Γιατί

Δημιουργός: Γεδεών, Γιάννης Μαυρόγιαννος

Χαιρετώ όλη την όμορφη παρέα

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


Γιατί;
Φύγανε και χαθήκανε τα χρόνια τα ωραία
που η Φωτεινή κι’ η Αϊσιέ εκάνανε παρέα.
Καθόντουσαν εις την αυλή κάθε πρωί και δείλι
το γέλιο ήταν καθαρό εις τα γλυκά τους χείλη.

Είχαν κι’ δυο από ΄να γιο παιδιά δεν είχαν άλλα
πολλές φορές τ’ αγόρια τους παίρναν το ίδιο γάλα.
Δεν δίσταζε η Αϊσιέ το γάλα της να δώσει
εις το παιδί της Φωτεινής για να το μεγαλώσει.

Ο Παντελής και ο Χασάν κι’ οι δυο μαζί δουλεύαν
μαζί στο μεροκάματο οι δυο τους επαλεύαν.
Και το βραδάκι στην αυλή η Αϊσιέ κι’ η Φωτεινή
στρώνανε το τραπέζι.
Βάζανε κόκκινο κρασί μαύρες ελιές και το ψωμί
ήταν σαν πετιμέζι.

Πάντα μαζί καθόντουσαν πάντα μαζί μιλούσαν
δεν είχανε προβλήματα και πάντοτε γελούσαν.
Κι’ ένα πρωί το γέλιο τους επάγωσε στα χείλη
γιατί θα ζούσαν χωριστά και τα παιδιά κι’ οι φίλοι.

Η φωτεινή την Αϊσιέ βάζει στην αγκαλιά της
κι’ ένα μαχαίρι δίκοπο ένοιωσε στην καρδιά της.
Έπρεπε τώρα οι φαμελιές αμέσως να χωρίσουν
ο Παντελής και ο Χασάν να παν να πολεμήσουν.

Χρόνο δεν είχαν να σκεφτούν τους φώναζε η πατρίδα
και χώρισαν και χάθηκαν σαν χάνεται η ακρίδα.
Ο Παντελής κι’ Φωτεινή πήγαν στην προσφυγιά
στην Αϊσιέ και στον Χασάν δεν είπαν ένα για.



Έφυγαν και χαθήκανε πήγαν αλλού να ζήσουν
μπήκαν στα χαρακώματα κι’ οι δυο να πολεμήσουν.
Του Παντελή του φόρεσαν μια πράσινη στολή
τον στείλαν μ’ άλλους είκοσι σε μια αποστολή.

Και του Χασάν του φόρεσαν την πράσινη στολή
μ’ αυτός δεν έριχνε βολή μην βρει τον Παντελή.
Καθότανε και έκλεγε στο πρόχωμα για μέρες
γύρω του πέφτανε βροχή οι όλμοι και οι σφαίρες.

Στη μια πλευρά η Αϊσιέ έκλεγε και θρηνούσε
να σταματήσει το κακό θερμά παρακαλούσε.
Κι’ Φωτεινή στην προσφυγιά καθόταν λυπημένη
βλέποντας την πατρίδα της να είναι μοιρασμένη.

Σαράντα χρόνια πέρασαν κι’ οι φίλες ανταμώσαν
σ’ ένα οδόφραγμα μπροστά τα χέρια τους ενώσαν.
Κλαίγαν κι’ αναστενάζανε κλαίγανε και θρηνούσαν
σχίζαν τα μαύρα ρούχα τους κι’ όλο παραμιλούσαν.

Η Φωτεινή ερώτησε την Αϊσιέ να μάθει
γιατί πληρώνουν οι λαοί το μίσος και τα πάθη.
Η Αϊσιέ εκοίταξε την φωτεινή στα μάτια
και η καρδιά της σχίστηκε κι’ έγινε δυο κομμάτια.

Όπως και η πατρίδα της που έμεινε μισή
ποιάν ν’ αγαπά αληθινά ποιάν πρέπει να μισεί…..
Η Φωτεινή ερώτησε για τον Χασάν να μάθει
κι’ η ΑΪσιέ της φώναξε….στον πόλεμο εχάθει.

Στον πόλεμο κι’ Φωτεινή τον Παντελή ζητά
να μάθει τι απέγινε ρωτά ξαναρωτά.
Κι’ οι δυο τους αγνοούμενοι χωρίς να το ζητήσουν
τους στείλανε στον πόλεμο κι’ ακόμα να γυρίσουν.

Εις το οδόφραγμα μπροστά βουρκώνουν και δακρύζουν
ψιλά συρματοπλέγματα τις φίλες πια χωρίζουν.
Ένα πολύ πικρό γιατί ψιθύριζαν τα χείλη
γιατί σκοτώνονται οι λαοί και χάνονται οι φίλοι;

Βλέπαν το συρματόπλεγμα το βλέπαν και δακρύσαν
μ’ εκείνο το πικρό γιατί φύγανε και χωρίσαν.

Γιάννης Μαυρόγιαννος
Από την Ποιητική μου Συλλογή

Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-03-2020