Μεγάλε μαιτρ / Την είδα /χίμαιρες

Δημιουργός: AndreasChristodoulou

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μεγάλε Μαιτρ!

Μεγάλε Μαίτρ!σου χαράξαν λαμπρό πορτραίτο στο γυαλί
Και σου ανάψανε της δόξας το λυχνάρι
Σε υμνήσαν και σε χάϊδεψαν τόσοι σοφοί πολλοί
Που πιά κι εσύ γελάστηκες κι η τρέλλα σ’έχει πάρει

Μα εγώ που σ’είδα απ’την καλή,χλωμέ ρωμαντικέ
Απο το ψεύτικο γυαλί τη φάτσα σου θα σβήσω
Με της αλήθειας το σκληρό και δυνατό διαμάντι,και
Μιαν γλώσσαν ασυνήθιστη θα σου μιλήσω

Και πρώτα σκέψου πως δεν έχω εγώ φτερά
Ήρτα στη γής μονο με χέρι και με πόδι.....
Γι’αυτό ζητώ να μου τα πείς καπως πιο απλά και καθαρά
Εκείνα τα λαμπρά σου ιδεώδη........

Μα δε μπορείς .........Εσύ μέσα στα νάματα
Ποτίστηκες και λούστηκες της Κασταλίας βρύσης
Θεία μανία σε κρατά και σε μεθούν οράματα
Και να κραυγάζεις έμαθες ,δεν ξέρεις να μιλήσεις

Θ’αρχίσεις με θαυμαστικά κι επιφωνήματα να λές
Για τα φτερά της φαντασίας πως καπου τάζησες και τάειδες
Για το λαμπρό μας παρελθόν...κι οσο για το παρόν θα κλαίς
Που πέθαναν εκείνες τω δασών μας οι νεράϊδες

Ή γέρνοντας ανάστροφα την ένδοξη σου κεφαλή
Θ’αρχίσεις στίχους ,στίχους,στίχους,.......το φεγγάρι
Τα λούλουδα θα τραγουδάς τη δύση την ανατολή
Και μια γυναίκα αερόπλαστη το νού που σούχει πάρει

Ετσι είναι τα βιβλία σου μα αν θέλεις την αλήθεια νά
Τούτη η γυναίκα που έγειρε μέσα στην αγκαλιά σου
Τούτος ο μαύρος άνθρωπος που σου δόθηκε τρελλά
Θάναι για σένα του μελλοθάνατου η θελιά σου

Μα εγώ ο μικρός που δεν μου δόθηκαν φτερά
Κι ήρτα στη γής μόνο με χέρι και με πόδι
Δεν θα τα νιώσω αν δεν τα πείς καπως πιο λίγο καθαρά
Ετούτα ή τ’άλλα τα λαμπρά σου τα ιδεώδη.

Κλείσ’τα φτερά σου κι άφησε για λίγο τ’ουρανού
Τον κόσμο κι έλα πα στη γής κι εσύ να περπατήσεις
Κύττα κι εσύ τον άνθρωπο μ’ανθρώπινη καρδιά και νού
Κι ισως απ’τα ονείρατα που σε μεθούν ξυπνήσεις......

Για μια φορά κάτω στη γης σκύψε κι εσύ τ’αυτί
Θ’ακούσεις βόγγους και βρισιές κι αντάρα που δεν πάυει
Όμως δεν είναι δαίμονες οι κολασμένοι αυτοί
Είναι,της ζωής οι χλωμοί τυρραγνισμένοι σκλάβοι

Αλλού ας μην πάμε ...περιττό το βρίσκουμε κι σύ κι εγώ
Κάθε μου κόπος θα χαθεί,κάθε προσπάθεια θ’αποτύχει
Δεν είναι ανθρώπινο κορμί τούτο που δίπλα μου οδηγώ
Είναι ένα πλήθος σκοτεινοί και μεθυσμένοι στίχοι

Μα η ανθρωπότης των φτωχών που μάχεται και που πονά
Και ψάχνει για να βρεί το φώς μακρυά απ’τους δικούς σου δρόμους
Οταν ακούει σ’απαντά με πέντε δάχτυλα ανοιχτά
Και μ’ένα γέλοιο και περνά ,σηκώνοντας τους ώμους .......

................................................................................................................................................................................


