Η βαρκούλα

Δημιουργός: esxatos, παντελεημων

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Βαρκούλα μου π’αρμένιζες κάποτε σε πελάγη
ακρογιαλιά ψάχνεις να βρεις κλειστη ζεστη αγκάλη
Μαζι κι ο γέρο Νικολός πούταν ο σύντροφός σου
Ζεστό απάγκιο θε να βρει μιας γέρικης αγάπης

Ταξίδια κάνατε πολλά και τα όνειρα αλήθεια
Και με κουπιά οργώσατε της θάλασσας τα στήθια
Γοργόνας ακούσατε λαλιά παράπονο αιώνιο
π’ αγάπη έψαχνε να βρει, πρόσωπο αγαπημένο

Τον Οδυσσέα είδατε να ψάχνει την Ιθάκη
με δάκρυα στα μάτια του π’ ανάδευε ο αγέρας
για ένα φιλί στερνό στην τίμια Πηνελόπη
την αγκαλιά της Κίρκης άφησε και τύφλωσε το τέρας

Κλάμα ακούσατε σπαρακτικό της νιόπαντρης της κόρης
και με το θρήνο κλάψατε της άμοιρης της μάνας
σαν αποχαιρετούσανε γιο, αδελφό, πατέρα
που πείρε μαζί της στα βαθιά η μαύρη η μπρατσέρα

Γαλάζιο απέραντο εχόρτασες με άσπρο στολισμένο
Κι ήρθε η ώρα άγκυρα να ρίξεις κι έναν κάβο
Να λες και σ’ άλλους πως μπορούν όπου τολμούν να πάνε,
αρκεί το νου τους νάχουνε σ’ ύφαλους και σειρήνες.

Ταξίδια άλλα δεν θα πας, δέσε τα τά πανιά σου
τώρα η μάνα θάλασσα χαϊδεύει τα ύφαλά σου
Όνειρα πια γλυκά θα ζεις δεν θα βρεις τρικυμίες
σε χείλια γλυκοστάλαχτα που λένε ιστορίες

Μόνο το γέλιο κι η φωνή σου λείπει του Νικόλα
που γέρασε και δεν μπορεί τώρα να λύση κάβους
νάχει το διάκι στο δεξί και το πανί στη πλώρα
να καβαλάει τα κύματα και να γητεύει ανέμους

Αγιε Νικόλα μου θαλασσινέ πολύ σε αγαπούσαν
κι ο Νικολός κι η βάρκα του με σε μονολογούσαν
κάνε να έρθουνε κοντά ξανά οι δυο φίλοι
μαζί πια να σαλπάρουνε για το στερνό ταξίδι

Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-03-2008