Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
Μνήμη

Μνήμη

Δημιουργός: kotsani, Γιώργος Σοϊλεμεζίδης

Καλημέρα φίλοι μου!

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ο ποιητής Νικολάι Γκουμιλιόφ (σύζυγος της Άννα Αχμάτοβα) έζησε μόνο 35 χρόνια.
Το ποίημα "Μνήμη", είναι γραμμένο το 1921, λίγες μήνες πριν από τη σύλληψη και εκτέλεσή του ως εχθρού του λαού.
Σύμφωνα με τον Γκουμιλιόφ, πολλά διαφορετικά άτομα έχουν επισκεφθεί το θνητό του σώμα κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Δυσνόητο και δύσκολο για την μετάφραση ποίημα στη διάρκεια της μετάφρασης μεταμορφώνεται σε μια φοβερή τραγωδία της ψυχής ενός μεγάλου ποιητή.
Ξέρω, πολλές φορές θα διαβάσω και ξαναδιαβάσω αυτό το ποίημα.


Μνήμη

Μόνο τα φίδια πετούν από πάνω τους το δέρμα,
Να διεισδύσουν σε καινούργια φουρνιά.
Ενώ σ’ εμάς όταν έρθει της ζωής το τέρμα,
Αλλάζουμε ψυχές και όχι κορμιά.

Μνήμη! Εσύ με δύναμη θεϊκή μεγαλουργείς,
Και τη ζωή οδηγείς μες στα χαλάσματα ερειπωμένα,
Θα μου εξιστορείς για εκείνους που πιο νωρίς,
Αυτό το κορμί νοικιάζανε πριν από μένα;

Ο πρώτος… ήταν άσχημος και λυγερός,
Που τα πεσμένα φύλα και το σούρουπο αγαπούσε,
Ήταν ένα παράξενο παιδί και μάγος ισχυρός,
Που με μια λέξη τη βροχή σταματούσε.

Αυτός είχε ως φίλους το σκοτάδι,
το δέντρο και το κοκκινοτρίχο σκυλί μουγγό.
Μνήμη! Δε θα βρίσκεις το αλάνθαστο σημάδι,
Δε θα πείθεις τον κόσμο, ότι αυτός ήμουν εγώ;

Ο δεύτερος; Αυτός αγαπούσε του νοτιά την καντάδα,
Τον κάθε ήχο άκουγε σαν της φύσης το τραγουδάκι,
Έλεγε πως η ζωή είναι δική του φιλενάδα,
Ότι ο κόσμος κατ’ απ’ τα πόδια του είναι χαλάκι.

Αυτός δε μου άρεσε καθόλου,
Και ήθελε να γίνει βασιλιάς του θρόνου υψηλού,
Είχε την ταμπέλα του ποιητή, του ψευδοαποστόλου,
Παν’ απ’ την πόρτα του σπιτιού μου του σιωπηλού.

Αγαπώ του εκλεκτού της Ελευθερίας τα μαθήματα,
Τον θαλασσοπόρο και τον σκοπευτή.
Σ’ αυτόν που τόσο εύηχα τραγουδούσαν τα κύματα,
Που είχε τα σύννεφα ιππευτεί.

Μνήμη μου! Γίνεσαι με χρόνο πιο αδύναμη,
Εγώ είμαι ή άλλος με ζωή καταραμένη,
Που αντάλλαξε την ελευθερία την απειροδύναμη,
Με μάχη ιερή, αλλά ήδη χαμένη;

Γνώριζε της πείνας και της δίψας τις φθορές,
Τον ύπνο βαρύ και τον ατέλειωτο δρόμο,
Αλλά ο Άγιος Γεώργιος δυο φορές
Άγγιξε μόνο με σφαίρα το στήθος και τον ώμο.

Είμαι σκυθρωπός και πεισματάρης αρχιμάστορας
Του Ναού που αναγεννιέται μες στην καταχνιά-πληγή,
Εγώ ζήλεψα τη δόξα του Πατέρα-Παντοκράτορα
Πάνω στα ουράνια και κάτω στη γη.

Η καρδιά μου θα τραντάζεται από την διαστολήν
Μέχρι τις ευλογημένες μέρες αλκυονίδες,
Όταν θα ξεφυτρώσουν τα τείχη του Νέου Ιερουσαλήμ
Πάνω στην απλωσιά της αγαπημένης μου πατρίδας.

Και τότε θα πνέει ένας άνεμος ζεστός
Και θα χύνεται φως φοβερό των ουρανών,
Αυτό άνθησε ο γαλαξίας αστερωτός,
Σαν κήπος εκτυφλωτικών πλανητών.

Μπροστά μου θα εμφανιστεί άγνωστος οδοιπόρος
Με κρυμμένο πρόσωπο, αλλά έγινε κατανοητό,
Αφού βλέπω πως τον ακολουθεί ο λέοντας χαιτοφόρος
Και προς αυτόν που πετάει τον αετό.

Η ζωή μας έσπροξε στο απέραντο τέλμα
Και η ψυχή μου έφυγε μακριά,
Μόνο τα φίδια πετούν από πάνω τους το δέρμα,
Για να διεσδύσουν σε κενούρια φουρνιά.

Νικολάι Γκουμιλιόφ
Μετάφραση Γ. Σοϊλεμεζίδης
1920 (12.10.20)

Δημοσίευση στο stixoi.info: 16-10-2020