Την ειδα


Είδα την αγάπη μου στο δρόμο
Κι ευθύς ο δρόμος έγινε δρόμος ονείρου
Διάβηκα στο πλάϊ της σα διαβάτης
Κι όλη η ψυχή μου άνθισε ως σε άνοιξη
Χαθήκαμε κι δυό στη κίνηση της πόλης
Αλλά πλούτισαν οι αναμνήσεις μας
Με την εικόνα του άλλου ζωντανή
Και συντροφιά τα δυό του μάτια φωτοβόλα
Μαζί μας φύλακες Άγγελοι,
Αιωρούμενα τα βλέμματα της αγάπης

Περπατήσαμε νυχτερινά ,σα θεοί
Σε δασώδη βουνά σε συννεφιές μουντές
Χάνονταν οι συνομιλίες μας σε αιώνιες εκτάσεις
Σκοπός κανένας ,δεν μας οδηγούσε σ’αυτούς τους περιπάτους
Ήταν η ξενοισιά και η αμεριμνησία των σκοτεινών κόσμων,
Η ευτυχία του μυστηρίου που κρατώντας μας απ’το χέρι μας οδηγούσε
Δεν μας ετάρασσε η συνάντηση των ρυακιών,των πουλιών τα πετάγματα
Ούτε το φύσημα των ανέμων,ούτε ο θόλος της υγρασίας
Όλα ήταν γοητεία,και δώρα ουράνια,κι ανάπαυση πάρα πολλή

Αλλά ήρθε ο χρόνος να σημάνει,ο γήινος ,
Με τους μεταλλικούς του ήχους
Που,αυτοί,περνούνε αλάθητα ,σα σφαίρες ,τα διαστήματα
Και φθάνουν ως εμάς ,ήρθαν τα ρόδινα σύννεφα της αυγής ,
Ήρθεν ο ήλιος ,να βγαίνει απο τη θάλασσα και να φωτίζει,
Ήρθεν η μέρα και η σφραγίδα των πλανήσεων μας
Κι οι δρόμοι να πληθαίνουνε απο κίνηση
Περίσκεψη πολλή,ασχολίες εγκόσμιες.
Μόνος προς τη νοσταλγία και την ανάμνηση
Υψώνω τώρα τα χέρια ικετευτικά
Να μου χαρίζει κάποτε
Με όλη τη δύναμη τις στιγμές των ονείρων
Τώρα που φυγαδεύτηκαν ισως για πάντα
Οι τέτοιες απέραντες νύχτες ......

...............................................................................................................................................................................

Χιμαιρες






Οχι δεν είναι ψέμα ή χίμαιρα ,να ζούμε στ’όνειρο κάθε καινούργια μέρα
Όλα ορατά κι αόρατα ,κι εμείς και οι θεοί στην ιδια ζούμε σφαίρα
Κι όμως εγώ δεν βλέπω απο το φώς πούναι μετρημένο
Μονάχα απο την άσωτη αστραπή που μ’έχει τυλιγμένο

Ο χρόνος που νάναι τέτοια ώρα; μια αύρα απ’τη θάλασσα τον έχει πάρει
Σβήστακαν φώτα ,φάροι κι αφήσαν πένθιμο φανό το μακρυνό φεγγάρι
Μα ούτε κι αυτό το βλέπουμε , ισως η ψυχή μας το μαντεύει
Μπορεί,και ν’αρχινά μεσοδρομίς ολοένα να χορεύει.........

Ακόμα ζώ τη μερασμένη ορμή και μέσ’απ’το φτενό το χώμα
Στη γής αυτή ακόμα δε λυτρώθηκε το μυστικά θαμμένο σώμα
Στο κύμα μεσα ,στου χρόνου τ’αντισκόμματα ισως ξυπνήσει πάλι
Για να γευτεί το θάμα ,ανάμεσα στην αναγάλλια και στην πλήθια πάλη

Ναι,το σώμα μόνο,που απ’το θάνατο μέσα σε τούτη τη σιγή
Απο τη γήν αυτή ,με δυο φτερά ζυγιάζοντας,αργά χωρίς ορμή
Μπορεί ,κι όλο ποθεί Εσέ να δεί και ν’αντικρίσει
Το νικητήριο σάλπισμα να βγεί και να σαλπίσει

Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-05-2008