Θανατικό

Δημιουργός: Μοιάζω μ'εσένα, Αθανασία Γ.

Αν ήμουνα η Ιουλιέτα σου θα 'ρχοσουν στο μπαλκόνι που καθε νύχτα αυτοκτονούν τα όνειρα μου;

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Σε όχθη απάνεμου γυαλού λαμπύριζε το γέρμα
καθώς ο νιος εκοίταε στα μάτια της το κύμα
απείχαν μόνο δυο οργιές κι ένα μεγάλο βήμα.

Κι έκανε η μέρα το φιλί ν’ανθίζει από το δέρμα
όπως βολβός μέσα στη γης με ρίζες που απλώνει
όμως κανείς από τους δυο δεν έβρισκε την τόλμη!

Κι έμεναν πάντα ανέγγιχτα τα γύψινα τους χείλη
σαν αστραπές που σβήνουνε γι’αντάμωση του κρότου
καθώς γυρεύει ο θάνατος το δίδυμο αδελφό του.

Σ’ένα κρεβάτι έμοιαζαν εντέχνως καρφωμένοι
βαθέως να υπνώττουνε σε κοίμηση αιώνια
χωρίς όμως να τέμνονται τα χέρια στα σεντόνια’

{ Κανείς, ποτέ δεν έμαθε όσα η μοίρα υφαίνει
όταν την ένωση απωθεί ανθρώπων που ποθούνται
Κανείς, ποτέ και τίποτα.. τα πάντα αιωρούνται! }

Κι έμεινα εγώ να απορώ σε αμμουδιάς μαντήλι
πως έτυχε σχηματισμός που θύμιζε ιστορίες
από καρδιές που έκαιγαν κι είναι σαν πάγος κρύες.

Γενιές που μας εμπόδισαν αντάμα να βρεθούμε
κι έταξαν ξένο προορισμό, μα αδύνατον! Θυμήσου!
Το ήπιαμε το κώνιο... Σκοτείνιασε, κοίμησου....

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-04-2009