Ο πίνακας

Δημιουργός: jenny

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ο ΠΙΝΑΚΑΣ

ΕΥΓΕΝΙΑ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

¨Έμενε στου Ζωγράφου. Σε ένα μικρό δυαράκι. Διαμπερές. Το μπαλκόνι του έβλεπε στο ακάλυπτο. Στο 5 όροφο. Θεώρησε ότι είχε κάποια ασφάλεια. Φεύγοντας άφησε τα παραθυρόφυλλα ανοικτά. Επίσης και την μπαλκονόπορτες. Το σπίτι ζεματούσε ξεκινώντας από το δάπεδο της κουζίνας και τελειώνοντας με τον παρκέ. Στην κρεβατοκάμαρα. Μόνο την νύκτα δροσίζονταν .Σκέφτηκε ότι θα ήθελε πολύ όταν θα γύριζε από την δουλειά του να βρει ένα ανθρώπινο περιβάλλον. Να αναπνεύσει καθαρό και δροσερό αεράκι. Και εκεί την πάτησε.
Είναι σοφέρ. Νέος και γεμάτος ενέργεια. Εργάζεται δωδεκάωρο στο τιμόνι. Πρέπει να ξεπληρώσει τα χρέη του. Προσέχει. Δεν πίνει .Καπνίζει πολύ. Τον κρατάει σε εγρήγορση. Κόβει την υπνηλία.. Έχει μία αδυναμία. Στην καλή μουσική. Πήρε δάνειο καταναλωτικό 6.000 για να αγοράσει το συγκρότημα ήχου .Ακούει πολύ ραδιόφωνο, αλλά έχει και μία καλή και πλούσια συλλογή CD και DVD.Τα τέσσερα ηχεία είναι τοποθετημένα σε γωνίες και προσφέρουνε υψηλής ποιότητας ακούσματα. Εκεί ,κοντά στους δίσκους του, χαλαρώνει.
Γύρισε στο σπίτι του χαράματα. Πτώμα στην κούραση και πεινασμένος. Δεν είχε προλάβει να πάρει ούτε ένα σάντουιτς. Βρήκε την πόρτα του σπιτιού του ανοικτή. Κατάλαβε αμέσως ότι κάτι κακό είχε συμβεί. Το σπίτι ήταν άνω κάτω. Οι κλέφτες πήρανε τα πάντα. Και ψάξανε επίμονα λεφτά. Οι κουβέρτες ήτανε κάτω λερωμένες από τις πατημασιές .Η κουζίνα ήταν ο μόνος καθαρός χώρος του σπιτιού. Τις μπίρες τις είχανε καταναλώσει στο σαλονάκι. Όλες! Τα κόκαλα από το κοτόπουλο κοσμούσαν το τραπεζάκι κοντά στην κουνιστή καρέκλα .Πεινούσανε πολύ οι κλέφτες. Οι οικιακές συσκευές ήταν στην θέση τους. Το συγκρότημα ήχου είχε κάνει φτερά. Μαζί και οι συλλογές. Ήταν μουσικόφιλοι οι κλέφτες! Η τηλεόραση είχε ξεχαστεί επειδή ήταν παλιά συσκευή. Το λεηλατημένο σπίτι δεν τον χωρούσε. Έφυγε χτυπώντας δυνατά την πόρτα. Περπάτησε πολλές ώρες .Στο δρόμο. Ένοιωθε ότι τον είχανε βιάσει. Δεν ήταν γυναίκα αλλά πιθανολογούσε ότι έτσι πρέπει να νοιώθουν. Οι γυναίκες. Όταν τις βιάζουν. Ένοιωθε βρώμικος και ταπεινωμένος. Είχε διαλέξει με τόση αγάπη το κάθε κομμάτι, το κάθε δίσκο.
Μετά από ώρες γύρισε σπίτι. Η ψυχή του ήταν μαύρη. Η καρδιά του πενθούσε. Και τότε το είδε. Τον πίνακα. Στο τοίχο. Το είχε ζωγραφίσει μία φίλη. Της είχε δώσει την φωτογραφία του πατέρα του. Χαμογελαστός σε ένα χωράφι με παπαρούνες. Η φωτογραφία είχε βγει πριν πολλά χρόνια. Όταν ζούσε ακόμα. Η φίλη του τον είχε ζωγραφίσει με ακουαρέλες και πολύ ζωντανά χρώματα .Η γνώριμη φυσιογνωμία με την χαρακτηριστική έκφραση καλοσύνης πρόσδιδε λάμψη και χάρη. Στον πίνακα. Εξέπεμπε μία απίστευτη .Θετική ενέργεια. Μόλις το είδε ένοιωσε πάλι δυνατός.¨ Έτοιμος να αντιμετωπίσει .¨Όλες τις φουρτούνες .Ναι! οι κλέφτες δεν ήταν φίλοι των εικαστικών τεχνών. Υποτίμησαν τον πίνακα ή δεν το είδανε καθόλου. Καλύτερα!
Μετά πήγε στο Αστυνομικό Τμήμα για να αναφέρει .Την κλοπή. Το είπανε ότι σε όλη την γειτονιά ελάχιστα σπίτια δεν έχει αδειάσει .Δεν προλαβαίνουνε να σημειώνουν. Τα συμβάντα .Επίσης του εξήγησαν ότι θα έρθουν σε 4 ημέρες. Δεν έχουνε προσωπικό. Μέχρι τότε να μην αγγίξει τίποτα. Επειδή θα έρθουνε να πάρουνε τα αποτυπώματα .Των κλεφτών. Τον πιασαν τα νεύρα. Τους ζήτησε να μην μπούνε .Στον κόπο. Αυτός είναι καλά. Θα συνεχίσει. Να ζήσει και χωρίς την βοήθειά τους. Δεν τους χρειάζεται!

Δημοσίευση στο stixoi.info: 26-08-2008