Την τύχη ή τη φτώχεια μου να καταριέμαι;

Δημιουργός: Μάϊκ Χίτζ, Κωνσταντίνος Καλλιγέρης

Καλημέρα.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Δούλευα στην οικοδομή
μυστρί σαν εργατάκι
δύσκολα βόλτα τα ΄φερνα
γιατί ήμουν φτωχαδάκι.

Μία κοπέλα αγάπησα
το ίδιο και εκείνη
(τουλάχιστον σ΄ εμένα αυτή
η εντύπωση είχε μείνει).

Κάθε βραδάκι σ΄ ερημιές
αλλά και σ΄ άλλους τόπους
όρκους αγάπης δίναμε
μακριά απ ΄ τους ανθρώπους.

Κι όνειρα κάναμε μαζί
σαν δυο ερωτευμένοι
ν΄ ανοίξουμε ένα σπιτικό
να ζούμε ευτυχισμένοι.

Γλάστρες με άνθη να ΄χουμε
ψηλά στα παραθύρια
και ας μας λείπουν τα πολλά
πλούτη και τζοβαΐρια.

Χωρίς τον ξενοδόχο εγώ
είχα όμως λογαριάσει
έγιναν άλλα απ΄ αυτά
που είχα σχεδιάσει.

Τον τελευταίο τον καιρό
εκείνη πάντα αργούσε
κι όταν τη ρώταγα γιατί
αόριστα απαντούσε.

Ένα βραδάκι σκέφτηκα
στο σπίτι της να πάω
να πω και στον πατέρα της
ότι την αγαπάω.

Φτάνοντας μπρος στο σπίτι της
βλέπω παρκαρισμένη
μια Μερσεντές πανάκριβη
και να την περιμένει.

Κάποια στιγμή βγαίνει αυτή
και μες στην κούρσα μπαίνει
(που η μηχανή της ήτανε
ωστόσο αναμμένη)

κι αμέσως τότε ο οδηγός
(που κάπνιζε και πούρο)
και όπως είδα, φόραγε
ένα κοστούμι σκούρο

της δίνει ένα κλεφτό φιλί
γκάζι μετά πατάει
και σαν βολίδα ξεκινά
φεύγει, με προσπερνάει !

Πρόλαβε αυτή όμως να με δει
(καθώς τα είχα χάσει)
και έσπευσε ειρωνικά
να μου χαμογελάσει !

Κι εγώ έμεινα μονάχος μου
πίσω, ν΄ αναρωτιέμαι:
Την τύχη ή τη φτώχεια μου
πρέπει να καταριέμαι;

Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-02-2020