Η Άτυχη Πριγκίπισσα (2ο μέρος)

Δημιουργός: AceOfSpades, Σπλατς

..χμμ...για 3 τεύχη το πήγαινα... Ιλιάδα μου βγαίνει...να δούμε...και έχω να δηλώσω ότι ο Τζέι Αρ Αρ Τόλκιεν ήταν ένας ατάλαντος και δίχως φαντασία συγγραφέας..χαχαχα... χμμ...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[...]

[color=black][font=georgia]Τότε το είδε. Επάνω από τον Πύργο των Ρόδων , το πιο ψηλό κτίσμα του παλατιού στο οποίο αναρριχούνταν αιωνόβιες χιλιομύριστες τριανταφυλλιές που του είχε χαρίσει ο Μέγας Σάχης της Περσίας , είδε ένα μαύρο σύννεφο στο σχήμα ενός κύκλου. Και αυτό το σύννεφο σα να ανάσαινε και να ξεφυσούσε. Χαμήλωνε , χαμήλωνε.. Και τότε σα να έκανε μια χοάνη και άρχισε να ρουφά ό,τι ανθρώπινο υπήρχε μες το παλάτι του. Ο σίφουνας πρώτα τράβηξε όλους τους αυλικούς , μετά τη γυναίκα του και έπειτα τις δύο μεγαλύτερες κόρες του. Αλίμονο.. Επάνω στο σύννεφο το οποίο είχε μετατρέψει σε άτι , ήταν η μικρή του κόρη , κρατώντας ένα μαύρο χαλινάρι το έστρεψε ανάποδα του αγέρα που φυσούσε , κατά τη δύση και βάλθηκε να τριποδίζει εις τους αιθέρες.
Σα να ξύπνησε από το όραμα ο βασιλιάς. Έτρεξε κατ’ ευθείαν στους στάβλους του και διέταξε με κοφτές κουβέντες τον πρώτο ιπποκόμο που βρήκε μπροστά του να σελώσει το άλογο του και το άλογο της μικρής πριγκίπισσας.
Έπειτα , ανέβηκε στα δωμάτια και φανέρωσε στη βασίλισσα τους σκοπούς του. Η βασίλισσα κλαίγοντας προσπάθησε να τον μεταπείσει μα αυτό ήταν αδύνατο. Αποστρέφοντας το κεφάλι του , τη διέταξε να την ετοιμάσει και να της πει να κατέβει στα αίθρια της δεξιάς πτέρυγας με τα αηδόνια. Ο βασιλιάς κατέβηκε και περίμενε. Η βασίλισσα φώναξε αμέσως τη βάγια της μικρής πριγκίπισσας. Της είπε να φέρει τα τρία πιο πολύτιμα φορέματα που υπήρχαν στον κόσμο και που τα είχε χαρίσει στη βασίλισσα η μητέρα της , η αρχόντισσα των Μικρών Πλασμάτων , και σε αυτή η δικιά της μητέρα , επίσης και σε αυτή η προγονή της με τη σειρά όλες η κάθε μία κληροδοτούσε αυτά τα μυστικά φορέματα από και έως το βάθος των αιώνων.. Η βάγια υπάκουσε με μια μικρή υπόκλιση και ένα ελαφρύ χαμόγελο να διαγράφεται στο λείο και αρυτίδωτο – παρά την μεγάλη της ηλικία – πρόσωπο. Σε ελάχιστα λεπτά , μπήκε ξανά στο δωμάτιο της βασίλισσας κρατώντας ένα πανέμορφο δερμάτινο βαλιτσάκι με ασημένια χερούλια και έναν επίσης ασημένιο μυθικό δράκο , γλυπτό , όρθιο επάνω στη κορυφή του σκεύους , ακοίμητο φρουρό και θεματοφύλακα του περιεχόμενου. Ασκώντας πίεση με τον αντίχειρα σε δύο σημεία ταυτόχρονα στα πλάγια , το βαλιτσάκι άνοιξε και μια λάμψη , δυνατότερη των βόρειων αστεριών πλημμύρισε το δωμάτιο. Η βάγια , έβαλε τα χέρια της μέσα στο βαλιτσάκι και με περίσσια φροντίδα άρχισε να βγάζει τα φορέματα για να επιθεωρήσει η βασίλισσα.
Το πρώτο φόρεμα ήταν μια αναπαράσταση , κεντημένη επάνω σε λευκό και γαλάζιο μετάξι , η θάλασσα με τα ψάρια. Ωκεανοί , αρχιπελάγη , θάλασσες , νησιά , βυθοί με κοράλλια και ανεμώνες , καθώς και όλα τα είδη των θαλάσσιων πλασμάτων από μεγάλα κήτη μέχρι μικρά χελιδονόψαρα και από μυθικούς τρίτωνες έως ποντοπόρες καραβέλες υπήρχαν κεντημένα επάνω με χρυσές και ασημένιες κλωστές. Και είχαν οι ωκεανοί κι οι θάλασσες αντί για κύματα τοπάζι σπάνιο και μπριγιάντια. Και τα νησιά ήταν σχηματισμένα από πανέμορφα σμαράγδια και κεχριμπάρια. Και είχαν τα πλάσματα αντί για μάτια και λέπια, ζαφείρια και ρουμπίνια. Τόσο αστραφτερό και όμορφο που θα μπορούσες να χάσεις τη πνοή , την ανάσα σου , μια ματιά να έριχνες και μετά να αποτραβούσες το βλέμμα σου έπρεπε για να μη θαμπωθείς. Προσεκτικά το έστρωσε στο κρεβάτι και έβγαλε το δεύτερο φόρεμα.
Το δεύτερο φόρεμα, ήταν η Γη με τα Λουλούδια. Κεντημένα στο πιο απαλό βαμβάκι που ευδοκιμεί στις πεδιάδες του Νείλου ήταν όλα τα λουλούδια που υπάρχουν επάνω σε αυτόν τον κόσμο . Μια άνοιξη φωτεινή αστραποβολούσε , μεθυστικά αρώματα ανέδιδε το μαγεμένο φόρεμα , ποντισμένο για 14 ημερόνυχτα στο Άλικο Ύδωρ , στο Νερό με τα Λόγια που το φυλούσαν εξήντα Νεράιδες τα βράδια και εξήντα Κένταυροι από το πρωί και έως ότου δύσει ο ήλιος. Φύλλα χρυσού είχαν τα λουλούδια. Και αντί για γύρη είχαν μαργαριτάρια , όλων των ειδών και των χρωμάτων , και αντί για μίσχους κρυστάλλους σπάνιους από τα αιώνια σπήλαια. Οι μυρωδιές του σε λίγωναν και σε μεθούσαν , δούλο μπορούσαν να σύρουν τον αυτοκράτορα και τον δειλό να τον κάνουν να μονομαχήσει μέχρι θανάτου με τον καλύτερο υπέρμαχο , αρκεί να τον άγγιζε μια ρανίδα από τη μέθη που απέπνεε αυτό το δεύτερο φόρεμα. Προσεκτικά το έστρωσε και αυτό, δίπλα στο άλλο και λέγοντας μια ευχή που δεν έχει ειπωθεί ξανά από τότε , η βάγια έβγαλε το τρίτο φόρεμα...[/color][/font]




Τέλος 2ου μέρους


{Α}

Δημοσίευση στο stixoi.info: 24-07-2007