μιά κυριακή δίχως μπόρες

Δημιουργός: ΑΝΤΗΣ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

ακόμα θυμάμαι
κι αν είμαι ναρκωμένος και κοιμάμαι
θυμάμαι το πέρασμα του χρόνου
και το φόβο του πόνου

μικρός,κουρασμένος
κλείνω τα μάτια στ'αόρατα πλήθη
μ'ένα σύνεφο σκόνης σκεπασμένος
προεξέχω στη λήθη

μα πυκνώνει η φήμη
πως είναι ίσκιος ελεύθερος η μνήμη
κι αλλάζω θέση για νάμαι πάντα παρόν
στις λαϊκές πλατείες των ορατών

δικό μου το δέρμα και το μαχαίρι
για να κόβω τη φλέβα και το πικρό ψωμί μου
μα είναι φτωχό μελανιασμένο το χέρι
κι ένα λουλούδι τρυφερό η ψυχή μου

ας με αφήσουν οι φωνές της σιωπής
επιτέλους μιά νέα μαρτυρία ζωής
ακάλεστη ας πλησιάσει
ξένη,δειλή πλάι μου να ξαποστάσει

γυρίζω το βλέμα στα πέρατα της νιότης
αρκεί να σπάσω την εύθραστη στιγμή
βαδίζω στα ίχνη της ,σαν καλός στρατιώτης
και φτάνω στη ματωμένη της αρετή

μα είμαι εγώ το ρημάδι
και η παράξενη σκιά στο σκοτάδι
με τα είδωλα που εύκολα στοιχειώνουν
με τα ξόρκια που προδώνουν

και ξέρω και τον άλλο δρόμο του θανάτου
πίσω απ'τη σκόνη και τις ραγισματιές
ξέρω και την πρώτη ομορφιά του
πίσω απ'τις ανοικτές λαβωματιές

ξέρω και την αγάπη και κοκκινίζω
την περηφάνια της καθώς εδώ κι εκεί λυγίζω
έχει τα μυστικά σημάδια της απαντοχής
έχει και της δύναμη της προσμονής

πέρασε πια ο αδιάφορος καιρός
υπέροχα λιώνουν οι ώρες
μέσα σε τούτο το αδυσώπητο φώς
ξανοίγει ο καιρός μιά κυριακή δίχως μπόρες

Δημοσίευση στο stixoi.info: 27-02-2015