Άτιτλο

Δημιουργός: Nemo, Odysseus Nemo

.. και λίγο δύσπεπτο.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[align=center]
Στης ελπίδας τ' όνειρο, σου φώναξαν και 'φυγες.
Στης αγάπης τ' ανεκπλήρωτο, σε δίκασαν και πέθανες.
Νεκρά τα χρόνια π' ακολούθησαν
Άδεια τα όνειρα που σε συντρόφεψαν.
Το φιλί, που κάποτε έδωσες, στο επιστρέφουν φαρμάκι.
Η σμιλεμένη σου πίστη, δεν υπάρχει στων ματιών τη λάμψη.

Τη δική σου ψυχή δεν ένιωσαν
κι ας είδαν το μαρτύριο.
Τη μορφή, των προσώπων τους, έκρυψαν
σ' ένα εύκολο συλλαλητήριο.

Δύο νύχτες ενώθηκαν, για να βγάλουν φεγγάρι.
Εφτά φορές πληγώθηκες, στη δική του τη χάση
Μοναξιά στην άβυσσο.
Μακρινή η οδός για τον Παράδεισο.
Η ζωή, που σου 'δωσαν, ήταν δικό τους κομμάτι.
Την αυγή, που σου 'κλεψαν, την έκαναν εφιάλτη.

Αχ ! να 'ρθει μεμιάς το σύννεφο
και να φέρει βροχή από σίδερο.
Ο αέρας που κάποτε δρόσιζε
τώρα φέρνει φωτιά και δηλητήριο.

Τη λύτρωση, που έψαχνες, σε σταυρό την κάρφωσαν,
Τον κόσμο, που λάτρευες, τόπο εξορίας τον έκαναν.
Μακριά, μακριά, μακριά...
Η ζωή, που θέλησες, δεν υπάρχει πια.
Την αλήθεια αμαύρωσαν· και σαν καθρέφτης ράγισε.
Τον αγώνα σταμάτησαν· σαν το πλοίο ναυάγησε.

Αχ και ν' άλλαζε χρώμα το φεγγάρι
να γινόταν μαύρο σαν τον Άδη.
Τις ψυχές των νεκρών ν' αντάμωναν
όσοι τα όνειρά τους πρόδωσαν.

Η αγάπη, που ορφάνεψε, μες στο αίμα σου πάγωσε.
Κι ο ήλιος, που αργόσβηνε, την καρδιά σου μάτωσε.
Πικρό πάντα το ηλιοβασίλεμα·
θλίψης και νόστου συνοθύλευμα.
Ο πόνος, ο δυσβάσταχτος, στις πληγές των χεριών σου φάνηκε.
Και το αίμα, στρυφνό κι ανόθευτο, τη συνείδηση των τεράτων στιγμάτισε.

Μακριά, μακριά, μακριά...
Η ζωή, που θέλησες, δεν υπάρχει πια.
[/align]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 17-12-2006