Ο αντιστασιακός Καββαδίας

Δημιουργός: ΕΛΠΗΝΟΡΑΣ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Στο "Πούσι" και στο "Μαραμπού"
δεν βρίσκονται με τ' άλλα.
Τυγχάνουνε ανένταχτα
όμως κι αυτά "μεγάλα"


Αντίσταση

Στο παιδικό μας βλέμμα πνίγονται οι στεριές.
Πρώτη σου αγάπη τα λιμάνια σβυούν και εκείνα.
Θάλασσα τρώει το βράχο απ' όλες τις μεριές.
Μάτια λοξά και τ' αγαπάς: Κόκκινη Κίνα.

Γιομάτα παν τα ιταλικά στην Ερυθρά.
Πουλιά σε αντικατοπτρισμό -Μαύρη Μανία.
Δόρατα μέσα στη νυχτιά παίζουν νωθρά.
Λάμπει αρραβώνα στο δεξί σου: Αβησσυνία.

Σε κρεμεζί, Νύφη λεβέντρα Ιβηρική
ανάβουνε του Barriochino τα φανάρια.
Σπανιόλοι μου θαλασσοβάτες και Γραικοί.
Γκρέκο και Λόρκα -Ισπανία και Πασιονάρια.

Κύμα θανάτου ξαπολιούνται οι Γερμανοί.
Τα άρματα ζώνεσαι μ' αρχαία κραυγή πολέμου.
Κυνήγι παίζουνε μαχαίρι και σκοινί,
Οι κρεμασμένοι στα δέντρα, μπαίγνιο τ' ανέμου.

Κι απέ Δεκέμβρη, στην Αθήνα και Φωτιά.
Τούτο της Γης το θαλασσόδαρτο αγκωνάρι,
Λικνίζει κάτου από τη Δρυ και την Ιτιά
το Διάκο, τον Κολοκοτρώνη και τον Άρη.



Στον τάφο του Επονίτη

Επέταξα τη σάκα μου και τρέχω με τουφέκια.
Μικρούλης φαίνομαι αδερφέ, το μάτι δεν με πιάνει.
Στη μάχη όμως κουβάλησα χιλιάδες τα φουσέκια
κι ακόμα με είδαν Γερμανούς να στρώνω στο ρουμάνι.
Στη γειτονιά με ξέχασε το τόπι, το ξυλίκι.
Και μοναχά που πέρναγα με το χωνί στο στόμα.
Παιδί! Μα με λογάριασαν οι λυσσασμένοι λύκοι.
Τεράστιο το κουράγιο μου. Και που να δεις ακόμα.
Μία μέρα μας μπλοκάρανε. Δυο εμείς και αυτοί σαράντα.
Σφαίρα τη βρήκε την καρδιά πού έμοιαζε με γρανίτη.
Σε μια γωνιά με θάψανε χωρίς ανθούς, μα πάντα
Σα ρόδο θα μοσχοβολάει ο τάφος του Επονίτη.

Νίκος Καββαδίας

Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-02-2018