Τροία μου

Δημιουργός: Τριαντάφυλλος Ευαγγελινός, Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Εκεί στης Τροίας τ' αλλοισμόνητα,
της αγάπης σου τα θώρεια κάστρα.

Κει ήταν, που έπεσαν νεκρά
της αγάπης τα λόγια μου,
σαν άλλοι Αχιλλείς σαν άλλοι Πάτροκλοι.

Ματοκυλήστηκαν στην ποδιά σου,
στα περιβόλια σου, ω Τροία,
μα δεν στήνεις τ'αυτί σου
την κραυγή μου να ακούσεις.

Ούτε των κοριτσιών σου βλέπεις,
το ξέσκισμα των ρούχων,
γοερά να σου κλαιν
πεσμένες στα γόνατα,
στα πόδια τους μη μπορώντας
το ανάστημα να ορθώσουν.

Τα στήθη τους με λύσσα να χτυπάνε,
για θανάτους ηρώων-αντρών
για χαμούς συντόφων-εραστών κλαίνε,
κλαίνε και παραμιλάνε.

Χρόνια τα δέκα πέρασα,
το πυκνό και μαύρο γένι μου
ξέθωρο πια, δεν σου θυμίζει
την πρώτη μου αίγλη.
Ούτε τ'ασπράδι του ματιού,
θολό κι αυτό απ΄το καρτέρι.

Οχτώ ρυτίδες θα μετρήσεις
κάτω από αυτό και μια
λέξη γραμμένη...Προσμονή.

Το φάντασμα του 'Δυσσέα
τούτο το βράδυ όλα τούτα μου θύμισε.
'Ηρθε στον ύπνο μου και μαζί μου,
τους στεναγμούς μου μοιράστηκε,
φιλικά με συμπόνια την πλάτη μου χτύπησε.

Κοροιδεύοντάς με,
κουβέντα να μου πιάσει,
για τις μάχες σου,
Τροία μου, μου 'λεγε.
Φευγαλέες εικόνες
κι ονείρατα με Δούρειους
ζωντάνευε και μου έδειχνε.

Των κοριτσιών της Τροίας,
τον ερωτικό τους στεναγμό
μου εξιστρορούσε.
Των ηδονών τους οι φωνές,
οι στριγγλιές των μετάλλων
και τα πέταλα των αλόγων
που κάλπαζαν πως κάλυπταν

Μοίριες αναμνήσεις
το φάντασμα μου ξύπνησε,
της Τροίας τις μάχες, τα άγρια,
τα ξέφρενα ποδοβολητά των αλόγων,
τα λόγια και τους θανάτους των ηρώων.

Νύχτες με κράτησαν άγρυπνο
νύχτες που δεν ομολογούνται.
Τότε που πάλευα στα κάστρα
και μαχόμουν να κερδίσω την καρδιά σου.

Κρυφό τον έρωτά μας
τον κράτησα, εκεί στην Τροία.
Μόνο το μνημειο τ'αθάνατου Αχιλλέα
τον θυμίζει και πως ακόμα και οι άτρωτοι
λυτρωτικό θάνατο βρίσκουνε,
απ του έρωτά σου το βέλος.

Ο πόλεμος τελείωσε,
όλοι οι λόγοι μου νεκροί,
όλες οι μάχες μου χαμένες.
Τώρα οι στρατιώτες μου,
κάνουν παρέα με το φάντασμά μου.

Όλοι μας είμαστε νεκροί
θαμμένοι χωρίς επικείδειο.
Μόνη ταφόπλακα και ξώδι
το κρύο σου αντίο.

Έναν στρατό ηρώους
στο ποτάμι του Αχέρωντα
μας στέλνεις με βάρκα
τον εγωισμό σου.

Σαν άλλο πνεύμα τώρα πια,
νεκρός και φάντασμα συνάμα,
τις νύχτες τ'αλογατά σου
έρχομαι και καβαλώ.

Ροδοπέταλα από τα άνθη σου
έρχομαι τις νύχτες
απ'τον κήπο σου και κλέβω.

Άλλο πολέμου λάβαρου δεν ήθελα,
αυτό και των πρώτων μας
φιλιών την θάλασσα, να σου θύμιζα.

Τροία μου, γειά σου !!!
Στην αιωνιότητα με πέρασες.

Αιώνια να πολεμώ
τα θώρεια κάστρα σου
και την σκληρή καρδιά σου.
Αιώνια να σ'αγαπώ,
αιώνια να με ζεις.
Αιώνια να με πεθαίνεις.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 09-09-2016