Παραμιλητό

Δημιουργός: velico, Καλλιόπη

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Αυτά μουρμούραγε μια μάνα, μια γιαγιά
Που ήταν τα μάτια της πιο ξέθωρα απ’ τον ήλιο
Μα είχανε κάτι απ’ τη δική του τη φωτιά
Δεν ήταν βλέμμα γερασμένο, άδειο, στείρο

[I]Θάλασσα , κόρη μου , η ζωή και μείς περνάμε
Πάνω απ’ τα κύματα χωρίς να τη γευτούμε
Μες την αλμύρα της μισούμε κι αγαπούμε
Πα στην πνοή της κοιμόμαστε, ξυπνούμε

Θάλασσα , κόρη μου, η ζωή και ξεγλιστράει
Μέσα απ’ τα δάχτυλα, δε λέει να σταθεί
Μόνο τ’ αλάτια της αφήνει στο πετσί
Για να ψηθούμε και ακμαίοι να μπορούμε

Λίγοι αυτοί στα βάθη που βουτούνε
Λιγότεροι όσοι ξαναβγαίνουν στον αφρό
Μα τότε λόγια ακατανόητα μιλούνε
Και νοσταλγούνε μαρασμένοι το βυθό

Ψάχνουν αέναα στεριά να αναπαυθούν
Μα είναι μύθος και αρνιούνται να πιστέψουν
Ακούν σειρήνες και τυφλά ακολουθούν
Ψάχνουν ηγέτη καπετάνιο να τον στέψουν[/I]

Αυτά μουρμούραγε μια μάνα, μια γιαγιά
Μία φιγούρα από γκραβούρα λες βγαλμένη
Που προσωνύμια της ταιριάξανε πολλά
Ένα μονάχα δεν της πήγε…βολεμένη

Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-06-2008