Αδέσποτες κουβέντες

Δημιουργός: Χαρίσης Δημήτριος

για τον Βούλη ..... που σκοτώσανε χωρίς λόγο !!!

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ήταν γραφτό , να γεννηθώ σε μια παράγκα
κρυφά απ' τον κόσμο , μη και τύχω κάνα μάγκα
είχα την μάνα μου , τα έξι μου αδέλφια
όλα ήταν ρόδινα και είχα πάντα κέφια .

Μα ξαφνικά , η μάνα μου με διώχνει
η μοναξιά και το άγνωστο , αλήθεια με πληγώνει
οι δρόμοι ατελείωτοι , το κρύο με περνάει
η πείνα με σακάτεψε , και η κοιλιά πονάει .

Τρέχω πολύ , γιατί συχνά με κυνηγάνε
χωρίς αιτία , σαν με βλέπουν με χτυπάνε
είμαι μικρός , και δεν πειράζω και κανένα
λίγη αγάπη θέλω μόνο και για μένα .

Ήρθε η στιγμή , που ήταν για μένα σωτηρία
μπήκε στον δρόμο μου , μια καλή κυρία
με πήρε σπίτι της και όλο με φροντίζει
και της μαμάς μου το κενό , αυτή πλέον γεμίζει.

Περνούν οι μέρες γρήγορα , με χάδια και παιχνίδι
λεν πως αλήθεια μ' αγαπούν , πως είμαι ένα στολίδι
μα ξαφνικά μεγάλωσα , τώρα με λεν θηρίο
και πάλι μόνος βρέθηκα , να κάθομαι στο κρύο .

Όλη τη νύχτα τριγυρνώ , να βρω κάτι να φάω
λίγο νερό και μια γωνιά , κάπου να την περνάω
δίνω αγάπη και στοργή , σε όποιον με προσέχει
δίνω τα πάντα μου σε αυτόν , που θα 'θελε να μ' έχει .

Σήμερα γνώρισα κι εγώ , αληθινή κακία ,
κοιμόμουνα σε μια γωνιά , που είχε ησυχία.
Κάποιοι μόλις με είδανε , άρχισαν να γελάνε
και εγώ σαν τους πλησίασα , άρχισαν να χτυπάνε .

Μετά από κάποιο χτύπημα , σταμάτησα να βλέπω
και το σπασμένο πόδι μου , αυτό το παραβλέπω.
Ακόμα δεν κατάλαβα , τι έκανα και φταίω
κι έμεινα πάλι νηστικός και από τον πόνο κλαίω.

Ήρθε και ένας κύριος , τροφή να μου χαρίσει
κι απ' την χαρά μου η ουρά , πήγε να ξεκολλήσει .
Μα τα γυαλιά που έβαλε τα σωθικά μου σκίζουν
ο πόνος είναι αφόρητος , τα μάτια μου γυρίζουν .

Τώρα που όλα πέρασαν και πια δεν νιώθω πόνο
μια απορία έχω κι εγώ , μια απορία μόνο.
Κι ας είμαι λίγο αφελής , εγώ θα σας την κάνω
γιατί έπρεπε να γεννηθώ αφού ήταν να πεθάνω ;;;;;

Δημοσίευση στο stixoi.info: 28-03-2014