Ένα διήμερο στη Βουρβουρού

Δημιουργός: Νίκη Κόφινας

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Αυτή η θάλασσα δεν είναι δική μου.
Αυτά τα βράχια που κάθομαι
κι ατενίζω τ' απέναντι νησάκια
δεν μπορώ να τα σφετεριστώ
κι ικανοποιώντας
την ανθρώπινη ματαιοδοξία μου
να τα νιώσω δικά μου
επειδή πέρασα εδώ
κάποια υπέροχα σαββατοκύριακα
ή κάποια όμορφα καλοκαίρια.
Τις φωνές των γλάρων
τις άκουγαν κι άλλοι πριν από μένα.
Κι άλλοι κολύμπαγαν ίσαμε απέναντι
κι εξερευνούσαν τα παρθένα χώματα
ψημένοι από τον ήλιο και την αλμύρα.
Τα παιδιά που ακούς δίπλα σου
να παίζουν ξέγνοιαστα
πήραν τη σκυτάλη από άλλα παιδιά
που σαν μεγάλωναν έπαιρναν τη βάρκα
και ψάρευαν ή μάζευαν αχινούς και πεταλίδες.
Ο φάρος που αναβοσβήνει μετά το σούρουπο
αντικατέστησε κάποιον άλλο
γηραιότερο φάρο που σαν πάλιωσε
και αχρηστεύτηκε τον πέταξαν
σε μια μάντρα με παλιοσίδερα.
Το εκκλησάκι πάνω στο βράχο
Πιθανόν το 'χτισε κάποιος που δεν υπάρχει πια
ή κάποιος που όπως ψιθυρίζουν αυτοί που ξέρουν
βαρέθηκε κι έριξε πέτρα πίσω του.
Οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν
σαν τις ξαφνικές καλοκαιριάτικες
μπόρες της Μακεδονίας.
Μένει το πέταγμα των γλάρων
τα φαγωμένα βράχια
από τον άνεμο και το κύμα.
Μένει ο αργόσυρτος ήχος που βγάζει
η θάλασσα σαν γίνεται ένα με την άμμο.
Μένουν τα κελαηδήματα των σπουργιτιών
στις λεύκες πάνω και σαν βραδιάζει
το τραγούδι των αηδονιών.
Μένουν κάποιες αγριελιές λεηλατημένες
από τους αέρηδες και την ανομβρία.
Μένουν τα καραγάτσια που στα φυλλώματά τους
τα πρωινά παίζουν κυνηγητό οι δροσοσταλίδες.
Οι άνθρωποι σαν φεύγουν για πάντα
μένουν ζωντανοί στη μνήμη των οικείων τους.
Άραγε έχουν μνήμη οι τόποι;
Η θάλασσα ,τα βράχια η άμμος η χρυσή
που ταλανίζεται από τα στοιχειά της φύσης
θα θυμούνται εκείνους που πέρασαν απ' εδώ;










Δημοσίευση στο stixoi.info: 09-06-2016