Καρπός ερώτων

Δημιουργός: AceOfSpades, Σπλατς

και έχω να δηλώσω ότι η Μπογκοτά έχει τα καλλίτερα κορίτσια

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[color=black][font=georgia]Ξακρίζω χνώτα διάφανα , γεννιούνται πεφταστέρια
πάνω σε στήθος φεγγαριού πρωτόγαλα βυζαίνουν
χρυσά ποστάλια έφηβα στο νου μου εκατεβαίνουν
σακάτης είμ’ ωκεανός κι οι ρότες δεκανίκια.

Φτωχές μου χούφτες στο νερό , με φύκια και λιοδάκρυ
μπολιάστε μου μια ξενιτιά και φέρτε δραγουμάνους
σ’είδωλο κέρινο – ψυχή ‘ μερίστε με σ` εράνους
που οι τροπικοί ασάλευτη με όρισαν πυξίδα.

Το κεχριμπάρι εκύλησε σαν ώρα απ’το ρολόγι
της λογικής ξεστράτισε , την τέφρα ζητιανεύει
μην το μαλώνετε άνθρωποι, δάκρυ ‘ναι π’αλητεύει
Θε μου τι όνειρα αγρικώ στης νάγιας το κοφίνι.

Στα όρια χρονοσμίλευτοι δυο καλογερασμένοι
κωπηλατούν για εξοχές , με πέρνουν μαθητούδι
στύβουν καρπούς παράδοξους ταΐζουν με , με φλούδι
κι όπου σταλιάζει τ’ αίμα των , Ικάροι ξεφυτρώνουν.

Γυρνάει ο ένας μ’άλογου τριποδισμό θριάμβου
πετάξ`τε ωρέ ! Νέοι είστε σεις .. Και μη φοβάστε ήλιους
ντροπή τα λιγονιάτα σας μπρος σε καθρέπες κοίλους
‘βοδιάστε με τ’ αρώματα σ’αποβροχιάς σκουτάρι

Μα να ‘χω ελπίδα καταγής ;..! χασομερώ και λέω
κι απλώνω ρίζα καστανή στων άχραντων χωμάτων
τρίχρωμη εβγήκε δέσποινα απ’των χαρακωμάτων
και κόχλασ’ η μητέρα της που ‘χει καράβια φύλλα

Άλλαξ΄η νύχτα φορεσιά στο κέδρο και στο κρίνο
το μελανό υποκάμισο με το λευκό γιλέκο
σχεδόν δεν τα ξεχώρισα προτού να φέξει δρέπω
μοσχοβολιά κι αγουρανθή απ` τ’ αχείλι του δευτέρου..

Kι είπαν : Η μαντική ανέγγιχτη κι ο λόγος χαλκωμένος
σύρμα που φράζει εκκλησιές , τζαμιά και πόσους φάρους
αγιογράφους άνεμους κι ιμάμηδες τους γλάρους
στο κέντρο ένα ηφαίστειο κι αντί για μάγμα ασβέστης.

Κι είπαν : Η μαντική ανέγγιχτη κι ο ρήγας σκλαβωμένος
στέμμα τρανό διάσημο σπάζει καρδιές και πέτρες
μια κυνηγάει ονείρατα με πράσινες φαρέτρες
μια σε φαράγγια οι φύτρες του , ποτάμι θολωμένο

Κι είπαν : Η μαντική ανέγγιχτη και ο κορμός ντυμένος
έχει φτιασίδια ελαστικά , και ξώφτερνα σαντάλια
ερήμου σκόνη πούδρα του κι ο λίβας μια τανάλια
στα κλώνια που `χει μπέρτα του ηχώ λευκού θανάτου.

Κι είπα : Δεν είναι που παρέμεινα ,γέροντες , στις λιοπάνες
είναι που χτένισα καρπούς και πέφτουνε κοχύλια
γλυκιά αρμύρα έσταξα σ’ανθρώπινα καντήλια
Κι είπα : Δες ! δες τώρα εγώ .. Βοήθα .. Πες με φίλο....

...

Κάπου φωλιάζει απάτριδος καρπός αχνών ερώτων
που μέσα στον πυρήνα του , άγουρο κρύβει σύμπαν
σήκωσ’ αν θες τα μάτια σου - τα μάτια σου έχει σχήμα
χαμήλωσε τα μάτια σου να πιω από τις σοδειές σου... [/color][/font]



{Α}

Δημοσίευση στο stixoi.info: 03-05-2007