Παραλήρημα

Δημιουργός: ΑΝΤΗΣ

Συγχωρείστε με αν την ύβρισα τη μάνα γής -------Αφιερωμενο

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Για μένα η αλήθεια πως άστραψε!
Πως το γνώρισε η μαύρη μου καρδιά
Ω μου φεύγεις ,μου φεύγεις και χάνεσαι
Στα βαθιά τα νερά τα ολοσκότεινα
Και ποιος πίσω θα σε ξαναφέρει,

Ω μου φευγεις,μου φεύγεις και χάνεσαι
Στα βαθιά τα νερά και τα μαύρα
Κι είμαι εγώ κουρασμένος,αδύνατος
Κι ενα μόνο μπορώ ,να σπαράζομαι
Κι ως αγρίμι να σκούζω με πόνο

Χτυπούν στους τοίχους της κάμαρας
Οι φριχτές του θανάτου φτερούγες
Μαύρες ώρες σταλάζουν στους ώμους μου
Τότε η τρέλλα μπροστά μου ορθώνεται
Και με κοιτάει με κόκκινα μάτια ......

Μόνο Εσύ,μόνο Εσύ,παραλήρημα
Μιάς στιγμής τρομαγμένο μεγάλο!
Αστραπή που το νού μου πυρπόλησες
Μόνο εσύ οταν τα πάντα μ’αφήσανε
Στα χρυσά σου με λίκνισες γνέφια

Κοίτα ,κοίτα καλή μου που φτάσαμε!
Εδώ θάναι η πατρίδα των πεύκων........
Ωκεανοί κατεβαίνουνε πράσινοι
Στου βουνού την πλαγιά και φλοισβίζουνε
Την ανάσα τους την μυρισμένη.......

Κοίτα,κοίτα !τα πάντα ειναι διάφανα
Λαγαρά,δροσερά,φωτισμένα
Οι ουρανοί κατεβήκαν γελούμενοι
Και σε απέραντη αγκάλη μας παίρνουνε
Της χαράς εδώ θάναι η πατρίδα

Θα σε βάλω σε κλίνη μετάξινη
Ως σ’αξίζει.....και μπρός σου θ’αστράφτει
Θα γελά τ’ανοιγμένο παράθυρο
Κι οι χυμοί της ζωής θα κυλήσουνε
Μες στην κάμαρα να σε τυλίξουν

Τα λουλούδια που τόσο αγάπησες
Θα στα φέρω αγκαλιές εδώ μέσα
Θα σου γνέφουν τριγύρω χαρούμενα
Θα τους γνέφεις κι εσύ και θ’αρχίζετε
Μιά γλυκειά ,φιλική,κουβεντούλα

Όλα εδώ είναι καλά μεγαλόκαρδα!
Ως κι ανθρώποι καλοί ναι,οι ανθρώποι
Εχουν χέρια λαφριά κι απαλότατα
Να σ’αγγίξουν το μέτωπο
Να σ’αγγίξουν το χέρι

Κι ετσι αγάλια θ’ανθίζεις
Κι έτσι αστέρι στον κόσμο μας
Θ’ανεβείς και θα λάμπεις
Φωτεινή,γελαστή και δροσάτη........

Ω λαμπρό μιάς στιγμής παραλήρημα
Ω μεγάλη κι εξαίσια οπτασία
Τότε η τρέλλα μπροστά μου χαχάνισε
Και σπιθίσαν τα κόκκινα μάτια της
Και γελούσε στριγγά και γελούσε.........

Χαχάνιζαν τα πάντα,γελούσανε
Σαν εβρόντηξε κάτω το χώμα
«καλωσύνες,λουλούδια και λόγια....λόγια
Χα χα χα .......χου χου χου
Ωκεανοί και πεύκα .....»

Οι θεοί δεν μ’ακούσαν σαν έκραξα
Δε γυρίσαν τα μάτια τους κάτω
Σε ουρανούς γαλανούς καθαρότατους
Τυλιγμένοι σε νέφια ολομέταξα
Μακρυνοί σεργιανούσαν και ξένοι.....

Κι η καρδιά των ανθρώπων δεν άνοιξε
Μου ματώσαν χτυπώντας τα χέρια
Μα η καρδιά των ανθρώπων δεν άνοιξε
Όλες μείναν οι πόρτες της άσειστες
Όλες μείναν χιλιοκλειδωμένες

Τι να πώ; Τι να πώ; Mη τ’ανάθεμα να πληρώνει
Η βρισιά κι η κατάρα;
Δεν πληρώνουν ! μα φεύγει η φωνή μου
Σε μια κίτρινη ανέλπιδη έρημο
Και βαρειά φτερουγόντας μιλά πριν να σβήσει:

«Μήτε το αίμα που προσφέρουμε εμείς
Καθώς θυσία απ’τα ζεστά μας στήθη
Μήτε κι εκείνο που στις ώρες της οργής
Στραγγίζουμε απ΄των άνομων τα πλήθη.

Μήτε το δάκρυ που γεννά ο βαθύς λυγμός
Ως του κόσμου τον κουρασμένο κόρφο σφάζει,
Μήτε κι ο ιδρώτας που αναβλύζει ποταμός
Και το πικρό του μέτωπο χαράζει

Μήτε αν ανάβαμε μεγάλη και πλατειά
Στ’απέραντά σου μάκρη και τα πλάτη,
Αχόρταγη ,ακατάλυτη φωτιά
Όλη να φάει την κυρτωμένη σου την πλάτη,

Κι ακόμα ,θα το πώ κι ας είν’βαρύ,
Μήτε το φώς ,μήτε το φώς ακόμα
Κι αν καταρράχτες στο σκορπούσαμε ,ω γή
Να πιεί το διψασμένο σου το χώμα

Δεν φτάνουν να σου πλύνουν την πολλή
Τη βρώμα ,το πολύ σου το σκοτάδι
Εσέ που μπόρειες νάσουνα παράδεισο καλή
Και τώρα μοιάζεις άδη........

Για αυτό ,εγώ που σ’αγάπησα πιο πολύ κι απο μάνα
Ως γής μεγάλη και πλατειά με τα πολλά τα πλούτη
Με τη φωνή που θα ηχήσει πάνω σου ως καμπάνα
Θα σου πετάξω τη βρισιά και την κατάρα ετούτη:

Σα θα γυρίσουν οι καιροί κι οι νικημένοι σα νικήσουν
Θα πρέπει,με σκληρή καρδιά,να σε χαλάσουν όλη
Κι απο τους κύκλους του παντός για πάντα να σε σβήσουν
Μ’ένα λουτρό απο βιτριόλι.........»

Δημοσίευση στο stixoi.info: 06-09-2008