Τουρίστας σκηνοθέτης

Δημιουργός: Skylight, Σταμάτης Βαρσάμος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

(Ρόλος 0 Αφηγητής)

Αφού λοιπόν και η ζωή είναι ένα θέατρο,
απλά δε ξέρω αν υπάρχει σκηνοθέτης…
θα εργαστώ κάπως, να φτιάξω το αντίστροφο,
ψέμα θα είναι, οι εικόνες που θα βλέπεις.

Ο σκηνοθέτης τους αλήθεια, θα ‘μαι εγώ,
ένας τυχαίος σε μια άδεια παραλία,
και ξεκινάω για τον «ήρωα» να πω,
σε μια παρόμοια, μ αυτή τοποθεσία.

Επάνω έχει ο ουρανός τ’ αστέρια του απλώσει.
Η άμμος ρίχνει ατάραχη τα κάστρα τα παλιά.
Ένα αεράκι που περνά θέλει να τον δροσίσει
ενώ κινεί τα κύματα που αγγίζουν την στεριά…

Η μυρωδιά του αλατιού ξεθάβει αναμνήσεις,
κι ο δύσμοιρός, ο ήρωας, ακόμα είναι μικρός,
έχει πολλά στο δρόμο του να αντιμετωπίσει,
γιατί δεν είχε βρει το πως, να μένει σιωπηλός.

Έτσι μιλούσε μόνος του τραγούδαγε στο κύμα,
και θα σας πω τι έλεγε ετούτη τη φόρα,
(Καθώς εδώ στο έργο μου, «θεός» νομίζω είμαι,
τον εμφανίζω αλλιώτικο… κι αλλάζω προφορά)

(Ρολος 1)
-Όσα παθαίνουν οι θνητοί συνέβησαν σε μένα,
πόνος, αγάπη, έρωτας, εμπόδια, χαρά,
τίποτα δε με άφησε απογοητευμένο,
καθένα κι ένα μάθημα, κρατούσε αγκαλιά.

Κι εγώ που ήμουν άπληστος έτρεξα να τα μάθω,
και φέραν τα μαθήματα, παθήματα σωρό,
έτσι είναι το δίκαιο και δε θα το ξεχάσω,
όταν πολλά αναζητώ… πολλά μάλλον θα βρω…!

Γι αυτό δε θέλω λύπηση για όσα έχω πάθει,
τα ήθελα και τα ‘παθα, έμαθα από αυτά.
Και δε μου φταίνε οι θεοί το σύμπαν και η τάξη
για όλα τα σημάδια μου που έχω στη καρδιά…

Έτσι στο χρόνο άλλαζα όπως αυτή η άμμος,
που μάταια τα κάστρα μας αφήνουμε εδώ,
που σβήνει αυτά τα ίχνη μας υστέρα από λίγο,
κι αναρωτιέσαι ολότελα πως έφτασα εδώ;

Στα χρόνια αυτά ο άνεμος με δύναμη φυσούσε,
και άρχισε, άμμο χρυσή, να σε τραβάει μακριά…
Έχανα την λειότητα στην παραλία εντός μου,
τα βράχια μου εμφανίστηκαν και ήτανε σκληρά…

Και βρήκα μέρος να σταθώ δίχως να με λερώνει,
και σταθερό κι απόλυτο να το εμπιστευτώ,
μα έχασα το μαλακό το άγγιγμα τις άμμου,
και τα κοχύλια που αγαπώ εδώ δεν τ’ αποκτώ…

Έτσι συχνά ξανοίγομαι στις παραλίες του κόσμου,
εκεί σε κάποια αμμουδιά τα λέω με την σιωπή,
τα συζητάω στα κύματα και σκέφτομαι εντός μου
πως αύριο θα ‘ναι όμορφή κι αυτή η ανατολή…

(Ρόλος 0 Αφηγητής)
Αυτές ήταν οι λέξεις του, που έδωσε στον ήχο,
κι ήχος το εμπιστευτικέ και το ‘κανε παλμό,
από αυτή την άποψη απλώθηκε στο χώρο,
κι από την άμμο φτιάχτηκε κάτι το μαγικό.

Ήταν η αντανάκλαση του ίδιου προσωπείου
όμως ήταν διάφανη, απόλυτη, ψυχρή.
Αυτή, σαν έβγαλε φωνή κρυστάλλινο είχε ήχο,
μαζί με μια αντιλαλιά σα να ‘τανε κενή.

(Ρόλος 2)
-Αφού το χώμα που κρατάς δε το υπολογίζεις,
είμαι εδώ για να σου πω η άμμος τι θα πει,
Αυτή η μαλακή ύφη που τόσο υποστηριζεις,
με τη φωτιά ή την πίεση, γεννιέται σα γυαλί.

