Υακίνθη νηπενθής

Δημιουργός: Sui generis

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Αφυδατωμένα αγκαλιάζονται τα χείλη, αδερφικά,
που θα'σερνε τον στεναγμό της, το φιλί, απαρνηθέντα
και ψάλλοντας την αγάπη που δεν γνώρισε ποτές
μαυροντυμένη η Υακίνθη ενίκησεν τα πένθη.

Την σκοτεινή ώρα που επέλεξεν η ανάρμοστη γαλήνη
να ενδυθεί τις προσευχές σ'έναν θεό λησμονημένο
-ήσαν ωραία η Υακίνθη, να'ναι ακόμα;-
εγώ επόθησα μιαν ατέρμονη ηδονή
κι ας μύριζαν τα πέρατα ασφοδίλι.

Αγαπημένη, έτσι σοφά που βγήκαν τ'αλλοτινά μου ψεύδη
διακαώς λαχτάρησα το εύσπλαχνό σου γέλιο
μα πενθώντας την διαμελισμένη μου αγνότητα
δεν θ'άντεχα ο δειλός την συγχώρεση
απ'την νηπενθή σου νόηση και την πένθιμη φωνή
μέσα σ'αγίων τις ματιές κι εσταυρωμένου.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-10-2014