Η Ωραία Κοιμωμένη

Δημιουργός: ΝΙΚΟΣ ΒΟΥΡΟΣ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Εσύ πού μέ κοιτάς μέ απορία
βαθιά στίς τσέπες, κρύβεσαι θαρρώ!
γι'αυτό δέν ήσουν χτές, μές τήν πορεία
καί μέ σνομπάρεις πού σέ λαχταρώ
δέν μούδωσες ποτέ μιά ευκαιρία
μού απαγόρεψες νά σ'αγαπώ


Κι'αν είναι όλα χάμω σωριασμένα
ότι σού πώ καλά νά τό σκεφτείς..
τήν έρημο σου πότισα μέ αίμα
όταν διψάσεις ν'άρθεις νά μέ βρείς

Τά χνάρια μου νωπά στούς Παρθενώνες
στίς Θερμοπύλες φύλαγα σκοπιά
σ'ανέβασα ψηλά στούς Ελαιώνες..
νά δείς τού κόσμου τήν απανθρωπιά


Κι'εσύ πού κρύφτηκες σέ εκμαγεία
είπαν πώς είχες πέτρινη καρδιά..
γλεντοκοπούσες στά χαμαιτυπεία
κι'άφηνες μές τούς δρόμους τά παιδιά
στήν απομόνωση, στήν εξορία
έστειλες μιά ολόκληρη Γενιά


Μά τώρα πού γυρνάς ταπεινομένη
στά παραμάγαζα, στίς αγορές
φαντάζεις σάν ωραία κοιμωμένη!
πού ονειρεύεται άλλες εποχές..

Σάν τότε πού ανέβαζες θιάσους
γαλαζοπράσινων ηθοποιών..
μέ πλήθη, αργυρώνητους κομπάρσους
νά παίζουν ρόλους χειροκροτητών!


μέ πίκρανες πολύ, μά πώς νά φύγω;
τί θ'απομείνει όρθιο στή Γή;
τήν αγκαλιά μου πάντα θα σ'ανοίγω
άς είναι η καρδιά σου σκοτεινή
αγάπησε με λίγο, τόσο λίγο..
κι'όλα θ'αλλάξουν μ'ένα σου φιλί...

Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-11-2013