Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
Ο Σταύρος, μια πριγκίπισσα

Ο Σταύρος, μια πριγκίπισσα

Δημιουργός: Λύχνος του Αλλαδίνου

Αφιερωμένο στους χθεσινούς εορτάζοντες, αλλά και στις αδερφές νοσοκόμες, όπως επίσης και στους ήρωες με τα κολλάν, στους θαμώνες του μπαρ "Η μπλε συκιά", καθώς και στο σύλλογο παραστρατημένων αδερφών "Οι γκέυ είναι αναγκαίοι"....Αντε πια...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ο Σταύρος ήταν μάστορας,
Τεχνίτης πια μεγάλος,
Κανένας δεν τον έφτανε
Στη γειτονιά του άλλος.

Ο Σταύρος είχε γκόμενα
Μία μικρή απ΄ τ΄ Αλγέρι
Κι ολημερίς της έταζε
Πως θα την κάνει ταίρι.

Η σύζυγος τα ήξερε
Του Σταύρου τα γινάτια,
Μα η καψερή τι να 'κανε ,
Γι' άλλον δεν είχε μάτια.

Μια μέρα εκεί που κάθονταν
Μόνη μοιρολογούσε
Και στον καθρέφτη κοίταζε,
Μονάχη και απορούσε.

"Για δες καιρό που διάλεξε
Μωρέ να μ' απατήσει,
Τώρα που ανθίζουν οι ελιές,
Και χάλασε και η βρύση ! "

Ξάφνου μέσ' στον καθρέφτη της
Μια μούσα την κοιτάζει,
Της ψιθυρίζει μυστικά
Και την παραμυθιάζει.

"Μην κάνεις όνειρα τρελά,
Ο Σταύρος σ' απατάει,
Στης αλληνής την αγκαλιά
Τα βράδια ξενυχτάει. "

"Σήκω και πάνε τώρα εκεί,
Και τράβα τα μαλλιά της,
Να την αφήσεις φαλακρή,
Να κόψεις την μηλιά της. "

"Να την εκάνεις άσχημη,
Να μην την βλέπει άντρας,
Και έξω να μην ξαναβγεί,
Απ' την αυλή της μάντρας! "

Η Φρόσω καλοσκέφτηκε,
Το σχέδιο και πάει,
Να βρει της άλλης την αυλή
Τρέχει και μουρμουράει.

"Μωρή κουτσή, μωρή στραβή,
Μωρή αντροχωρίστρα,
Τις τρίχες σου θα κάψω εγώ,
Δεν θα' χεις πια χωρίστρα! ".

Όταν στο σπίτι έφτασε,
Όταν στο σπίτι πήγε,
Για λίγο κοντοστάθηκε
Κι ο νους της κάπου πήγε.

"Λες να τους βρω η άμοιρη
Σε κάπως "σόκιν" στάση ;
Ας πάω απ' το παράθυρο
Να κάνω λίγο χάζι"

Και πάει στο παράθυρο,
Κοιτάζει λίγο μέσα,
Και βλέπει στο δωμάτιο,
Μια κούκλα πριγκηπέσα.

Καθόταν στο κρεβάτι της,
Σαν κάποιον να προσμένει,
Και στον καθρέφτη κοίταζε,
Σαν όμορφη Ελένη.

Ξάφνου στο πλάι βρέθηκε
Κάποιος και την φιλούσε,
Και η Φρόσω πια το είδε αυτό
Που τόσο επιθυμούσε.

"Τώρα θα μπω σαν σίφουνας,
Τώρα θε να τους πιάσω,
Κι άμα τους πιάσω για καλά,
Στα άκρα θε να φτάσω".

Χτυπάει την πόρτα η καψερή,
Βροντάει και φωνάζει,
Και μέσα μπαίνει και ορμά,
Και την παντόφλα βγάζει.

Κοιτάζει την πριγκίπισσα
Σαν μανιασμένος ταύρος,
Μα σαν τον άλλο κοίταξε,
- Αυτός δεν είναι ο Σταύρος ! -

Εκεί που ετοιμαζότανε
Συγνώμη να ζητήσει,
Και να της πει για όλα αυτά
Μην την παρεξηγήσει,

Στο πρόσωπο της αλληνής
Που την ελέγαν Μένια,
πρόσεξε κάτι που θαρρώ,
Πως έμοιαζαν με γένια !

Ξάφνου πάνω πετάγεται
Προς την κοπέλα πάει,
Και δίχως χρόνου χάσιμο,
Πιάνει και τη ρωτάει :

- "Ποια είσαι καμαρωτή
Με τα μεγάλα μπράτσα ;
Πρώτη φορά την βλέπουμε
Στα μέρη μας την φάτσα"

-"Εγώ είμαι μία μοναχή
Εγώ μια ξεχασμένη,
Που ήμουν εις την εξοχή
Μια παραπεταμένη"

" Ήμουν μεγάλος μάστορας,
-Συγνώμη- βοσκοπούλα,
Και έμεινα μόνη στη ζωή
Μικρή και ορφανούλα".

Ξάφνου σηκώνεται η μικρή,
Όμορφη πριγκηπέσα,
Και κάνει λίγο να φτιαχτεί
Και πάει προς τα μέσα.

Μα εκεί που χτενιζότανε,
Της πέφτει χάμω κάτι,
Και σκύβει να το πάρει αυτή,
Και παίρνει η Φρόσω μάτι,

Τρίχες στα πόδια είχε πολλές
Και πόδια γυμνασμένα,
Το βλέμμα της περίεργο
Σαν το κρυμμένο ψέμα.

Και τότε το κατάλαβε
Και της τραβά τα ρούχα,
" Σταύρο ! " φωνάζει και ορμά
"Γιατί φοράς περούκα ; "

"Μην είσαι παλιοαδερφή,
Μην είσαι μια τραβέστω ;
Μην είσαι μία κουνιστή,
Τι είσαι Σταύρο ; πέστο! "

"- Εγώ είμαι μια πριγκίπισσα,
Για χρόνια υπνωτισμένη,
Εγώ ήμουνα βάτραχος
Και μεταμορφωμένη ! "

Και έτσι η Φρόσω γύρισε
Στο σπίτι της μονάχη,
Και έζησε μόνη της καλά,
Και ο Σταύρος με τον Μάκη !

Δημοσίευση στο stixoi.info: 15-09-2006