,
μ’ έκανες μυαλό να βάλω,
μα με χάνεις και το ξέρεις,
την χαρά σου να χαρώ.

Κάνε ό,τι θέλεις τώρα,
έπιασε βροχή και μπόρα.
Ζήσε, σβήσε, ετοιμάσου…
Μακρυά σου δεν μπορώ.

Ας πεθάνω βρε γκαντέμη,
διάολε κοκκινολαίμη:
Μα θα σ’ έχω ξεκληρίσει!
Τίποτ’ άλλο δεν θα πω.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 13-03-2012