Το μονοπάτι του Φεγγαριού

Δημιουργός: Νεφελοβάτης

Ακόμα και στο πιο βαθύ σκοτάδι μπορεί να βρεθεί το φως.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Είναι μια στράτα μαγεμένη που καλεί όλους τους εξόριστους σ αυτή τη φυλακή, όλες τις ψυχές που ξέρουνε πως εδώ δεν ανήκουν. Που βλέπουν την ασχήμια, τη βρωμιά, την πραγματικότητα, αυτή που μας πουλάνε, και νιώθουν αηδία. Που γνωρίζουν μέσα τους πως δεν είναι αυτός ο κόσμος για τον οποίο γεννήθηκαν.
Που ψάχνουν την ομορφιά σε κάθε ροδοπέταλο, που τις νύχτες κάτω απ τα αστέρια πασχίζουν να ακούσουν τα τραγούδια των ξωτικών. Που στο άνεμο ψυχανεμίζονται εικόνες από μέρη αμόλυντα, καθαρά, που οι άνθρωποι είναι ζωντανοί και ξέρουν ν αγαπάνε.
Που οι πόλεις είναι κρυστάλλινες και φωτεινές, που αυτό που μετρά είναι η ομορφιά της καρδιάς, η γαλήνη της ψυχής, ο έρωτας, η τέχνη, η αρμονία. Εκεί που η δικαιοσύνη είναι αυτονόητη, όχι γράμματα σε χαρτί, γιατί πηγάζει απ την αγάπη για το συνάνθρωπο. Που ο έρωτας είναι φως που δε σκιάζεται από φόβο, από πόνο, αποστάσεις.
Αυτό το μονοπάτι μπορείς να το δεις ολοκάθαρα κάτι καλοκαιρινά βράδια μαγεμένα. Δίπλα στη θάλασσα. Απ την ακρογιαλιά και της πιο σάπιας πολιτείας. Είναι αυτό που σε καλεί όταν ανατέλλει το φεγγάρι απέναντί σου και σκορπίζει το φως του στη θάλασσα. Από χρυσό κι ασήμι είναι φτιαγμένο και ψιθυρίζει μυστικούς σκοπούς στις ονειροπόλες ψυχές. Για να κάνουν το ταξίδι τους όσο υπάρχει καιρός. Πριν τα δεσμά και η σκουριά του μακελάρη χρόνου τις θάψουν κάτω από τόνους «πρέπει» και «αλλά». Πριν απομείνουν μόνες τους να ουρλιάζουν στο σκοτάδι.
Είναι αυτό για το οποίο τραγουδούσανε αρχαίοι τροβαδούροι, αυτό που βλέπεις στα μάτια ετοιμοθάνατων που δεν τόλμησαν το δρόμο τους να πάρουν, όσο είχαν καιρό, και φέγγει μαζί μ ένα δάκρυ που κυλά στο νεκροκρέβατό τους.
Είναι αυτό που αν το δείξεις σε κανένα σώφρονα και λογικό σου φίλο, θα σου πει: Ναι είναι όμορφο, υπόσχεται πολλά, αλλά πρόσεχε, τη στράτα αυτή αν πάρεις, μπορεί και να χαθείς. Κανείς δεν ξέρει που βγάζει, και κανένας που την πήρε δεν γύρισε ποτέ..
Όμως σαν το χεις δει, σαν έχεις το κάλεσμα ακούσει, σαν δες τα μάτια αυτών που δεν τόλμησαν, ξέρεις πως είσαι έτσι κι αλλιώς χαμένος αν δεν φύγεις.
Μονάχα πρόσεχε, γρήγορος να σαι και δυνατός αφότου ξεκινήσεις. Γιατί κάθε τι το μαγικό, δεν μπορεί να μείνει για πολύ στο μαύρο τούτο κόσμο. Και υπάρχουνε και φύλακες, γιατί απ το σκοτεινό κελί δεν φεύγεις χωρίς να δώσεις μάχη. Σειρήνες που ουρλιάζουν έξω απ το φως και σε προσμένουν. Η άβυσσος που σε καλεί μες τη ζεστή της μήτρα. Στη σιγουριά του τίποτα της έλλειψης του πόνου.
Υπάρχουνε και σύμμαχοι, υπάρχει το φεγγάρι. Αυτό που σε φωτίζει, που απαλύνει τις κραυγές, αυτό που σε γιατρεύει. Αυτό που σου θυμίζει το όνειρο που λαχταράς.
Αρκεί να μην κοντοσταθείς, να μην κοιτάξεις πίσω. Χρόνος να ξαποστάσεις δεν υπάρχει. Γιατί και κείνο προχωρά, κι άμα σε δει να αργείς, μπορεί την πλάτη να γυρίσει.
Και τότε πια αλλοίμονο, θα δεις ενώ χάνετε το φως, τα δόντια του Λεβιάθαν. Που σαν στοιχειό απ την άβυσσο βγαίνει για να καταπιεί ξεστρατισμένες ψυχές, που τόλμησαν να ονειρευτούν.
Ακόμα και τότε, αν έχεις πίστη στην καρδιά θα δεις στον ουρανό το στερνό το πεφταστέρι, εκείνο που χες δει παλιά κι ευχήθηκες να φύγεις. Και αν την αλήθεια της ψυχής σου ξαναβρείς, μπορεί και να περάσεις. Και το φεγγάρι σου να βρεις…

Δημοσίευση στο stixoi.info: 25-03-2007