Εμινέσκου_μοναξιά

Δημιουργός: DETOBON

Προσωπική μετάφραση από τα ρουμανικά

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Mihai EMINESCU / Μιχάϊ ΕΜΙΝΕΣΚΟΥ (1850 - 1889)

Μοναξιά


Με πεσμένους τους μπερντέδες,
Στο τραπέζι μου μπροστά,
Κάθομαι και συλλογιέμαι –
Καίει η σόμπα σιγαλά.

Σμύνη ονοίρατα στο νού μου
Και ανάμνησες πολλές,
Τσιτσιρίζουν σαν τριζόνια
Στίς παλιές, υγρές γώνιές,

Είτε πέφτουν στάλα στάλα
Και κυλάνε απαλά,
Όπως το κερί που στάζει
Σ’ένα κόνισμα μπροστά.

Στα ταβάνια οι άράχνες
Άπλωσαν πυκνόν ιστό
Και ολούθε τα ποντίκια
Τρέχουν παίζοντας κρυφτό.

Σ’αυτήν τη γλυκιά ησυχία
Τα ακούω, τα καημένα,
Βιαστικά να ροκανίζουν
Τα βιβλία ένα ένα.

Αχ, πόσες φορές δεν είπα
Στίχους, ίαμβους κι αυτά
Να τα παρατήσω όλα
Κι όλη αυτή την ερημιά !

Αλλά τότε, ποντικάκια
Και τριζόνια, όλα μαζί,
Μελαγχολικό με κάνουν
Και ο στίχος ξαναζεί.

Πότε πότε, πολύ σπάνια…
Όταν καίει η λάμπ’ αργά,
Μόλις τρίξει λίγο η θύρα
Η καρδιά μου αναπηδά…

Είναι [I]Αυτή[/I].Το άδιο σπίτι
Σα να γέμισε, θαρρώ –
Στο σκοτάδι της ζωής μου
Είναι κόνισμα λαμπρό.

Και θυμώνω που ο χρόνος
Να περνάει ακόμα ξέρει
Με την ποθητή όταν είμαι
Χείλι χείλι, χέρι χέρι.


(1878, 1η Μαρτίου)

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-03-2009