Και το γυαλί θερμότητα δε θέλει, την αρνείται
το φως μόνο ανέχεται και το καθοδηγεί,
με εκείνη τη διάθλαση που προκαλεί εσκεμμένα,
για να ανάψει μια φωτιά, το φως να εμφανισθεί…

Εύκολα αυτό που αγαπάς θα γίνεται κομμάτια,
και τα κομμάτια δε μπορείς πίσω να τα κολλάς,
έτσι φαντάσου θρύψαλα που θα ‘χαν δει τα “ματιά”,
άμα δεν είχες μέσα σου κομμάτια της στεριάς…

(Ρόλος 0 Αφηγητής)
Αυτά είπε και έσπασε μπροστά του σε κομμάτια
γιατί δεν είχε δύναμη άλλο να κρατηθεί,
η πρώτη η σταγόνα της που κύλησε απ’ τα μάτια
τη ράγισε ολόκληρη μέχρι να διαλυθεί…

Μα ο «θεός» που θύμωσε μ’ αυτή την ειρωνεία,
ξεκίνησε νεροποντή σωστή θεομηνία,
αστράψανε οι ουρανοί, κύματα σα θηρία
σα να ‘πέφτε η θάλασσα πάνω του με μανία!

Κι ο νέος αποκρίθηκε…

(Ρολος1)
Αχ να ‘μουνα νερό,
να ταξιδεύω ελεύθερος στη θάλασσα να ζω,
Στάλα να ‘μαι στα σύννεφα, μαζί τους να πετάω.
να δω το κόσμο από ψηλά στ’ αστέρια να μιλάω

Είναι το χώμα μου βαρύ είναι σκληρές οι σκέψεις,
αν ήμουνα από νερό... θα έρρεα σαν τις λέξεις…
Θα ήμουνα και εύπλαστος, δίχως ποτέ να σπάσω,
και θα μπορούσα πλάσματα έτσι να ξεδιψάσω…

(Ρόλος 0 Αφηγητής)
Και σταματάει η βροχή… Σα μάλλον από πείσμα
γιατί αυτός ο νεαρός δεν έμαθε… και κρίμα,
μάλλον δε το κατάλαβε το μάθημα στη ζήση,
ότι εσύ το εκτιμάς, κάτι θα στο στερήσει!

Κι άμα τα πάντα εκτιμάς και τους θεούς θυμώνεις,
παίρνεις μαθήματα σωρό, τα λες και καμαρώνεις,
Κι εκείνοι για να μάθουνε, να δούνε τι σκαρώνεις,
πάντα σε δοκιμάζουνε κι εσύ… το μετανιώνεις…

Αυτά που είπα τώρα εγώ, τ’ σκέφτηκε η σταγόνα
όπου κυλούσε αργά-αργά να αφεθεί στο χώμα…
και που την διάλεξε ο «θεός» μαθήματα να δώσει,
και ένα σώμα από νερό της έχει παραδώσει…

(Ρολος3)
-Άνθρωπε ξέρεις τι ζητάς ή λες λόγια του αέρα;
Εσύ που όλα τα κρατάς και γεύεσαι τα ωραία!
Εσύ έχεις ένα «ΕΓΩ» που σε απομονώνει,
θέλεις να έχεις, να κρατάς, γι αυτό μένετε μόνοι!

Να σου το δείξω πιο καλά να το αποδεχθείς,
«έχω» σημαίνει προσπαθείς κάπου να βασιστείς,
έχεις ιδέα, άποψη, σπίτι να κοιμηθείς,
κι απ’ όλα περισσότερο έχεις πολλά να πεις…

Και όσο πιο πολλά κρατάς με έχω και με ξέρω,
τόσο πιο δύσκολα χωράς σε περιβάλλον ξένο!
Δεν έχει κάτι το νερό που εύπλαστο το κάνει!
Απλά δεν έχει όλα αυτά, που το μυαλό σου πιάνει…

Δε κουβαλά του Σίσυφου ποτέ την άγια πέτρα
και δε το νοιάζει αν τα στραβά θα ξεριζώσει δέντρα
Ακολουθά τη φυσική, πορεία των πραγμάτων
και βοηθάει στη ζωή και στη φθορά των πάντων.

Να αρκείσαι που η θάλασσα τα βράδια σε ακούει,
και να τιμάς το βάρος σου που κουβαλάς σε χώμα,
καθένας απ’ τη φύση του κάτι έχει να μάθει,
‘λευθέρωσε το Σίσυφο και ζήσε λίγα χρόνια…

(Ρόλος 0 Αφηγητής)
Τώρα ο νέος σώπασε. Μέσα του μετανιώνει.
Μετανοεί. Το σκέφτεται, τα δάχτυλα κοιτά.
Γυρίζει προς τον ουρανό, τα χέρια του σηκώνει
και πια φωνάζει δυνατά, γεμάτος σιγουριά!

(Ρολος1)
Αρά δεν υπάρχω;
Τίποτα δεν άρχω,
μάρτυς μου ο θεός!
Παίζω σε ταινία;
Σα μια ιστορία
είμαι ηθοποιός;

Ψεύτικες εικόνες,
της ψυχής αγώνες
σε υπερβολή…
Είμαι μόνο ο ρόλος,
ή μία ιδέα που πήρε ζωή;

THE END

Δημοσίευση στο stixoi.info: 26-03-2024