Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
ο Άνεμος

ο Άνεμος

Δημιουργός: astrojoggi's, Vassilis V.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


Ο Άνεμος σηκώθηκε δυνατά , πάνω από την θάλασσα
στάθηκε μετέωρος στην ακτή και χάζεψε για λίγο κολυμβητές και μη
πέρασε τα πρώτα σπίτια του νησιού , δίνοντας δροσιά στα σοκάκια του χωριού
περιεργάστηκε τους πωλητές που σκύβοντας , μάζευαν τρομαγμένοι την πραμάτια τους βρίζοντας
Τράβηξε για τις πλατείες που τον καλοδέχτηκαν , με καραφάκια και μεζέ ούτε που το σκέφτηκαν
να σηκωθούν , έκανε στροφή κυνηγώντας παιδάκια , ξυπόλητα , τους χάιδευε τα προσωπάκια
τους σήκωνε τα μαλλιά δημιουργώντας ήχους , πνέοντας σε απόμερες γωνιές με πέτρινους τους τοίχους
Τα πιο θαρραλέα βάζουνε τα δυνατά τους να τον τρυπήσουν,να τον διαπεράσουν,με την αφέλεια τους
κι όταν κουράζονται του γυρνούν την πλάτη , για να τα σπρώξει πάλι πίσω , καβάλα σαν σε άτι
Πιο κάτω τ' αγόρια σηκώνουν βρώμικο πανί , λίγο γαρμπίλι , ένα καφάσι και το γέλιο τους να ηχεί
το κρατάνε με τα χέρια τους , τους σπρώχνουν δυνατά , τιθασεύοντας τον Άνεμο στην κατηφοριά
διπλά ένα κοριτσάκι δώδεκα χρονών ,προσέχει τα μικροτέρα τριγύρω εδώ
Ο Άνεμος νοιώθει βαριά την ψυχή της , σηκώνεται ψηλά και κοιτάει την ζωή της
παραδομένη οικογένεια στο περιθώριο της ζωής , τον πάτερα μεθύστακα και άρρωστο θα βρεις
περιμένει την μάνα να φύγει για δουλειά και να μαζέψει την μικρή από την γειτονιά
Το κοριτσάκι με τα γαλάζια μάτια και την φράτζα αρριστερά , δεν δέχεται από ένστικτο τα παιχνίδια του , καμμιά χαρά
Απορημένο με τα μάτια υγρά να κλαίει και στο τέλος οι απειλές , για να μην το λέει
χωρίς να φταίει , χωρίς να ξέρει αν φταίει
και στο τέλος οι απειλές για να μην το λέει , χωρίς να φταίει , χωρίς να ξέρει αν φταίει
Τ' αναπάντεχο φύσημα στο πατζούρι χτυπά το τζάμι , φοβίζοντας τον άνθρωπο που ζει μέσα στη πλάνη
σηκώνεται φωνάζοντας την μικρή κι ο άνεμος ψυχραίνει στη στιγμή
ρίχνει γλάστρες και πρεβάζια στους περαστικούς , το σπίτι να πετάξει θέλει , στους ωκεανούς
Εξαντλημένος κοιτάζει τα μικρά να ξεφωνίζουν κι μανάδες να φωνάζουν φαγητό και να θυμίζουν
τιμωρίες αν δεν έρθουν και αφήνουν καταγής , τα παιχνίδια τους και χάνονται στην πόρτα κάθε αυλής ...
Η μικρή Βασιλική πιάνει το πανί , μπαίνει στο αμαξάκι που σιγά- σιγά κινείται,αφήνοντας ένα γελάκι
Το πιο αθώο που άκουσε ποτέ σ' αυτή τη γη , το φουστανάκι της ανεμίζει σαν σημαία αγγελική
Δεν σε φοβάμαι Άνεμε ! φωνάζει , πιο δυνατά! για λίγο κοντοστέκεται , μ΄ ανταποκρίνεται μετά
Ο πατέρας τρέχει ξοπίσω της να την σταματήσει , νοιώθει τον κίνδυνο μα από ώρα έχει μεθύσει
Κοιτάει προς τα πίσω...ναι!... την ακολουθεί , τα δάχτυλα της σφίγγουν κι άλλο το πανί
Ο Άνεμος την σήκωσε και μαζί της τα κύματα , την έριξε στην άμμο πάνω από τα σήματα
χτύπησες μικρή μου; που πονάς ; ένα γιατρό ! τους άκουσε να λένε , μια σειρήνα , το περιπολικό
Παναθεμάσε Άνεμε ! είπανε κάποιοι φίλοι , λέξεις πια που χάνονται καθώς τραβά στο δείλι
Δόξασοι Κύριε ! γλύτωσε το μικρό , λέξεις πια που χάνονται σε λάθος λογισμό

Δημοσίευση στο stixoi.info: 16-02-2021